Από: truestory.gr
Ι. Οι Μεγάλες Δυνάμεις
Η πολιτική, την οποία ακολούθησαν οι Μεγάλες Δυνάμεις μετά την έξωση του Όθωνα τον Οκτώβριο του 1862, κινήθηκε ανάμεσα σε δύο άξονες: O ένας συνίστατο στη διατήρηση της ειρήνης στην περιοχή, με την υιοθέτηση από το ελληνικό κράτος πολιτικής μη διεκδικητικής σε βάρος της Τουρκίας και ο άλλος, στη διατήρηση του θεσμού της μοναρχίας, που θα εξασφάλιζε τον πληρέστερο και αποτελεσματικότερο έλεγχο της Δύσης και θα διευκόλυνε την ικανότητα διείσδυσης των ξένων Δυνάμεων στην ελληνική πολιτική ζωή[1].
Για το λόγο αυτό, η καθεστωτική μεταβολή στην Ελλάδα αντιμετωπίστηκε κατ’ αρχήν αμήχανα από τις Μεγάλες Δυνάμεις [2], οι οποίες δεν επιθυμούσαν ριζικές αλλαγές, που θα έθεταν σε κίνδυνο τα συμφέροντά τους στην περιοχή. Το επίμαχο όμως ζήτημα της διαδοχής και κυρίως του θρησκεύματος του διαδόχου παρέμενε άλυτο. Το γεγονός ότι η πολιτική του εκθρονισμένου βαυαρού μονάρχη είχε προκαλέσει ευρεία δυσαρέσκεια ήταν αποδεκτό και από τις τρείς «Μεγάλες Δυνάμεις», Μ.Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία. Η Ρωσία θεωρούσε το θέμα της διαδοχής μείζον και πρότεινε την πλήρη συμμόρφωση με το άρθρο 40 του ελληνικού Συντάγματος, που επέβαλλε στο διάδοχο να πρεσβεύει το ανατολικό ορθόδοξο δόγμα.[3]. Η στάση αυτή της Ρωσίας θεωρήθηκε ιδιαίτερα ύποπτη από τους Βρετανούς, επειδή έκριναν πως με αυτόν τον τρόπο «φωτογραφιζόταν» ο ευνοούμενος του Τσάρου, Νικόλαος του Λόϊχτενμπεργκ. Μετετράπησαν λοιπόν σε «απρόθυμους» υποστηρικτές του Όθωνα και των Βαυαρών[4]. Εντούτοις, όπως υποστηρίχθηκε[5], οι Βρετανοί μόνο ηθική υποστήριξη μπορούσαν να του προσφέρουν, και αυτό ως αντάλλαγμα μιάς ελεύθερης κυβέρνησης που του είχε υποδειχθεί να αποδεχθεί, υπενθυμίζοντας στη Ρωσία πως ο διάδοχος δεν ήταν υποχρεωμένος να αλλάξει το θρήσκευμά του, παρά μόνο κατά την ενθρόνισή του[6] και συμβουλεύοντας, παράλληλα, τους Βαυαρούς ότι ο Louis, ο μεγαλύτερος από τους γιούς του Λουϊτπόλδου, θα ήταν πιθανότατα ο διάδοχος και ως εκ τούτου θα έπρεπε να επισκεφθεί την Ελλάδα για να κερδίσει τη συμπάθεια του ελληνικού λαού.
Η αναζήτηση όμως του νέου μονάρχη έμελλε να αποδειχθεί επίπονη και χρονοβόρα, θυμίζοντας τις προσπάθειες που είχαν προηγηθεί της ενθρόνισης του Όθωνα. Ο ελληνικός θρόνος ήταν ήδη επιβαρυμένος με μία έξωση και, ως εκ τούτου, δεν ήσαν πολλοί εκείνοι που δέχονταν να υποβάλουν υποψηφιότητα.
