Και ξάφνου, εγένετο φως. Ο πρωθυπουργός «κήρυξε» την έναρξη των ερευνών για υδρογονάνθρακες στα πλέον υποσχόμενα ελληνικά θαλάσσια «οικόπεδα». Η συγκυρία της ανακοίνωσης, εν μέσω των καταγγελιών για τις υποκλοπές, οδήγησε αρκετούς στο συμπέρασμα ότι βασικό πρωθυπουργικό κίνητρο ήταν η απόπειρα αλλαγής της πολιτικής ατζέντας. Ακόμα κι αν υπάρχει αλήθεια σε αυτή την εκτίμηση, αποτελεί στην καλύτερη περίπτωση μισή αλήθεια. Διότι η πραγματικότητα παραμένει εξαιρετικά πολύπλοκη…
Από: defence-point.gr / Του Ζαχαρία Μίχα*
(Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA)
Η πρώτη παρατήρηση είναι η εκτόξευση του θέματος στην κορυφή της δημοσιότητας. Στο σημείο αυτό θα μπορούσε κανείς να εντοπίσει τον «πολιτικό χειρισμό». Έγινε κεντρικό θέμα από τα ίδια Μίντια που επί μια δεκαετία και πλέον αδιαφορούσαν. Αίφνης, όλοι συντάσσονται με μια επιχειρηματολογία, την οποία λίγοι πρόβαλλαν με συνέπεια τα προηγούμενα χρόνια, καταβάλλοντας μάλιστα κόστος για την επιμονή τους. Κατά τον Ρήγα, όμως, «όποιος συλλογάται ελεύθερα, συλλογάται καλά».
Δεν είναι μυστικό στην ελληνική αγορά ότι τα αποκαλούμενα «συστημικά» Μίντια, ακολουθούσαν το διακομματικό αφήγημα της πράσινης μετάβασης, στο πλαίσιο μιας γενικότερης όσμωσης με το πολιτικό σύστημα. Όσοι δεν ακολουθούσαν, θεωρούνταν εχθροί των «καθαρών τεχνολογιών» και υπέρμαχοι των «ρυπογόνων» υδρογονανθράκων. Τι κι αν επισήμως όλοι αναγνώριζαν το φυσικό αέριο ως μεταβατικό καύσιμο; Από τα πλέον επίσημα χείλη ακουγόταν ότι η Ελλάδα με επίπτωση της τάξεως του 0,19% στον τελικό παγκόσμιο στόχο «θα έκανε πρωταθλητισμό» στην πράσινη μετάβαση!
Κι ας υπενθύμιζαν οι «γραφικοί» ότι είναι παράλογο να αγνοούνται οι υδρογονάνθρακες από μια χώρα με περίπου 400 δισ. ευρώ χρέος, το οποίο συνθλίβει την κοινωνία της. Επίσης, ότι στο αμιγώς περιβαλλοντικό επίπεδο, η «καθαρότητα» των ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) νοθεύεται από την εξάρτησή τους από άκρως τοξικά κρίσιμα ορυκτά και σπάνιες γαίες (1-2 τόνους χρειάζεται κάθε ανεμογεννήτρια) που πρέπει να ενταφιαστούν υγειονομικά μετά από περίπου 20 χρόνια. Κυρίως, όμως, η αδυναμία αποθήκευσης ενέργειας δεν επιτρέπει τη μονοσήμαντη εξάρτηση από τις ΑΠΕ.
Αποκρυβόταν από τη δημόσια συζήτηση επίσης, το τετράγωνης λογικής επιχείρημα της συμπληρωματικότητας του φυσικού αερίου με τις ΑΠΕ στον δρόμο για μια ορθολογική και βιώσιμη πράσινη μετάβαση. Όταν τα έσοδα από την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων είναι τόσο υψηλά, υπάρχουν άφθονα κονδύλια που οφείλουν, ή θα πρέπει να υποχρεωθούν να τα κατευθύνουν οι ίδιοι οι ενεργειακοί κολοσσοί στην επιστημονική έρευνα, ώστε να γίνει το όνειρο όλων των φυσιολογικών ανθρώπων, αυτό ενός πιο καθαρού μέλλοντος, πραγματικότητα.
