Από την αρχή της πανδημίας ξέραμε ότι στη χώρα μας υπήρχαν κάμποσα σοβαρά προβλήματα, τα οποία αργά ή γρήγορα θα τα βρίσκαμε μπροστά μας.
Από: Το Ποντίκι - Σταύρος Χριστακόπουλος
Στην πορεία προστέθηκαν κι άλλα, με αποτέλεσμα η διαχείριση της πρωτοφανούς υγειονομικής κρίσης να αφήσει πίσω της περισσότερα συντρίμμια απ’ όσα θα άφηνε είτε εάν ήμασταν μια πιο «κανονική» χώρα είτε εάν η κυβέρνηση φρόντιζε να εκπονήσει ένα πιο ορθολογικό, ρεαλιστικό και εφαρμόσιμο σχέδιο με ξεκάθαρους στόχους.
Ελλείψεις και λάθη επιδείνωσαν μια κατάσταση που θα μπορούσε να έχει εξελιχθεί πιο ομαλά δεδομένου ότι η Ελλάδα έχει μια οικονομία που τους χειμερινούς μήνες είναι κλειστή, χωρίς μεγάλες αλληλεπιδράσεις με το εξωτερικό.
Αυτό άλλωστε ήταν το στοιχείο που είχε βοηθήσει ίσως περισσότερο από
κάθε άλλο στην έναρξη της πανδημίας το 2020 ώστε το πρώτο λοκντάουν να
στεφθεί από απόλυτη επιτυχία.
Όμως έκτοτε τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν
κατά το επιθυμητό – αντιθέτως – και σε αυτό συνέβαλαν αρκετοί
παράγοντες και μοντέλα διαχείρισης που δεν επέτρεψαν μια ανάλογη
επιτυχία τον χειμώνα που μας πέρασε.
ΕΣΥ χωρίς ενίσχυση
Ήταν εξαρχής προφανές ότι το Εθνικό Σύστημα Υγείας δεν βρισκόταν
σε καλή κατάσταση. Η διάλυση που υπέστη στη διάρκεια των μνημονίων είχε
θεραπευτεί μόνο εν μέρει, αφού η τρόικα άργησε να διαπιστώσει το
πρόβλημα και να δώσει το ΟΚ στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Από
την αρχή της κρίσης έως σήμερα συζητάμε διαρκώς τον αριθμό των ΜΕΘ, τις
ελλείψεις σε προσωπικό, την κακή – σε πολλές περιπτώσεις – οργάνωση των
νοσοκομείων κ.λπ. Η κυβέρνηση ωστόσο δεν έκανε κάτι ουσιώδες για να τα
ενισχύσει. Όχι μόνο επειδή αρχικά πίστευε ότι η πανδημία έχει σύντομη
ημερομηνία λήξης. Αλλά και διότι, όπως κάθε φιλελεύθερη κυβέρνηση, θέλει
το κράτος «τόσο όσο». Κοινώς ένα δημόσιο σύστημα Υγείας φτιάχνεται για
να ανταποκρίνεται σε «κανονικές» και όχι σε έκτακτες συνθήκες.
Ποιο είναι το πρόβλημα; Ότι το δικό μας σύστημα ήταν και
παραμένει προβληματικό ακόμη και για τη διαχείριση των «κανονικών»
περιόδων. Ως εκ τούτου τώρα πια η μόνη ελπίδα ουσιαστικής ενίσχυσής του
είναι τα κονδύλια του ταμείου ανάκαμψης. Το ερώτημα είναι αν υπάρχει
πολιτική βούληση – αν και το ποντάρισμα σε αυτήν δεν θα το θεωρούσαμε
ιδιαίτερα αποδοτικό…
Ανύπαρκτη πρόληψη
Στον τομέα της πρόληψης τα πράγματα πήγαν κατά κρημνών κυρίως επειδή η κυβέρνηση ουδέποτε αποφάσισε τι ακριβώς θέλει να κάνει.
● Μπέρδεψε την πολιτική διαχείριση (να μην προκαλέσει δυσαρέσκεια με τους περιορισμούς που επέβαλε) με την υγειονομική.
● Έκλεισε την οικονομία ενώ άφηνε τον κόσμο να κυκλοφορεί.