ΙΙ. Η αδιέξοδη εκλογή του Αλφρέδου και ο ρόλος
Η πρώτη αναφορά στον Πρίγκηπα Αλφρέδο (1844-1900), το δευτερότοκο γιό της Βασίλισσας Βικτωρίας και μετέπειτα Δούκα του Edinburgh, έγινε από την ελληνική εφημερίδα «Βρετανικός Αστήρ» (British Star) που εκδίδετο στο Λονδίνο από τον Στέφανο Ξένο[7]. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, η Βρετανική Κυβέρνηση δεν αντιμετώπιζε ευνοϊκά το θέμα της υποψηφιότητάς του για τον ελληνικό θρόνο[8]. Οι Έλληνες αντίθετα εξέταζαν σοβαρότατα το ενδεχόμενο εκλογής Βρετανού πρίγκηπα.
Η σημασία που απέδιδαν οι Άγγλοι στο θέμα της διαδοχής και της εκλογής αρεστού σ’ εκείνους διαδόχου, διαφάνηκε και από την πρόταση του απεσταλμένου της βρετανικής κυβέρνησης στην Αθήνα, Scarlett, για την άμεση κατάληψη του Πειραιά από βρετανικές και γαλλικές δυνάμεις ενόψει βέβαια της «ανεπιθύμητης» υποψηφιότητας Leuchtenberg.[9] Στην προσπάθειά τους μάλιστα να αποκλείσουν το Ρώσσο υποψήφιο επικαλέστηκαν υπογραφείσες Συνθήκες και Πρωτόκολλα, γεγονός που δείχνει πως ήσαν διατεθειμένοι να «θυσιάσουν[10]» την υποψηφιότητα του Αλφρέδου, επειδή σε περίπτωση τελικής επιλογής ανάμεσα στους δύο, το ορθόδοξο θρήσκευμα του πρώτου θα τον έφερνε πιο κοντά στον ελληνικό θρόνο.
Αντίθετα οι Ρώσοι δεν θεωρούσαν το θέμα της εθνικότητας «άκαμπτο», εφόσον αυτό θα μπορούσε να λυθεί «κοινή συναινέσει». Για προφανείς λόγους όμως επέμεναν πως «ο μελλοντικός βασιλιάς της Ελλάδος πρέπει να είναι ορθόδοξος[11]»
Είναι γεγονός ότι οι βρετανοί βρίσκονταν σε «άβολη» θέση, εφόσον από τη μία έπρεπε να υπενθυμίζουν στους Έλληνες την κυρίαρχη εξουσία της Εθνοσυνέλευσης και την ανεξάρτητη βούληση με την οποία θα έπρεπε να ληφθούν οι αποφάσεις της που αφορούσαν στη διαδοχή και από την άλλη να περιορίζουν την εξουσία της επικαλούμενοι τις δικές τους συμβατικές υποχρεώσεις. Παρέβλεπαν, σκόπιμα βέβαια, πως οι τελευταίες δεν μπορούσαν να δεσμέυουν την Ελλάδα εφόσον εκείνη δεν ανήκε στα συμβληθέντα μέρη.
Το σχέδιο των Άγγλων να αποκλείσουν πάση θυσία τον Δούκα του Leuchtenberg, για την υποψηφιότητα του οποίου δεν έφερνε αντιρρήσεις και η Αυστρία[12], συνοδεύτηκε από καταιγισμό οδηγιών προς τους πρεσβευτές της, με εντολή να υπενθυμίζουν στις κυβερνήσεις στις οποίες ήσαν διαπιστευμένοι τις συμβατικές υποχρεώσεις των τριών Δυνάμεων[13]. Προειδοποίησαν μάλιστα ότι σε περίπτωση που επελέγετο ο Δούκας του Leuchtenberg, η Μ.Βρετανία δεν θα τον αναγνώριζε[14]. Με τον τρόπο αυτό προσπαθούσαν να κερδίσουν χρόνο, βολιδοσκοπώντας παράλληλα τους υποψηφίους που θα εξυπηρετούσαν τα αγγλικά συμφέροντα. Έτσι, παρουσιάστηκαν ως πιθανές «λύσεις» οι υποψηφιότητες του Δούκα της Αόστα (γιού του Ιταλού αυτοκράτορα Βίκτωρος Εμμανουήλ) η εκλογή του οποίου δεν τους ικανοποιούσε[15] και του γιού του βασιλιά των Βέλγων, Φιλίππου.