Όλοι επέμεναν σε μια οπαδικού τύπου αντιμετώπιση, επιλέγοντας τις κραυγές από την ορθολογική συζήτηση. Ίσως ο ιστορικός του μέλλοντος θα αποφανθεί ότι η Ελλάδα ευεργετήθηκε από το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, διότι και μόνο από τις επίσημες δηλώσεις της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας, προκύπτει ότι η ενεργειακή κρίση ερμηνεύει τη στροφή από την ιδεοληψία στον ορθολογισμό. Δεν είναι μόνο τα πολλά δισ. ευρώ έσοδα που μπορούν να προκύψουν εάν επιβεβαιωθούν οι αποχρώσες ενδείξεις. Είναι η μέριμνα για την ενεργειακή ασφάλεια της Ελλάδας και της Ευρώπης.
Η κρίση έχει τινάξει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς στον αέρα, παρά τις γενναίες επιδοτήσεις, οι οποίες όμως στερούν κονδύλια από άλλους κρίσιμους τομείς. Ένας πολιτικός κρίνεται ασφαλώς από την ικανότητα προσαρμογής στα δεδομένα. Κρίνεται όμως και από την ικανότητα να προβλέψει έγκαιρα καταστάσεις, οι οποίες μπορούν να εξελιχθούν σε σοβαρά προβλήματα. Και σε αυτό, οι ελληνικές ηγεσίες δεν παίρνουν καλό βαθμό, παρότι άλλες λιγότερο και άλλες περισσότερο έκαναν κάποια βήματα.
Το τελικό αποτέλεσμα μετράει. Κι αυτό που είναι δεδομένο, είναι ότι η Ελλάδα θα μπορούσε σήμερα που οι τιμές είναι στα ύψη, να είναι στην πλευρά των προμηθευτών φυσικού αερίου, όχι των αγοραστών, με ό,τι θα συνεπαγόταν αυτό για το μέλλον της. Δεν περιμένει κανείς βέβαια τέτοιες συζητήσεις στα «συστημικά» Μίντια. Η αυτοκριτική είναι συνήθως άγνωστη λέξη γι’ αυτά. Όλοι προτιμούν τη συνήθη πολιτική κλωτσοπατινάδα από τηλεοπτικού άμβωνος, φανατίζοντας την εκλογική πελατεία.
Σε ένα τέτοιο τοξικό πολιτικό περιβάλλον, δεν περιμένει κανείς να υπάρξουν πολλές πιθανότητες επιβίωσης της εναλλακτικής σκέψης και ανάλυσης και για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ο υπογράφων ανέλαβε την ευθύνη πρόσφατα να προτείνει μια εναλλακτική ερμηνεία για το πως καταλήξαμε έως εδώ. Η κεντρική ιδέα ήταν πως η ευθύνη πρέπει να αναζητηθεί στην άτσαλη πολιτικά και βεβιασμένη οικονομοτεχνικά στρατηγική της πράσινης μετάβασης.
Πράσινη μετάβαση και πόλεμος στην Ουκρανία
Το σκεπτικό ήταν απλό: Μήπως ο ευσεβής πόθος πίσω από το σφάλμα ήταν ακριβώς η ταχύτατη απεξάρτηση από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες; Εάν αυτό ισχύει, τότε αποκλείεται να μην είχε εντοπιστεί ο κίνδυνος για τη ρωσική εθνική ασφάλεια. Οπότε θα έπρεπε να θεωρείται αναμενόμενη κάποια ρωσική αντίδραση. Την ίδια ώρα, μετά την κατάληψη και προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, επελέγη η οδός της κλιμάκωσης σε μια σύγκρουση δι’ αντιπροσώπου, όχι με την άμεση εμπλοκή δυτικών στρατιωτικών δυνάμεων.
