Αυτό το νέο φοβικό σύνδρομο της πείνας, μας δίνει την ευκαιρία να ανατρέξουμε στο παρελθόν και να δούμε γιατί, ως χώρα, είμαστε αδύναμοι να απαντήσουμε σε αυτήν την πρόκληση, παρότι έχουμε τεράστιες δυνατότητες αυτοσυντήρησης.
Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και της ΠΑΣΕΓΕΣ, το 1957 η Ελλάδα ήταν αυτάρκης σε μαλακό σιτάρι με την ποικιλία Γ 38290. Μάλιστα τότε δημιουργήθηκε και το ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΣΙΤΗΡΩΝ , που μετονομάστηκε αργότερα σε ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ.
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1990, καλλιεργούνταν 7.517.747 στρέμματα ( παραγωγή 2.106.270 τόνων) με μαλακό σιτάρι στην Ελλάδα τα οποία μειώθηκαν το 2001 σε 1.682.273 στρέμματα, με παραγωγή 442.060 τόνων!!!!(αυτό το σημείο να το προσέξουν αυτοί που λόγω εγκεφαλικής πλύσης, διατυμπανίζουν πως όλα τα κακά μας βρήκαν μετά το 2004).
Η τεράστια μείωση της παραγωγής, (με παράλληλη καταβολή επιδοτήσεων, όπου επιδότηση=παράλυση παραγωγικού δυναμικού) του ελληνικού μαλακού σιταριού και του κριθαριού αύξησε σημαντικά την εισαγωγή τους και οδήγησε σε μεγάλο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου στον κλάδο των δημητριακών, που έφτασε το 2008 τα 365 εκατ. ευρώ, ενώ και το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου στον κλάδο των ζωοτροφών έφτασε την ίδια χρονιά στα 354 εκατομμύρια ευρώ.
Σήμερα, εισάγουμε ετησίως μαλακό σιτάρι, από το οποίο γίνεται το ψωμί, πάνω από 1.000.000 τόνους αξίας εκατομμυρίων ευρώ, κυρίως από χώρες όπως η Ρωσία, η Γαλλία και η Ουκρανία.
Αυτά τα λίγα, για να ξέρουμε γιατί θα πάθουμε ότι έχουν προγραμματίσει «οι άλλοι» να πάθουμε…