Αυτοί που δεν πολέμησαν: Ανυπότακτοι, λιποτάκτες και φυγόμαχοι κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία

Για τη Μικρασιατική Εκστρατεία έχουν γραφτεί και έχουν ειπωθεί πάρα πολλά. Ειδικά τη χρονιά που πέρασε, λόγω και της συμπλήρωσης 100 ετών από την τραγωδία του 1922 κυκλοφόρησαν πολλά βιβλία, κάποια μάλιστα με στοιχεία άγνωστα ως τώρα. Ανάμεσα τους και το βιβλίο "ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ ΚΑΙ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ", βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ, 2022. Το τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου αυτού που υπογράφει ο Αναστάσιος Ζωγράφος έχει τίτλο «Κουραμπιέδες, λιποτάκται και ανυπότακτοι»: 'Οψεις και κίνητρα αντίστασης στη Μικρασιατική Εκστρατεία». Από αυτό θα αντλήσουμε τα περισσότερα στοιχεία για το σημερινό μας άρθρο. 




Η αρχική ευφορία και τα πρώτα σημάδια αντίστασης

Η δεκαετία 1912-1922 ήταν ίσως η σημαντικότερη της νεότερης ελληνικής ιστορίας, καθώς κατά τη διάρκεια της η χώρα μας πέτυχε αρχικά να αυξήσει κατά πολύ την έκτασή της, ενώ μεταξύ 1919-1922 φάνηκε ότι θα μπορούσαν να υλοποιηθούν όλα τα οράματα του μεγαλοϊδεατισμού, κάτι που δεν έγινε λόγω της οδυνηρής κατάληξης της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Όπως γράφει ο Α. Ζωγράφος: «Στη διάρκεια όλης αυτής της δεκαετίας (ενν. 1912-1922), και πολύ περισσότερο στη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας, ο Έλληνας στρατιώτης επέδειξε τεράστια αποθέματα ψυχολογικών και σωματικών αντοχών, προσαρμοστικότητα και μια αστείρευτη υπομονή και πίστη στον εθνικό στόχο. Ωστόσο, από το 1919 έως και το 1922, ο ελληνικός στρατός βρέθηκε αντιμέτωπος και με στρατηγικές αποφυγής του μετώπου, ανυποταξίες, λιποταξίες ή ακόμα και άλλες μορφές ατομικής ή/και ομαδικής αντίστασης».

Οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ενός αντιπολεμικού κινήματος είχαν ήδη διαμορφωθεί από την άνοιξη του 1919, όμως καμία πολιτική δύναμη δεν τολμούσε να αναπτύξει ξεκάθαρα αντιπολεμική ρητορική. Η αντιβενιζελική παράταξη προσπαθούσε να διασώσει την ίδια της την ύπαρξη και η πιθανή αντίδρασή της στην υλοποίηση του στόχου της Μεγάλης Ιδέας, θα σήμαινε το οριστικό της τέλος. Είναι χαρακτηριστικά όσα γράφει ο Ιωάννης Μεταξάς που ήταν αντίθετος στη Μικρασιατική Εκστρατεία, μόλις πληροφορήθηκε την απόβαση του Ελληνικού Στρατού στη Σμύρνη (5/18 Μαΐου 1919): στο «Ημερολόγιό», του: «Το βράδυ αι εφημερίδες: οι Έλληνες κατέλαβον την Σμύρνην. Στρατιωτική κατοχή. Βεβαιότης ότι θα την λάβη. Ετελείωσε! Ημείς (ενν. οι αντιβενιζελικοί) ηττηθήκαμεν οριστικώς πολιτικώς, αλλά ας μεγαλυνθή η Ελλάς, και ας ευδαιμονήση , όπως αυτή νομίζει καλλίτερον... Θεέ μου, συγχώρησον τας τελευταίας μου ματαιότητας. Ετελείωσεν πλέον! Ο πολιτικός μου βίος παύει δια παντός».