Ακόμα κι αν η Δύση είχε αποφασίσει να στριμώξει τη Ρωσία, θα έπρεπε να είχε προηγηθεί η μείωση της εξάρτησης από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες και εν συνεχεία να επιχειρηθεί η όποια κλιμάκωση. Διότι όπως αποδεικνύεται στην πράξη, τα σφάλματα της δυτικής στρατηγικής κατέστησαν όπλα στα χέρια της Μόσχας. Το ενεργειακό αδιέξοδο που προκλήθηκε, απειλώντας τη συνοχή του δυτικού συνασπισμού, είχε ξεκινήσει πριν ξεσπάσει ο πόλεμος για να μεγιστοποιηθεί μετά την έναρξη των επιχειρήσεων…
Ίσως λοιπόν, για τον λόγο αυτό, το Κρεμλίνο ακολούθησε τις συμβουλές του Θουκυδίδη ότι εάν η μακροπρόθεσμη εξέλιξη μιας ισορροπίας δεν σε ευνοεί, επιλέγεις να συγκρουστείς προτού αυτή διαταραχθεί. Ή αν προτιμάμε το γνωστό «use it or lose it» (χρησιμοποίησέ το πριν το χάσεις), του Ψυχρού Πολέμου, όπως έγινε γνωστό από τη δυτική συζήτηση περί πυρηνικής στρατηγικής-αποτροπής (nuclear strategy-deterrence).
Η ενέργεια ήταν επί δεκαετίες βασικό ρωσικό έσοδο και εργαλείο γεωπολιτικής βαρύτητας, το οποίο απειλούσε με εξουδετέρωση η «πράσινη μετάβαση». Γι’ αυτό η σύγκρουση στην Ουκρανία είχε καταστεί νομοτελειακή, προτού κανείς αντιληφθεί το γιατί.
Σε μεταγενέστερο σχόλιο θα επιχειρηθεί η ανάλυση της κατάστασης με βάση τις κινήσεις που θα ακολουθήσουν από τουρκικής πλευράς. Προς το παρόν, ας κρατήσουμε το αισιόδοξο. Ότι η Ελλάδα μπήκε στον στίβο για να εξυπηρετήσει τα οφθαλμοφανή συμφέροντα, που είτε δεν έβλεπε τόσα χρόνια, είτε παρίστανε πως δεν τα έβλεπε. Η κρίση και οι επιπτώσεις της στις Ένοπλες Δυνάμεις είναι ασφαλώς πειστική ερμηνεία. Δεν είναι όμως η μόνη. Διότι πέραν ισορροπιών και οργανωμένων συμφερόντων, θα πρέπει να εξεταστούν και οι προτεραιότητες της χώρας, όπως τις χαράζει το πολιτικό της σύστημα.
(Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA)
Η πρώτη παρατήρηση είναι η εκτόξευση του θέματος στην κορυφή της δημοσιότητας. Στο σημείο αυτό θα μπορούσε κανείς να εντοπίσει τον «πολιτικό χειρισμό». Έγινε κεντρικό θέμα από τα ίδια Μίντια που επί μια δεκαετία και πλέον αδιαφορούσαν. Αίφνης, όλοι συντάσσονται με μια επιχειρηματολογία, την οποία λίγοι πρόβαλλαν με συνέπεια τα προηγούμενα χρόνια, καταβάλλοντας μάλιστα κόστος για την επιμονή τους. Κατά τον Ρήγα, όμως, «όποιος συλλογάται ελεύθερα, συλλογάται καλά».
Δεν είναι μυστικό στην ελληνική αγορά ότι τα αποκαλούμενα «συστημικά» Μίντια, ακολουθούσαν το διακομματικό αφήγημα της πράσινης μετάβασης, στο πλαίσιο μιας γενικότερης όσμωσης με το πολιτικό σύστημα. Όσοι δεν ακολουθούσαν, θεωρούνταν εχθροί των «καθαρών τεχνολογιών» και υπέρμαχοι των «ρυπογόνων» υδρογονανθράκων. Τι κι αν επισήμως όλοι αναγνώριζαν το φυσικό αέριο ως μεταβατικό καύσιμο; Από τα πλέον επίσημα χείλη ακουγόταν ότι η Ελλάδα με επίπτωση της τάξεως του 0,19% στον τελικό παγκόσμιο στόχο «θα έκανε πρωταθλητισμό» στην πράσινη μετάβαση!