Η επιθυμία όμως των Ελλήνων για την εκλογή του Αλφρέδου διατυπώθηκε και επίσημα από τον Χ.Τρικούπη[16]. Ο τελευταίος, μάλιστα, απέρριψε την υποψηφιότητα του αδελφού του αυτοκράτορα της Αυστρίας, Αρχιδούκα Φερδινάνδου Μαξιμιλιανού, επειδή η εκλογή ενός Αυστριακού θα ήταν ανεπιθύμητη στην Ελλάδα λόγω της αντίθεσης των αυστριακών προς την ελληνική ανεξαρτησία. Προτάθηκαν ακόμα τα ονόματα του Πρίγκηπα Όσκαρ της Σουηδίας (από το Russell) και του Βασιλιά της Πορτογαλίας (από τον Τρικούπη), χωρίς να ληφθεί καμμία απόφαση[17]. Οι Γάλλοι την ίδια στιγμή έδειχναν να προωθούν την υποψηφιότητα του Πρίγκηπα Ναπολέοντα. Ήσαν απρόθυμοι να δεσμευτούν σε κοινή διακήρυξη με τις άλλες Δυνάμεις, ότι δεν θα υπεστήριζαν υποψήφιο που θα είχε «κώλυμα εκλογιμότητος» εξαιτίας των δεσμεύσεων του 1827 και 1832.
Σχετικά με την υποψηφιότητα του Αλφρέδου, οι Γάλλοι πίστευαν πως, εάν αυτή πραγματοποιούνταν, θα μεταβάλλετο ο συσχετισμός των δυνάμεων στην Ανατολή. Αυτός όμως ήταν και ο φόβος των Άγγλων: η ανάρρηση στο θρόνο του Leuchtenberg, ενός Πρίγκηπα που συνδεόταν με τον Οίκο των Romanoff, θα έθετε σε κίνδυνο την εδαφική ακεραιότητα της Τουρκίας[18].
Την ίδια όμως στιγμή η αγγλική ικανοποίηση για την εμπιστοσύνη των Ελλήνων στο πρόσωπο του Αλφρέδου, που είχε εκφραστεί πολλές φορές[19], είχε δώσει το στίγμα της λύσης που έπρεπε να δοθεί: εφόσον οι Έλληνες προτιμούσαν Άγγλο ηγεμόνα, επιθυμία που η πραγματοποίησή της ήταν ανέφικτη, τότε θα ήσαν διατεθειμένοι να αποδεχθούν κάποιον που θα τους υπεδείκνυαν οι Άγγλοι.΄Ετσι, η ανεύρεσή του έπρεπε να ανατεθεί κατ’ αποκλειστικότητα στους τελευταίους, οι οποίοι βέβαια θα έπρεπε να λάβουν υπόψη σε κάποιο βαθμό και τη γνώμη των ενδιαφερομένων Ελλήνων, δεδομένου ότι η επιλογή για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα δεν μπορούσε να αγνοήσει πλήρως τη γνώμη τους.
Έτσι ο Μαυροκορδάτος σε συνομιλία που είχε με τον απεσταλμένο του Scarlett, Rumbold, δεν απέρριψε την πιθανότητα επιλογής υποψηφίου από τον Οίκο των Gotha, ενώ αντίθετα διαφώνησε με την υποψηφιότητα του Κόμη της Φλάνδρας, οποιουδήποτε Ιταλού Πρίγκηπα και του Βασιλιά Consort της Πορτογαλίας. Αντιθέτως, δεν απέκλεισε την επιλογή του Δούκα του Leuchtenberg. Μοιραία επομένως η υποψηφιότητα του Δούκα του Leuchtenberg εξακολουθούσε να παραμένει απειλή για τα αγγλικά συμφέροντα[20].