Το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος (ΣΕΚΕ), δεν είχε ακόμα αποφασίσει, τις πρώτες μέρες της παρουσίας του Ελληνικού Στρατού στη Σμύρνη, αν αυτή είχε σκοπό να απελευθερώσει τους Έλληνες αδελφούς της Ιωνίας ή αν ήταν μια επιχείρηση στην οποία ενέπλεξαν την Ελλάδα οι αποικιοκρατικές και ιμπεριαλιστικές Μεγάλες Δυνάμεις. Έτσι αρχικά το ΣΕΚΕ τον πρώτο χρόνο της εκστρατείας, ξεκινώντας από μια παθητική αποδοχή πέρασε σταδιακά σε μία παθητική αντίθεση. Στις 2 Μαΐου 1919 σε λογοκριμένο μονόστηλο ο "Ριζοσπάστης" που δεν αποτελούσε ακόμα επίσημο όργανο του ΣΕΚΕ έβλεπε την κατάληψη της Σμύρνης ως «μια απαρχή απονομής δικαιοσύνης εις τους μικρούς λαούς, εις τους δυναστευόμενους πληθυσμούς».

Μεταξύ Μαΐου 1919 και Αυγούστου 1920, η στράτευση φαίνεται ότι δεν δημιουργούσε προβλήματα ενώ και ο αριθμός των εθελοντών που κατατάχθηκαν στον Ελληνικό Στρατό ήταν μεγάλος. Άλλωστε οι επιχειρήσεις του Στρατού ήταν ως τότε σχεδόν όλες νικηφόρες και γίνονταν δεκτός με ενθουσιασμό, ως ελευθερωτής στη Θράκη και τη Μικρά Ασία. Έτσι η «αντίσταση» στον πόλεμο αφορούσε λίγα άτομα. Κάποιοι στρατιώτες που είχαν πολεμήσει και στην Ουκρανία (1919) πριν τη Μικρά Ασία είχαν επηρεαστεί από τα επαναστατικά και αντιπολεμικά ιδεώδη. Άλλοι λόγω έλλειψης επαρκούς σίτισης ή επιθυμίας επιστροφής στην ειρηνική Ελλάδα ωθούνταν στην ανυποταξία ή τη λιποταξία. Ταυτόχρονα το χρονικό αυτό διάστημα είχε ξεκινήσει η διανομή στο μέτωπο αντιπολεμικών φυλλαδίων από αριστερούς στρατιώτες, χωρίς όμως η δράση τους να είναι εν γνώσει της ηγεσίας του ΣΕΚΕ. 

Το ξεκίνημα και η γιγάντωση της αντίδρασης στον πόλεμο

Από την άνοιξη και κυρίως το καλοκαίρι του 1920, τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν. Η απόφαση του Ελευθέριου Βενιζέλου να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της Μικρασιατικής Εκστρατείας αλλά και στην άνοδο της αντιπολεμικής δυναμικής.

Το ΣΕΚΕ από την άνοιξη του 1920 είχε συνδεθεί με τη Γ’ Κομμουνιστική Διεθνή και μάλιστα από τον Απρίλιο του 1920 ονομαζόταν ΣΕΚΕ Κομμουνιστικό. Παρά τη λογοκρισία του “Ριζοσπάστη” δημοσιεύονταν αντιπολεμικά άρθρα και σχόλια ενώ οι προεκλογικές συγκεντρώσεις του κόμματος μετρατρέπονταν σε αντιπολεμικά συλλαλητήρια. Στις 21 Σεπτεμβρίου 1920 ο “Ριζοσπάστης” έγραφε ότι η Μικρασιατική Εκστρατεία ήταν μια επιχείρηση «καταστρεπτική κι ολέθρια δια την χώραν ως ξένα συμφέροντα εξυπηρετούσα». Ο αντιπολεμικός λόγος, δημοσιευμένος πλέον, άρχισε να επηρεάζει τις συνειδήσεις των πολιτών.