Κι ας υπενθύμιζαν οι «γραφικοί» ότι είναι παράλογο να αγνοούνται οι υδρογονάνθρακες από μια χώρα με περίπου 400 δισ. ευρώ χρέος, το οποίο συνθλίβει την κοινωνία της. Επίσης, ότι στο αμιγώς περιβαλλοντικό επίπεδο, η «καθαρότητα» των ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) νοθεύεται από την εξάρτησή τους από άκρως τοξικά κρίσιμα ορυκτά και σπάνιες γαίες (1-2 τόνους χρειάζεται κάθε ανεμογεννήτρια) που πρέπει να ενταφιαστούν υγειονομικά μετά από περίπου 20 χρόνια. Κυρίως, όμως, η αδυναμία αποθήκευσης ενέργειας δεν επιτρέπει τη μονοσήμαντη εξάρτηση από τις ΑΠΕ.
Αποκρυβόταν από τη δημόσια συζήτηση επίσης, το τετράγωνης λογικής επιχείρημα της συμπληρωματικότητας του φυσικού αερίου με τις ΑΠΕ στον δρόμο για μια ορθολογική και βιώσιμη πράσινη μετάβαση. Όταν τα έσοδα από την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων είναι τόσο υψηλά, υπάρχουν άφθονα κονδύλια που οφείλουν, ή θα πρέπει να υποχρεωθούν να τα κατευθύνουν οι ίδιοι οι ενεργειακοί κολοσσοί στην επιστημονική έρευνα, ώστε να γίνει το όνειρο όλων των φυσιολογικών ανθρώπων, αυτό ενός πιο καθαρού μέλλοντος, πραγματικότητα.
Όλοι επέμεναν σε μια οπαδικού τύπου αντιμετώπιση, επιλέγοντας τις κραυγές από την ορθολογική συζήτηση. Ίσως ο ιστορικός του μέλλοντος θα αποφανθεί ότι η Ελλάδα ευεργετήθηκε από το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, διότι και μόνο από τις επίσημες δηλώσεις της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας, προκύπτει ότι η ενεργειακή κρίση ερμηνεύει τη στροφή από την ιδεοληψία στον ορθολογισμό. Δεν είναι μόνο τα πολλά δισ. ευρώ έσοδα που μπορούν να προκύψουν εάν επιβεβαιωθούν οι αποχρώσες ενδείξεις. Είναι η μέριμνα για την ενεργειακή ασφάλεια της Ελλάδας και της Ευρώπης.
Η κρίση έχει τινάξει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς στον αέρα, παρά τις γενναίες επιδοτήσεις, οι οποίες όμως στερούν κονδύλια από άλλους κρίσιμους τομείς. Ένας πολιτικός κρίνεται ασφαλώς από την ικανότητα προσαρμογής στα δεδομένα. Κρίνεται όμως και από την ικανότητα να προβλέψει έγκαιρα καταστάσεις, οι οποίες μπορούν να εξελιχθούν σε σοβαρά προβλήματα. Και σε αυτό, οι ελληνικές ηγεσίες δεν παίρνουν καλό βαθμό, παρότι άλλες λιγότερο και άλλες περισσότερο έκαναν κάποια βήματα.
Το τελικό αποτέλεσμα μετράει. Κι αυτό που είναι δεδομένο, είναι ότι η Ελλάδα θα μπορούσε σήμερα που οι τιμές είναι στα ύψη, να είναι στην πλευρά των προμηθευτών φυσικού αερίου, όχι των αγοραστών, με ό,τι θα συνεπαγόταν αυτό για το μέλλον της. Δεν περιμένει κανείς βέβαια τέτοιες συζητήσεις στα «συστημικά» Μίντια. Η αυτοκριτική είναι συνήθως άγνωστη λέξη γι’ αυτά. Όλοι προτιμούν τη συνήθη πολιτική κλωτσοπατινάδα από τηλεοπτικού άμβωνος, φανατίζοντας την εκλογική πελατεία.