Μετά, όμως, από αγγλικές έρευνες και πιέσεις και παρά το γεγονός ότι οι Ρώσοι αρχικά υπεστήριζαν ότι ο Δούκας του Leuchtenberg είχε βαυαρική καταγωγή[21], παραδέχτηκαν τελικά πως πράγματι ήταν μέλος της Ρωσικής Αυτοκρατορικής οικογένειας[22].
ΙΙΙ. Το δημοψήφισμα και ο ρόλος της Αγγλίας ως αναδόχου του ελληνικού θρόνου
Ο ενθουσιασμός όμως των Ελλήνων για τον Αλφρέδο και η βεβαιότητά τους πως η ανάρρησή του στο θρόνο ήταν δεδομένη, οδήγησε την Προσωρινή Κυβέρνηση να ξεπεράσει τα όρια της εντολής που της είχε ανατεθεί και « Λαβούσα υπ’ όψιν την πανταχόθεν πολυειδώς δηλωθείσαν θέλησιν του Ελληνικού Λαού, ίνα προβή αυτός ούτος αμέσως εις την εκλογήν βασιλέως» να προκηρύξει με ψήφισμά της (19 Νοεμβρίου 1862) και πριν από τη σύγκληση της Εθνικής Συνελεύσεως δημοψήφισμα για την εκλογή βασιλιά. Θέλησε με αυτό τον τρόπο να καταγράψει τη βούληση του εκλογικού σώματος κατά τρόπο άμεσο[23].Δεν ορίστηκε ενιαία ημέρα ψηφοφορίας για όλη την επικράτεια, αλλά δόθηκε σε κάθε δήμο προθεσμία δέκα ημερών που θα άρχιζε από την τρίτη ημέρα της δημοσίευσης του ψηφίσματος σε καθέναν απ’ αυτούς. Δεν προβλέφθηκε υποβολή υποψηφιοτήτων, αλλά το όνομα του υποψηφίου γραφόταν από τους εκλογείς στο δημόσιο Πρωτόκολλο[24]. Δικαίωμα ψήφου είχε κάθε Έλληνας πολίτης που είχε συμπληρώσει το εικοστό έτος της ηλικίας του.
Η διενέργεια του δημοψηφίσματος, όπως ήταν φυσικό, ξεπέρασε τις προβλέψεις των Δυνάμεων. Όπως ήταν αναμενόμενο, το δημοψήφισμα για την εκλογή του μελλοντικού βασιλιά μεταβλήθηκε σε «νομιμοποίηση» της ήδη ευρύτατης αποδοχής που υπήρχε για τον Αλφρέδο. Τα αποτελέσματα ήταν συντριπτικά υπέρ του Αλφρέδου και είχαν ως ακολούθως:
Ο Ηγεμονόπαις Αλφρέδος | 230.016 |
Ο Ηγεμονόπαις Λάυχτεμβεργ | 2.400 |
Ορθόδοξός τις | 1.917 |
Αλέξανδρος της Ρωσσίας | 1.841 |
Νικόλαος της Ρωσσίας | 1.821 |
Απλώς Βασιλεύς | 1.763 |
Νικόλαος Βασιλεύς ορθόδοξος | 1.741 |
Ζήτωσαν αι Τρεις Δυνάμεις | 482 |
Κωνσταντίνος της Ρωσσίας | 478 |
Πρίγκηψ Ναπολέων | 345 |
Εκ της Αυτοκρατορικής Αυλής της Γαλλίας | 246 |
Πρίγκηψ Ρώσσος | 14 |
Δημοκρατία | 93 |
Αμεδαίος της Ιταλίας[25] | 15 |
Εκ της Αυτοκρατορικής Αυλής της Ρωσσίας | 9 |
Ρωμανώφ | 8 |
Κόμης Φλάνδρας | 7 |
Γουλιέλμος Δανιμαρκίας | 6 |
Υψηλάντης | 6 |
Γαριβάλδης | 3 |
Ωμάλ[26] | 3 |
Μέγας Ναπολέων | 2 |
Πρίγκηψ Σουηδίας | 2 |
Πρίγκηψ Ζοαμβίλ | 1 |
Βασιλεύς Εϋνάρδος[27] | 1 |
Μακ-Μαών[28] | 1 |
Όθων | 1 |
Είναι χαρακτηριστικό πως ενώ οι ψηφοφόροι είχαν κληθεί να αναγράψουν στο ψηφοδέλτιο το όνομα του υποψηφίου της προτίμησής τους, σε αρκετές περιπτώσεις εξέφρασαν δια της ψήφου των την ιδεολογική (απλώς βασιλεύς, δημοκρατία), την πολιτική (Ζήτωσαν αι Τρεις Δυνάμεις, εκ της Αυτοκρατορικής Αυλής της Γαλλίας, Πρίγκηψ Ρώσσος, εκ της Αυτοκρατορικής Αυλής της Ρωσσίας) και τη θρησκευτική («ορθόδοξός τις») τους προτίμηση δίνοντας με τον τρόπο αυτό προτεραιότητα στο χαρακτήρα της ψήφου τους παρά στο ουσιαστικό της περιεχόμενο.