Σημαντικό ρόλο στο κίνημα της αντίστασης στον πόλεμο έπαιξε η νίκη της αντιβενιζελικής παράταξης τον Νοέμβριο του 1920 και η επάνοδος του Κωνσταντίνου Α’ στην Ελλάδα μετά από δημοψήφισμα. Ακραιφνείς βενιζελικοί στρατιωτικοί αρνήθηκαν για ιδεολογικοπολιτικούς λόγους να συνεχίσουν να υπηρετούν στο στράτευμα ενώ αντιβενιζελικοί αξιωματικοί, απόστρατοι από το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, επανήλθαν στον Στρατό αναλαμβάνοντας τη διοίκηση μάχιμων μονάδων στη Μικρά Ασία. Αυτό, μεταξύ άλλων, προκάλεσε την αμφισβήτηση πολλών στρατιωτών στους ηγήτορές τους. Πλέον η εκστρατεία είχε διαρκέσει περισσότερο από ένα χρόνο και καθώς άλλαζε σταδιακά και η στάση των Συμμάχων δεν φαινόταν το τέλος της σύντομα.

Ο στρατιώτης Δημήτριος Κεφαλογιάννης γράφει χαρακτηριστικά στις 31/12/1920: «Πολλοί υπηρετούν σχεδόν τέσσερα έτη συνεχώς και ούτε λόγος γι’ απόλυσιν. Και όμως πολλοί εξ αυτών είναι παντρεμένοι. Πόσον να υποφέρουν οι δυστυχείς ούτοι και αι οικογένειαι των; Αλλά και ποίος στρατιώτης είναι ευχαριστήμενος;»

Όσο οι κεμαλικές δυνάμεις άρχισαν να δημιουργούν προβλήματα στον Ελληνικό Στρατό και η κοινή γνώμη μάθαινε καθημερινά για τραυματισμένους στρατιώτες που έφταναν στον Πειραιά, καθώς και για ηρωισμούς αξιωματικών και οπλιτών που όμως έχαναν τη ζωή τους, το αντιπολεμικό κλίμα φούντωνε. Χαρακτηριστικό είναι και δημοσίευμα και σκίτσο του “Ριζοσπάστη” στις 4 Οκτωβρίου 1920.

Και καθώς ο πόλεμος αφορούσε ουσιαστικά όλα τα Βαλκάνια, η Βουλγαρία έκανε το 1921 και το 1922 προσπάθειες για εκμετάλλευση των βουλγαρόφωνων που υπηρετούσαν στον Ελληνικό Στρατό, προπαγανδίζοντας τη λιποταξία και τη διαφυγή των λιποτακτών στη Βουλγαρία. 


Πώς εκδηλωνόταν η ατομική και ομαδική αντίσταση στη Μικρασιατική Εκστρατεία;

Ένα σαφές δείγμα της αντίστασης στον πόλεμο ήταν η μείωση του αριθμού των εθελοντών που κατατάσσονταν στον Ελληνικό Στρατό. Έτσι ενώ μεταξύ Μαΐου 1919-Αυγούστου 1920, κατατάσσονταν 268 εθελοντές τον μήνα κατά μέσο όρο, μεταξύ Σεπτεμβρίου 1920-Αυγούστου 1922 ο αριθμός μειώθηκε στους 40.

Παράλληλα οι Έλληνες εξωτερικού, εκμεταλλευόμενοι τον νόμο 2592 σύμφωνα με τον οποίο «απαλλάσσονται της υποχρεώσεώς των να υπηρετήσωσιν οι κατά την διάρκεια της επιστρατεύσεως 1917-1920 μη προσελθόντες και διαμένοντες ήδη εν τη αλλοδαπή, εφ’ όσον υπηρέτησαν κατά τους πολέμους 1912-1913, καταβάλλοντας όμως δραχ. 100 δι’ έκαστον μήνα εφεδρικής υπηρεσίας των συνηλικιώτων αυτών». Από την εφαρμογή του νόμου αυτού, συγκεντρώθηκαν 3,5 εκατομμύρια δραχμές από Έλληνες που ζούσαν στην Αμερική, την Αίγυπτο και την Κωνσταντινούπολη, κάτι που δείχνει τον σημαντικό αριθμό όσων τον αξιοποίησαν για να μην στρατευθούν.

