Ουρλιάζουν οι σειρήνες σκοτωμό, φρίκη, βιασμούς

5:30 το πρωί. Το σκοτάδι ίσα που διαλύεται στις πρώτες αχτίδες του ήλιου. Οι σειρήνες ουρλιάζουν θυμίζοντας τη θλιβερή επέτειο, όταν σχίστηκε στα δύο το νησί. Είναι η ώρα που ξεκινούσε η τουρκική εισβολή. Σε ξυπνά αυτός ο απόκοσμος ήχος και το θανατικό που συμβολίζει. Σε ξυπνά η ανατριχίλα του νεκροταφείου, των αγνοουμένων, των νεκρών ανάμεσα στα χαλάσματα. Οι κακοποιήσεις, οι φυλακές, ο πόλεμος, ο φόβος μήπως και επιστρέψουν…

Από: philenews.com / Δέσποινα Ψύλλου

Για τη Μαρία είναι σαν να της μπήγουν ένα μαχαίρι στα σπλάχνα. «Όλα ξυπνούν μέσα μου, κλαίω, βασανίζομαι. Ξαναζώ εκείνες τις φρικτές στιγμές και μαυρίζει η ψυχή μου. Είναι ένας εφιάλτης που δεν τελειώνει ποτέ». Ήταν ένα ανέμελο κορίτσι 14 χρονών που ζούσε σε χωριό της Αμμοχώστου. «Ο πατέρας μου ήταν κτηνοτρόφος και δεν ήθελε να εγκαταλείψει τα ζώα του όταν ξέσπασε το κακό. Έτσι μείναμε όλη η οικογένεια εγκλωβισμένη. Βγήκαμε στα περιβόλια, έξω από το χωριό. Ήμασταν εκεί κάπου 100 άτομα, τέσσερις ημέρες κρυμμένοι». Φωτοβολίδες έσκιζαν τη νύκτα κι ακούγονταν τανκς και σαματάς. Οι εισβολείς τους ζητούσαν να παραδοθούν αλλιώς θα τους σκότωναν.

«Μπήκαμε στο χωριό με τα χέρια ψηλά. Βλέπαμε ανθρώπους σκοτωμένους στο δρόμο. Μας μάζεψαν στην αυλή του σχολείου. Μας τραβούσαν απ’ εδώ και απ’ εκεί. Ξεχώρισαν άνδρες από γυναίκες, μωρά, ηλικιωμένους… Τον πατέρα μου τον πήραν αιχμάλωτο». Εκείνη, την εξάχρονη αδελφή της, τη μητέρα της και άλλες γυναίκες τις μετέφεραν στα τελευταία σπίτια του χωριού. «Επιάσαν με εμένα κι άλλες κορούδες και μας πήραν μέσα στα χωράφια θεοσκότεινα. Με τραβούσε η μάνα μου αλλά την κτυπούσαν με το κοντάκι. Με τράβηξαν με το ζόρι, έξω μακριά. Έφευγε ο ένας κι ερχόταν άλλος κι εγώ να αιμορραγώ, να παρακαλώ τον Θεό να με βοηθήσει, να φωνάζω. Έκαναν το κέφι τους και μας έπαιρναν πίσω». Κάθε νύκτα τα ίδια πράγματα. Συνέχισε η φρίκη για δύο-τρεις μήνες. Οι στρατιώτες γελούσαν μεταξύ τους. «Τα χέρια μου είναι σημαδεμένα από τα τσιγάρα τους που τα έσβηναν πάνω μου».

Μπορεί τα χρόνια να πέρασαν –εξηγεί σήμερα, στα 62 της χρόνια– «αλλά τα όσα δεινοπάθησα στα χέρια των Τούρκων, τα ζω κάθε στιγμή της ζωής μου. Στον ύπνο και στον ξύπνιο μου. Ένας ολοζώντανος εφιάλτης που με κατατρέχει παντού, τραύματα αθεράπευτα», λέει με λυγμούς. Με ψίθυρους εξηγεί: «Κανένας από την οικογένεια μου, εκτός από τη μητέρα μου που πέθανε, δεν ξέρει για τους βιασμούς. Το κράτησα καλά κρυμμένο και θα το πάρω στον τάφο μου. Είναι κάτι που με γεμίζει με ντροπή», εξομολογείται.

Πώς αυτή η γυναίκα, εκείνη η 14χρονη που κακοποιήθηκε και εξευτελίστηκε, θα συγχωρέσει το γεγονός ότι Ελλάδα και Κύπρος γνώριζαν για την εισβολή; Ότι είχαν λάβει ειδοποίηση για τις ενέργειες των τουρκικών δυνάμεων και δεν έκαναν τίποτα; Ότι παρακολουθούσαν τα βήματα του Αττίλα; Πώς θα αποδεχθεί την εγκληματική αδιαφορία της ηγεσίας των ενόπλων δυνάμεων στην Ελλάδα που στις επίμονες παρακλήσεις του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς (ΓΕΕΦ) απαντούσαν καθησυχαστικά «ότι πρόκειται για άσκηση των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και συνιστούσαν μέχρι τις 8:20 το πρωί της 20ής Ιουλίου 1974 “αυτοσυγκράτηση”, χρησιμοποιώντας έτσι έναν όρο άγνωστο μέχρι τότε στη στρατιωτική ορολογία…»;

ΥΓ: Η ολιγωρία και οι εγκληματικοί χειρισμοί καταγράφονται στο Πόρισμα «Φακέλου της Κύπρου», της Ελληνικής Βουλής.

Νεότερη Παλαιότερη
--------------
Ακούστε το τελευταίο ηχητικό από τη ΜΕΣΗ ΓΡΑΜΜΗ


Η Freepen.gr ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει για τα άρθρα / αναρτήσεις που δημοσιεύονται και απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους και δε σημαίνει πως τα υιοθετεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών ή ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα, επικοινωνήστε μέσω e-mail