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος βέβαια δεν ερχόταν σε αντίθεση με το αγγλικό «σχέδιο». Κάθε άλλο. Κατέστησε πλέον στα μάτια της Γαλλίας και της Ρωσίας, προφανή την βούληση του Ελληνικού λαού για την επιλογή της Αγγλίας ως «αναδόχου» στο θέμα της αναζήτησης του νέου μονάρχη[29]. Oι σκέψεις του Elliot ήσαν σ’ αυτό το σημείο αποκαλυπτικές:
«Η εξασφαλισμένη επιρροή μας εξαιτίας του Αλφρέδου δεν σημαίνει πως θα πρέπει να καθυστερήσουμε στην ανεύρεση μονάρχη, δεδομένου του γεγονότος ότι οι Έλληνες επιθυμούν πλέον κάποιον που να έχει εξασφαλισμένη την υποστήριξη της Μ.Βρεταννίας»[30]. Παρά το γεγονός όμως πως οι Έλληνες είχαν ειδοποιηθεί πως η εκλογή του Αλφρέδου δεν ήταν δυνατό να γίνει αποδεκτή από την Αγγλία, την τελευταία στιγμή απετράπη αποστολή αντιπροσωπείας η οποία θα προσέφερε το στέμμα στον εκλεγέντα βασιλιά[31].
ΙV. Η ελληνική αντίδραση και οι λοιποί υποψήφιοι
Στις 22 Ιανουαρίου 1863 όμως η Εθνοσυνέλευση, παρακάμπτοντας τις επιταγές των Δυνάμεων προέβη σε μία πράξη «αντιστασιακού» χαρακτήρα[32]: Ανακήρυξε τον Αλφρέδο Συνταγματικό Βασιλιά των Ελλήνων[33], παρά το γεγονός ότι ο Τρικούπης είχε ήδη τηλεγραφήσει από τις 28/11 πως το το θέμα της υποψηφιότητος του Αλφρέδου έπρεπε να θεωρείται λήξαν [34]. Μαζί με το Μαυροκορδάτο μάλιστα κατηγόρησε ευθέως την Αγγλία πως: « …Είναι πλέον εκείνη που έχει την αποκλειστική ευθύνη για τον κίνδυνο εγκαθίδρυσης στην Ελλάδα δημοκρατικού πολιτεύματος, όπως επίσης και για την τυχόν «ανάφλεξη» στις τουρκικές επαρχίες»[35].
Η απόφαση όμως για τη μη αποδοχή του στέμματος από τον Αλφρέδο είχε ήδη ληφθεί και το ενδιαφέρον έπρεπε να στραφεί σε άλλους υποψήφιους. Έτσι, μετά τις αποτυχημένες βολιδοσκοπήσεις στον Πρίγκηπα Ερρίκο της Ολλανδίας, στον Πρίγκηπα Όσκαρ της Σουηδίας, στον Βασιλιά Φερδινάνδο της Πορτογαλίας, στον Πρίγκηπα Αλέξανδρο του Hesse–Darmstadt, οι Άγγλοι πρότειναν την άμεση εκλογή του Ερνέστου Β΄, Δούκα του Saxe–Coburg–Gotha, αδερφού του Πρίγκηπα Consort, ανηψιού του βασιλιά των Βέλγων, επιλογή όμως που τελικά δεν ευδοκίμησε.