Παράλληλα, όλοι όσοι καλούνταν να υπηρετούσαν και δεν επιθυμούσαν τη στράτευση τους χρησιμοποιούσαν νόμιμα όπως η αναστολή στράτευσης και παράνομα μέσα αλλά και πολιτικές γνωριμίες για να πετύχουν τον σκοπό τους.

Όταν οι ανάγκες του μετώπου άρχισαν να γίνονται πιο επιτακτικές οι αναστολές στράτευσης δίνονταν με πιο αυστηρά κριτήρια. Η αποφυγή της στράτευσης άρχισε να οδηγεί πολλούς σε ανυποταξία. Οι ανυπότακτοι κυκλοφορούσαν προσπαθώντας να μην πέσουν πάνω στα καταδιωκτικά αποσπάσματα που είχαν συγκροτηθεί ιδιαίτερα από τις αρχές του 1921, για τον εντοπισμό τους. Παράλληλα δημιουργήθηκαν και κυκλώματα που προμήθευαν τους στρατεύσιμους με πλαστά έγγραφα (με διαφορετικό ονοματεπώνυμο και άλλη στρατιωτική κλάση). Κάποιοι ανυπότακτοι έβρισκαν καταφύγιο στα σπίτια άλλων πολιτών, κάποιοι διέφευγαν στα γειτονικά βαλκανικά κράτη ,ενώ υπήρχαν και αυτοί που χρησιμοποιούσαν τις πολιτικές τους γνωριμίες.



Αλλά και όσοι στρατεύονταν προσπαθούσαν να τοποθετηθούν στα μετόπισθεν και όχι στο μέτωπο. Ήταν οι γνωστοί ως “κουραμπιέδες”. Έτσι αποκαλούσαν οι στρατιώτες του μετώπου όσους ενώ ήταν αρτιμελείς επιδίωκαν να παραμείνουν στα μετόπισθεν και όχι να μεταβούν στην πρώτη γραμμή. Κατά τον Παναγιώτη Γρηγορίου, σε αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή του, ο όρος προήλθε από την πούδρα που αυτοί χρησιμοποιούσαν κάθε πρωί μετά το ξύρισμα!

Τα πολιτικά μέσα που χρησιμοποιούνταν είχαν προκαλέσεις αγανάκτηση και στον Τύπο δημοσιεύονταν πύρινα άρθρα για “θωπευτική ανοχή” της κυβέρνησης (“Εμπρός”, 23/6/1922) που υποθάλπει τον “κουραμπιεδισμό”. Επίσης υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες για «άνιση θυσία του αίματος μεταξύ όσων προέρχονταν από οικογένειες της αστικής τάξης με σημαντική μόρφωση και στους στρατιώτες με κατώτερο μορφωτικό επίπεδο και ίσως καταγόμενους από την επαρχία» όπως γράφει ο Αναστάσιος Ζωγράφος. Ο Λοχαγός, τότε, Δημήτριος Αρχιμανδρίτης, αναφέρει ότι «εκ δε των πόλεων από τα παιδιά της Ελληνικής λεγόμενης πλουτοκρατίας απολύτως ουδείς τόσον εκ των αξιωματικών όσον και των οπλιτών ήσαν μάχιμοι» (στο βιβλίο του “Ο Έλλην ως πολεμιστής” που εκδόθηκε το 1925). Στο ίδιο βιβλίο γράφει: «95% εκ των απωλειών εις αξιωματικούς ήσαν αντιβασιλικοί ως και 60% εκ των ανδρών και τούτο διότι εξ αυτών μάλλον ήσαν οι μάχιμοι... (η Πολιτεία) εδίδασκε την πολεμοφοβία και ρουσφετολογία και την διάθεση των αδελφών και μητέρων ακόμη εις τους ισχυρούς ίνα αποφύγουν το μέτωπο και τας μάχιμους μονάδας».