Σε ένα τέτοιο τοξικό πολιτικό περιβάλλον, δεν περιμένει κανείς να υπάρξουν πολλές πιθανότητες επιβίωσης της εναλλακτικής σκέψης και ανάλυσης και για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ο υπογράφων ανέλαβε την ευθύνη πρόσφατα να προτείνει μια εναλλακτική ερμηνεία για το πως καταλήξαμε έως εδώ. Η κεντρική ιδέα ήταν πως η ευθύνη πρέπει να αναζητηθεί στην άτσαλη πολιτικά και βεβιασμένη οικονομοτεχνικά στρατηγική της πράσινης μετάβασης.
Πράσινη μετάβαση και πόλεμος στην Ουκρανία
Το σκεπτικό ήταν απλό: Μήπως ο ευσεβής πόθος πίσω από το σφάλμα ήταν ακριβώς η ταχύτατη απεξάρτηση από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες; Εάν αυτό ισχύει, τότε αποκλείεται να μην είχε εντοπιστεί ο κίνδυνος για τη ρωσική εθνική ασφάλεια. Οπότε θα έπρεπε να θεωρείται αναμενόμενη κάποια ρωσική αντίδραση. Την ίδια ώρα, μετά την κατάληψη και προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, επελέγη η οδός της κλιμάκωσης σε μια σύγκρουση δι’ αντιπροσώπου, όχι με την άμεση εμπλοκή δυτικών στρατιωτικών δυνάμεων.
Ακόμα κι αν η Δύση είχε αποφασίσει να στριμώξει τη Ρωσία, θα έπρεπε να είχε προηγηθεί η μείωση της εξάρτησης από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες και εν συνεχεία να επιχειρηθεί η όποια κλιμάκωση. Διότι όπως αποδεικνύεται στην πράξη, τα σφάλματα της δυτικής στρατηγικής κατέστησαν όπλα στα χέρια της Μόσχας. Το ενεργειακό αδιέξοδο που προκλήθηκε, απειλώντας τη συνοχή του δυτικού συνασπισμού, είχε ξεκινήσει πριν ξεσπάσει ο πόλεμος για να μεγιστοποιηθεί μετά την έναρξη των επιχειρήσεων…
Ίσως λοιπόν, για τον λόγο αυτό, το Κρεμλίνο ακολούθησε τις συμβουλές του Θουκυδίδη ότι εάν η μακροπρόθεσμη εξέλιξη μιας ισορροπίας δεν σε ευνοεί, επιλέγεις να συγκρουστείς προτού αυτή διαταραχθεί. Ή αν προτιμάμε το γνωστό «use it or lose it» (χρησιμοποίησέ το πριν το χάσεις), του Ψυχρού Πολέμου, όπως έγινε γνωστό από τη δυτική συζήτηση περί πυρηνικής στρατηγικής-αποτροπής (nuclear strategy-deterrence).
Η ενέργεια ήταν επί δεκαετίες βασικό ρωσικό έσοδο και εργαλείο γεωπολιτικής βαρύτητας, το οποίο απειλούσε με εξουδετέρωση η «πράσινη μετάβαση». Γι’ αυτό η σύγκρουση στην Ουκρανία είχε καταστεί νομοτελειακή, προτού κανείς αντιληφθεί το γιατί.
Σε μεταγενέστερο σχόλιο θα επιχειρηθεί η ανάλυση της κατάστασης με βάση τις κινήσεις που θα ακολουθήσουν από τουρκικής πλευράς. Προς το παρόν, ας κρατήσουμε το αισιόδοξο. Ότι η Ελλάδα μπήκε στον στίβο για να εξυπηρετήσει τα οφθαλμοφανή συμφέροντα, που είτε δεν έβλεπε τόσα χρόνια, είτε παρίστανε πως δεν τα έβλεπε. Η κρίση και οι επιπτώσεις της στις Ένοπλες Δυνάμεις είναι ασφαλώς πειστική ερμηνεία. Δεν είναι όμως η μόνη. Διότι πέραν ισορροπιών και οργανωμένων συμφερόντων, θα πρέπει να εξεταστούν και οι προτεραιότητες της χώρας, όπως τις χαράζει το πολιτικό της σύστημα.