Την ίδια τύχη είχαν και οι υποψηφιότητες του Πρίγκηπα William του Baden, του Πρίγκηπα Hohenzollern–Sigmaringen, του Μεγάλου Δούκα Κωνσταντίνου, του Δούκα του Aumâle, του Πρίγκηπα Νικολάου του Nassau, του Πρίγκηπα Carignan, του Πρίγκηπα Waldemar του Schleswig–Holstein–Augustenburg, του Πρίγκηπα Φρειδερίκου-Καρόλου της Πρωσσίας, του Υψηλάντη, του Δούκα του Brebaut, του Πρίγκηπα Φρειδερίκου του Holstein, του Μεγάλου Δούκα του Oldenburg και του Πρίγκηπα Αμεδαίου της Ιταλίας, του Gladstone, του λόρδου Stanley, του κυβερνήτη της Ν. Ζηλανδίας Sir George Grey, καθώς και του ανηψιού της βασίλισσας Βικτώριας πρίγκηπα Ερνέστου του Leiningen.
Είναι, λοιπόν, φανερό, πως η αναγόρευση της Μ.Βρετανίας σε ανάδοχο του ελληνικού στέμματος, δεν είχε περιορίσει μόνο τον κατάλογο των υποψηφίων για τον ελληνικό θρόνο με άμεση συνέπεια την παράταση της αβεβαιότητας, αλλά οι συνεχείς απορρίψεις κάποιων υποψηφιοτήτων από τους βρετανούς ή η μη αποδοχή κάποιων άλλων από τους εκάστοτε προταθέντες, είχαν άμεση επίπτωση και στην οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, τη στιγμή μάλιστα που η τελευταία είχε περιοριστεί σε ρόλο θεατή των εξελίξεων.
[1] Βλ. εκτενέστερα Χ.Χ.Κύρκου, «Η Β΄ εν Αθήναις Εθνική των Ελλήνων Συνέλευσις. Οι ιστορικοπολιτικοί στόχοι της Εθνοσυνέλευσης και ο βετανικός παράγοντας»
[2] Ο Scarlett ρώτησε τον Russell, αν θα έπρεπε να αναγνωρίσει την Προσωρινή Κυβέρνηση προτείνοντας ταυτόχρονα αποκλεισμό του λιμανιού του Πειραιά από το βρετανικό και γαλλικό στόλο προς αποφυγή τυχόν επικινδύνων επακολούθων. P.R.O.-F.O. ό.π. No.33 και No.34: “ The new installed Minister of Foreign Affairs M.Diamantopoulos, has evinced already the desire to be placed in relations with me as Her Majesty’s Minister in Greece. I shall, of course, decline all official relations with him and his colleagues, and await only your Lordship’s instructions as to whether I ought to leave Athens……..My own impression is that the immediate occupation of the Piraeus by French and British troops is the only safe mode of preventing evil consequences”. Ο Drouyn de Lhuys, εξάλλου, δεν έδωσε σαφή απάντηση στο Χ.Τρικούπη, «…μη εγκρίνων μηδέ απορρίπτων την παρούσα εν Ελλάδι κατάστασιν». P.R.O.-F.O., ό.π., Νο 43.
[3] P.R.O.- F.O., 286/204, αρ. 15 και 16, 1η και 2α Μαϊου 1861[Russell to Wyse].
[4] « Είμαι χαρούμενος πως η “Προκήρυξη” δεν αποκλείει τη Βαυαρική γραμμή (ενν. βαυαρό πρίγκηπα» P.R.O.-F.O.421/14, Νο 38, 3/11/1862 [Russell to Scarlett]
[5] E.Prevelakis, ό.π., σ.18.