Ένας τραυματισμός έδινε τη δυνατότητα στους στρατεύσιμους να αποφύγουν το μέτωπο για κάποιο διάστημα, καθώς νοσηλεύονταν είτε στη Μικρά Ασία είτε στην ελληνική ενδοχώρα και στη συνέχεια λάμβαναν αναρρωτική άδεια την οποία συχνά παρέτειναν με δική τους πρωτοβουλία! Αλλά και επειδή ένας τραυματισμός στη διάρκεια της μάχης δεν ήταν σίγουρος, κάποιοι αυτοτραυματίζονταν! Αν ο αυτοτραυματισμός αποκαλυπτόταν ο υπεύθυνος παραπεμπόταν σε στρατοδικείο και φυλακιζόταν άρα πάλι απέφευγε το μέτωπο. Όπως γράφει ο Δ. Αρχιμανδρίτης, πολλές φορές τραυματίες μεταφέρονταν στα μετόπισθεν από 4-5 συναδέλφους τους, ενώ αν ο τραυματίας ήταν αξιωματικός «ήταν ικανή ολόκληρος διμοιρία να προθυμοποιηθεί προς μετακόμισή του!».

Η δράση του ΣΕΚΕ (Κ)

Αρχικά οι υποστηρικτές του ΣΕΚΕ (Κ) κινούνταν στη σκιά των ηγητόρων τους. Από το καλοκαίρι του 1920 όμως ένας ολόκληρος μηχανισμός του κόμματος προσπαθούσε να προωθήσει αντιπολεμικά μηνύματα «Αρχίζαμε από φιλικές σχέσεις (ενν. με στρατιώτες) προχωρούσαμε στην ατομική προπαγάνδα» γράφει ο Άγης Στίνας, αρχισυντάκτης τότε “της Φωνής του Εργάτου” (Θεσσαλονίκης). Αν και ο “Ριζοσπάστης” είχε απαγορευτεί στο μέτωπο, κατάφερε να φθάνει μέσα από ένα παράνομο δίκτυο. Άλλο ήταν όμως το μεγάλο πρόβλημα. Ειδικά, τις τελευταίες μέρες του πολέμου, οι λιποταξίες ήταν πάρα πολλές. Οι άδειες μετατρέπονταν συχνά σε λιποταξίες, παρά την πολυετή φυλάκιση που αντιμετώπιζαν οι λιποτάκτες. Αρκετοί από τους λιποτάκτες ήταν βουλγαρόφωνοι, σλαβόφωνοι και Αρμένιοι. Άλλοι λιποτάκτες έφευγαν από την Ελλάδα, ενώ κάποιοι κατέφευγαν και στα ιταλοκρατούμενα τότε, Δωδεκάνησα.

Είχαν προηγηθεί βέβαια βενιζελικοί αξιωματικοί που εγκατάλειψαν τις τάξεις του Στρατού από το φθινόπωρο του 1920-χειμώνα του 1921 και εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη συμμετέχοντας στη συγκρότηση της Επιτροπής Εθνικής Αμύνης (Εθνική Άμυνα Κωνσταντινουπόλεως). Μετά την κεμαλική αντεπίθεση το ζήτημα των λιποταξιών έλαβε μεγαλύτερες διαστάσεις. Εκτός από τις λιποταξίες υπήρχαν κρούσματα απειθαρχίας τα οποία όταν ο πόλεμος χάθηκε οριστικά μετατράπηκαν σε ανταρσία. Έτσι οι στρατιώτες του 2ου Συντάγματος Πεζικού που ανήκε στην ΧΙΙΙ Μεραρχία και τον Αύγουστο του 1922 κατά την υποχώρηση ανήκε στην ομάδα του Υποστράτηγου Νικόλαου Τρικούπη, δυσφόρησαν στις διαταγές που τους δόθηκαν για άμυνα μέχρις εσχάτων και ενημέρωσαν τον διοικητή τους για την απροθυμία τους να πολεμήσουν.