● Έπαιρνε ακατανόητα και άχρηστα περιοριστικά μέτρα, τα οποία ελάχιστοι τηρούσαν.
●
Έχασε την ευκαιρία να επιβάλει το φθινόπωρο ένα σκληρό λοκντάουν, το
οποίο θα έφερνε γρήγορο αποτέλεσμα και θα επέτρεπε στην οικονομία να
λειτουργήσει περισσότερο.
Από την άλλη υπήρχε μια κοινωνία εξαιρετικά
ατομιστική και μια νεολαία της οποίας ο… τράχηλος λοκντάουν δεν
υπομένει. Ήρθαν τα περιττά μέτρα, προέκυψε η συστηματική καταστρατήγησή
τους από πρωθυπουργό, υπουργούς και λοιπούς αξιωματούχους και το γλυκό
έδεσε.
Κερασάκι στην τούρτα η αστυνομική αθλιότητα στη Νέα Σμύρνη, η
οποία επέφερε την πλήρη απαξίωση των περιορισμών, αλλά και την πλήρη
εγκατάλειψη των ελέγχων τήρησης των μέτρων. Θρίαμβος!
Επιτελική αποτυχία
Ένα από τα μεγαλύτερα ελλείμματα ήταν εξαρχής η απουσία
επιδημιολογικής επιτήρησης. Ακόμη και σε λίγα κρούσματα η ιχνηλάτηση
ήταν κοντά στο μηδέν. Αν προσθέσουμε αυτό το πρόβλημα στην εγκατάλειψη
και μη αξιοποίηση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, αντιλαμβανόμαστε
γιατί το κύμα έσκασε κατευθείαν πάνω στα νοσοκομεία.
Η διαχείριση της επιτροπής των εμπειρογνωμόνων του υπουργείου
Υγείας ήταν η χειρότερη δυνατή. Η κυβέρνηση, λειτουργώντας με την
πολλαπλώς αποτυχημένη «επιτελική» λογική, αποφάσισε, κόντρα στην
επιτυχημένη συνταγή του πρώτου κύματος, να χειραγωγήσει την επιτροπή σαν
να επρόκειτο για μια ομάδα χωρίς βούληση, η οποία απλώς θα
δικαιολογούσε τις κυβερνητικές επιλογές.
Με τα πολλά η επιτροπή απαξιώθηκε, η κυβέρνηση εκτέθηκε, οι
πολίτες μπερδεύτηκαν και χάθηκαν στις αντιφάσεις και η όποια αξιοπιστία
των λοκντάουν πήγε περίπατο. Αυτή η απώλεια κύρους ήταν το λίπασμα που
έθρεψε και θέριεψε τη μαζική παράβαση των μέτρων από μια κοινωνία που
ήδη από τον Νοέμβριο είχε δείξει ότι δύσκολα θα αυτοπειθαρχούσε.
Μαχαιρώματα μεταξύ υπουργών
Το τελειωτικό χτύπημα στην αξιοπιστία των κυβερνητικών χειρισμών δόθηκε από τις διαρκείς διαφωνίες μεταξύ των υπουργών. Σαν να μην αρκούσαν οι ελλείψεις του ΕΣΥ, οι πιο μεταδοτικές μεταλλάξεις του κορωνοϊού και η απουσία συγκροτημένου σχεδίου διαχείρισης της πανδημίας – για την ακρίβεια εξαιτίας αυτού του τελευταίου –, κάθε υπουργός βαρούσε το δικό του νταούλι.
Άλλος ήθελε σκληρό λοκντάουν, άλλος λιγότερο σκληρό, άλλος μερικό
άνοιγμα της αγοράς και άλλος πλήρες. Συνταγή εξασφαλισμένης αποτυχίας.
Πάλι
καλά που τα εμβόλια, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, είναι πιθανό ότι
θα δώσουν σχετικά σύντομα τη λύση. Έστω κι αν δεν ξέρουμε εάν θα
προλάβουμε τον καλοκαιρινό τουρισμό ή εάν θα χρειαστεί νέος κύκλος
εμβολιασμού πριν τελειώσει ο τρέχων. Αλλά γι’ αυτά έχουμε καιρό…