[6] P.R.O.-F.O., 286/204, No. 97[ Russell to Napier]
[7] Βρεταννικός Αστήρ, 14 Μαρτίου και 2 Μαϊου 1861
[8] Ό.π., και P.R.O. F.O. 32/294, αρ. 47 [Wyse to Russell]
[9] P.R.O.-F.O., 421/14, No 34,[Scarlett to Russell]
[10] « Κοινή εντύπωση είναι πως ο φόβος της εκλογής του Δούκα του Leuchtenberg είναι που ανάγκασε την Κυβέρνηση της Αυτής Μεγαλειότητός Της στην υπογραφή της Διακήρυξης στην οποία «αναβιώνει» η ισχύς των προηγουμένων δεσμεύσεων».P.R.O.-F.O., 421/14, Νο 337
[11] P.R.O.-F.O., 421/14, No 81, [Napier to Russell], αναφερόμενος στη συνάντησή του με τον αντικαγκελάριο και Υπουργό Εξωτερικών της Ρωσίας, Alexandr Mikhailovich Gortchakoff.
[12] P.R.O.-F.O., 421/14, No 97, Εμπιστευτική επιστολή του Cowley στον Russell, που αφορά σε συνομιλία του με τον πρίγκηπα Metternich
[13] « Ο Πρίγκηπας Αλφρέδος και ο Δούκας του Leuchtenberg εξαιρούνται από τον ελληνικό θρόνο. Η Κυβέρνηση της Αυτής Μεγαλειότητος θα επικοινωνήσει με τις Κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Ρωσσίας όσον αφορά σε άλλους υποψηφίους που θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτοί στην Ελλάδα»P.R.O.-F.O., 421/14, 6/11/1862,[Russell to Scarlett], « Η γνώμη της (αγγλικής) Κυβέρνησης είναι πως οι Έλληνες οφείλουν να μη εκλέξουν βασιλιά που θα ανήκει στις βασιλικές οικογένειες των Κρατών που υπέγραψαν τη Συνθήκη του Ιουλίου 1827, όπως είναι η Αυτού Βασιλική Υψηλότης ο Πρίγκηψ Αλφρέδος και η Αυτού Αυτοκρατορική Υψηλότης ο Δουξ του Leuchtenberg».P.R.O.-F.O., 421/14, No 91, 12/11/1862, Memorandum του Russell, και P.R.O.-F.O., 421/14, No 84,10/11/1862,[Russell to Napier] και P.R.O.-F.O., No 65, 8/11/1862,[Russell to Cowley]
[14] P.R.O.-F.O., 421/14, No 91, 12/11/1862, Memorandum του Russell
[15] P.R.O.-F.O., 421/14, No 91, 12/11/1862, Memorandum του Russell
[16] « Η επιθυμία της Ελλάδος είναι να ικανοποιήσει την Αγγλία. Η εκλογή του Αλφρέδου, θα είναι η πλέον δημοφιλής στην Ελλάδα».P.R.O.-F.O., 421/14, No 91, Memorandum, 12/11/1862
[17] P.R.O.-F.O., 421/14, No 91, 12/11/1862, Memorandum του Russell
[18] P.R.O.-F.O., 421/14, No 128, Άκρως Εμπιστευτικό [Cowley to Russell]
[19] Ι.Α.Υπ.Εξ., Φάκελλος αακ,Γ, αριθ.147, 22/11-04/12/1862, [Τρικούπης προς Διαμαντόπουλο] και P.R.O.-F.O., 421/14, No 209 [Russell to Scarlett] και P.R.O.-F.O., 421/14, Inclosure in No 212, Εμπιστευτικό, [Scarlett to Russell].
[20] P.R.O.-F.O., ό.π.