Μάστιγα οι λιποτάκτες, οι ανυπότακτοι και οι “κουραμπιέδες” - Η κυβερνητική αντίδραση και το “κίνημα” της Κρήτης

Στις 27/8/1922 η εφημερίδα “Εμπρός” δημοσίευσε μια σειρά επιστολών αναγνωστών κάτω από τον τίτλο “Κουραμπιέδες και λιποτάκται. Ιδού οι δηλητηριασταί του μετώπου”. Η ίδια εφημερίδα στις 27/5/1922 σε άρθρο της με τίτλο “ΕΠΑΥΞΗΣΑΤΕ ΤΗΝ ΥΠΕΡΟΧΗΝ ΤΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ ΜΑΣ” τόνιζε, μεταξύ άλλων: «Πότε θα παύση το εις τας Αθηναϊκάς οδούς επαίσχυντον θέαμα νεαρώτατων στρατιωτών απεσπασμένων ως υπηρετών, περιφερόμενων με δέματα γυναικείων πίλων (καπέλων) και υφασμάτων ανά χείρας; Πότε αι εκατοντάδες των γραφειοκρατών αξιωματικών θα διασκελίσουν το Αιγαίον, ίνα (για να) χαιρετίσουν και ολίγην Σμύρνην; … Πώς είναι δυνατόν ν’ αγνοή (η Κυβέρνηση) τας χιλιάδας των ανυποτάκτων και λιποτακτών οίτινες περιφέρονται ανενόχλητοι ή καταδιώκονται κατά τον μάλλον άσκοπον και κακόν τρόπον εις όλην την Ελλάδα;».

Πολλοί χρησιμοποιούσαν πλαστά πιστοποιητικά για να αποφύγουν τη στράτευση. Μάλιστα εξαρθρώθηκε σπείρα με έδρα την Αθήνα και δράση σε διάφορες επαρχίες της Πελοποννήσου που προμήθευε με πλαστά διαβατήρια ανυπότακτους και στρατεύσιμους με σκοπό να φύγουν στην Αμερική. Τα κέρδη της σπείρας ανέρχονταν σε 500.000 δραχμές, ποσό πολύ μεγάλο για την εποχή.

Παράλληλα, άρχισαν να διαμορφώνονται δύο αντίπαλες τάσεις στην κοινή γνώμη. Υπήρχαν κάποιοι που υποστήριζαν τους ανυπότακτους, λιποτάκτες κλπ. Και τους πρόσφεραν καταφύγιο και άλλοι που ως αυτόκλητοι διώκτες των αρνητών του πολέμου συμμετείχαν στην καταδίωξή τους.

Όπως ήταν αναμενόμενο, όλοι οι φυγόστρατοι και οι λιποτάκτες σχημάτισαν σε κάποιες περιπτώσεις αντάρτικες ομάδες, ουσιαστικά συμμορίες, που προέβαιναν σε παράνομες πράξεις: δολοφονίες, απαγωγές από σπίτια, εμπρησμούς, ληστείες για την εξασφάλιση των αναγκαίων ακόμα και επιθέσεις σε σταθμούς της Χωροφυλακής για κλοπή οπλισμού ή απελευθέρωση κρατουμένων. Τα καταδιωκτικά αποσπάσματα που συγκρότησε η Κυβέρνηση συχνά έδιναν μάχες με αυτές τις συμμορίες. Η όλη κατάσταση είχε δημιουργήσει πολλά προβλήματα. Ενδεικτικό είναι το δημοσίευμα του “Σκριπ” στις 9/4/1921: «Φαντάροι, ναύται, μυστικοί χωροφύλακες, ένα κράμα των ανθρώπων της εξουσίας έχουν κινητοποιηθεί εις μίαν καταδίωξιν ανθρώπων η οποία αποφέρουσα μεν αποτελέσματα δια της συλλήψεως αριθμού τινός ανυποτάκτων, δημιουργεί όμως μιαν κατάστασιν αφόρητον δια τους πολίτας και θίγουσαν τον στοιχειώδη πολιτισμόν μίας πρωτεύουσας. Αι Αθήναι δεν είναι επί τέλους τέταρτης τάξεως χωριό όπου ο χωροφύλακας ειμπορεί να κυνηγοί ως επικεκηρυγμένον ληστήν τον λιποτάκτην ή τον ανυπότακτον». Ανάμεσα στους λιποτάκτες ήταν και ο Άγης Στίνας, που γράφει ότι η ζωή του τους 8 μήνες της λιποταξίας του, θύμιζε «ζωή κυνηγημένου αγριμιού».


