pixabay / Hans |
Freepen.gr - Το νομισματικό μπλοκ των 20 χωρών του ευρώ θα διολισθήσει στην πρώτη του ύφεση μετά την πανδημία τους τελευταίους μήνες του έτους, μετά την καταγραφή δύο συνεχόμενων τριμήνων αρνητικής οικονομικής ανάπτυξης, όπως αποκάλυψε τη Δευτέρα δημοσκόπηση του Bloomberg μεταξύ αναλυτών.
Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) στην Ευρωζώνη συρρικνώθηκε κατά 0,1% μεταξύ Σεπτεμβρίου και Δεκεμβρίου, σε σύγκριση με την προηγούμενη πρόβλεψη για αμετάβλητες επιδόσεις, με τους οικονομολόγους να αναμένουν μέτρια ανάκαμψη το επόμενο έτος.
"Αμφιβάλλουμε ότι βρισκόμαστε στην αρχή μιας ανάκαμψης", δήλωσε ο Joerg Angele, οικονομολόγος της Bantleon Bank. "Οι αντίθετοι άνεμοι παραμένουν ισχυροί, ιδίως αυτοί που απορρέουν από τη μαζική αύξηση των επιτοκίων".
Στην έκθεσή της την περασμένη εβδομάδα, η στατιστική υπηρεσία Eurostat απέδωσε την ύφεση στη συρρίκνωση της βιομηχανικής παραγωγής στη ζώνη του ευρώ, υποδεικνύοντας τη διαρκή αδυναμία της περιοχής.
Η ύφεση αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στην επιβράδυνση στη Γερμανία, καθώς η μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ συνεχίζει να παλεύει με έναν συνδυασμό φτωχής εξωτερικής ζήτησης, δημοσιονομικής κρίσης, υψηλών επιτοκίων και παρατεταμένων επιπτώσεων από την περσινή ενεργειακή κρίση.
Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) στην Ευρωζώνη συρρικνώθηκε κατά 0,1% μεταξύ Σεπτεμβρίου και Δεκεμβρίου, σε σύγκριση με την προηγούμενη πρόβλεψη για αμετάβλητες επιδόσεις, με τους οικονομολόγους να αναμένουν μέτρια ανάκαμψη το επόμενο έτος.
"Αμφιβάλλουμε ότι βρισκόμαστε στην αρχή μιας ανάκαμψης", δήλωσε ο Joerg Angele, οικονομολόγος της Bantleon Bank. "Οι αντίθετοι άνεμοι παραμένουν ισχυροί, ιδίως αυτοί που απορρέουν από τη μαζική αύξηση των επιτοκίων".
Στην έκθεσή της την περασμένη εβδομάδα, η στατιστική υπηρεσία Eurostat απέδωσε την ύφεση στη συρρίκνωση της βιομηχανικής παραγωγής στη ζώνη του ευρώ, υποδεικνύοντας τη διαρκή αδυναμία της περιοχής.
Η ύφεση αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στην επιβράδυνση στη Γερμανία, καθώς η μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ συνεχίζει να παλεύει με έναν συνδυασμό φτωχής εξωτερικής ζήτησης, δημοσιονομικής κρίσης, υψηλών επιτοκίων και παρατεταμένων επιπτώσεων από την περσινή ενεργειακή κρίση.