 

Και άλλες πτυχές του όλου ζητήματος παραθέτει ο Δρ. Ιωάννης Σ. Παπαφλωράτος στο δίτομο βιβλίο του “Η Ιστορία του Ελληνικού Στρατού 1833-1949": «Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, οι Αμυνίτες προκάλεσαν ακόμη και στασιαστικό κίνημα για να αποτρέψουν την επιστράτευση και την αποστολή 15.000 ανδρών στο μέτωπο. Αυτό εξεδηλώθη στην Κρήτη τον Οκτώβριο του 1921. Δυστυχώς το συγκεκριμένο γεγονός είναι ελάχιστα γνωστόν. Σημειωτέον ότι απαιτήθηκε η αποστολή χιλιάδων ανδρών για την αποκατάσταση της τάξεως στην νήσο και την πλήρη καταστολή του κινήματος. Μάλιστα η κατάσταση δεν είχε ομαλοποιηθεί έως τον Φεβρουάριο του 1922. Οι άνδρες αυτοί παρέμειναν στην Κρήτη επί μήνες, γεγονός το οποίο (αν μη τι άλλο) δεν διευκόλυνε την στρατιωτική προσπάθεια της Ελλάδος στην Μ. Ασία. Στα τέλη του έτους (δύο μήνες μετά το ξέσπασμα της εξεγέρσεως επικρατούσε ακόμα αναταραχή στην Κρήτη όπως προκύπτει από την σχετική αναφορά του Νομάρχη Ηρακλείου με ημερομηνία 24/12/1921».

Στο ίδιο βιβλίο ο Δρ Ιωάννης Σ. Παπαφλωράτος αναφέρεται σε όσα γράψαμε παραπάνω για όσους αξιωματικούς και στρατιώτες εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και πήγαν στην Κων/πολη προσχωρώντας στο κίνημα της “Εθνικής Αμύνης”. Όπως γράφει: «Ο τότε Συνταγματάρχης Κοσμόπουλος υπελόγισε σε 15.000 άνδρες όσους έφυγαν για την Κωνσταντινούπολη».

Επίλογος

Όπως είδαμε κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας κάποιοι απέφυγαν τη στράτευση είτε για ιδεολογικούς λόγους είτε φοβούμενοι τους κινδύνους των μαχών, άλλοι κατάφεραν αν και αρτιμελείς, να παραμείνουν στα μετόπισθεν χρησιμοποιώντας και πολιτικά μέσα και τέλος κάποιοι επηρεασμένοι από την κούραση και την ηττοπάθεια που είχαν παρεισφρήσει από κάποιο σημείο και μετά στο στράτευμα λιποτάκτησαν. Και δυστυχώς και εδώ, ο εθνικός διχασμός έκανε την “εμφάνισή” του μέσω των υπονομευτικών σε πολλές περιπτώσεις, πρακτικών των “Αμυνιτών”. Σίγουρα οι λιποταξίες, οι ανυποταξίες και οι “κουραμπιεδισμοί” δεν ήταν η βασική αιτία της ελληνικής ήττας στη Μικρά Ασία, συνετέλεσαν όμως σε σημαντικό βαθμό σε αυτήν.

Βασική πηγή μας για το άρθρο ήταν το κεφάλαιο: «Κουραμπιέδες, λιποτάκται και ανυπότακτοι: Όψεις και κίνητρα αντίστασης στη Μικρασιατική Εκστρατεία» του Αναστάσιου Ζωγράφου στο συλλογικό έργο «ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ ΚΑΙ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ: Πτυχές μιας οδυνηρής εμπειρίας», βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ, 2022

Νεότερη Παλαιότερη
--------------
Ακούστε το τελευταίο ηχητικό από τη ΜΕΣΗ ΓΡΑΜΜΗ


Η Freepen.gr ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει για τα άρθρα / αναρτήσεις που δημοσιεύονται και απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους και δε σημαίνει πως τα υιοθετεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών ή ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα, επικοινωνήστε μέσω e-mail