[21] P.R.O.-F.O., 421/14, No 204, 04/12/1862 [Russell to Brunnow], 242[ Napier to Russell], όπου και το έγγραφο του βασιλιά της Βαυαρίας Maximilian II, καθ’ όσον αφορά τη συγγένεια του Λόιχτενμπεργκ με τη Ρωσική Αυτοκρατορική οικογένεια. Κατ’ αρχήν υπήρξε διαφωνία ανάμεσα στον βαρώνο Brunnow και τον πρίγκηπα Gortchakoff: Ο πρώτος υποστήριζε πως ο Λόιχενμπεργκ ανήκε στη Ρωσική αυτοκρατορική οικογένεια, άποψη που τελικά επικράτησε, ενώ ο δεύτερος πως όχι. P.R.O.-F.O., 421/14, No 265, [Napier to Russell]
[22] P.R.O.-F.O., 421/14, No 232, [Russell to Napier] και Νο 187, Εμπιστευτικό, [ Brunnow to Russell], όπου παρουσιάζεται το γενεαλογικό δένδρο του Ρωσικού Αυτοκρατορικού Οίκου. Σύμφωνα με αυτό, η Αυτού Αυτοκρατορική Υψηλότης Πρίγκηψ Ρομανόφσκι, Δούξ του Λόιχτενμπεργκ, Νικόλαος Μαξιμιλιάνοβιτς, γεννηθείς στις 23 Ιουλίου 1843, είναι υιός της αδελφής της Αυτού Μεγαλειότητός Του του Αυτοκράτορα, δηλ. της Αυτής Αυτοκρατορικής Υψηλότητος, Μεγάλης Δουκίσσης Μαρίας Νικολάϊεβνας και του συζύγου της Δούκα Μαξιμιλιανού του Λόϊχτενμπεργκ.
[23] Δεν επρόκειτο στην ουσία για κατά κυριολεξία δημοψήφισμα (referendum) το οποίο έχει θεματικό χαρακτήρα, αλλά για προσωπικό δημοψήφισμα (plebiscitum), που συνδεόταν με την επιβεβαίωση του προσώπου του κληρονομικού ανώτατου άρχοντα. Ε.Β.Βενιζέλου, Μαθήματα Συνταγματικού Δικαίου, Ι, σ. 264
[24]Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι στα «ψηφοδέλτια» οι εκλογείς αφού συμπλήρωναν το όνομα του υποψηφίου που επιθυμούσαν, κατόπιν υπέγραφαν καθιστώντας έτσι την ψηφοφορία φανερή.
[25] Επρόκειτο για τον Amadeus (1845-1890), δευτερότοκο γιό του βασιλιά Βίκτωρος Εμμανουήλ του Β΄ της Σαρδηνίας και του Πεδεμοντίου, κατοπινό Βασιλιά της Ισπανίας από τις 16/11/1870 ως την παραίτησή του στις 11/2/1873, οπότε ανακηρύχθηκε η πρώτη ισπανική δημοκρατία.
[26] Γιός του πρώην βασιλιά της Γαλλίας, Φιλίππου. Θα αποδεχόταν το στέμμα εάν εκλεγόταν με καθολική ψηφοφορία. Για το ενδεχόμενο της υποψηφιότητάς του, βλ. «Παλιγγενεσία», φύλλο της 5/3/1863.
[27] Jean Gabriel Eynard: Γάλλος τραπεζίτης και φιλέλληνας, στενός φίλος του Ι. Καποδίστρια. Από το 1825 υπήρξε η ψυχή του φιλελληνικού κομιτάτου της Γενεύης, οργανώνοντας μεγάλη διαφωτιστική εκστρατεία υπέρ της ελληνικής ανεξαρτησίας και μετατρέποντας τη Γενεύη σε κέντρο της ευρωπαϊκής φιλελληνικής κίνησης. Για το λόγο αυτό ίδρυσε επιτροπές, συνηγόρησε για τη σύναψη δανείου από οικονομικούς κύκλους του Λονδίνου και του Παρισιού στην ελληνική κυβέρνηση, οργάνωσε εράνους, έστειλε όπλα και εφόδια και υποβοήθησε στην υπογραφή του Αγγλογαλλορωσικού συμφώνου στο Λονδίνο(6/7/1828). Πρωταγωνίστησε ακόμα στην άνοδο του Όθωνα στον ελληνικό θρόνο. Η Γ΄ Εθνοσυνέλευση στην Τροιζήνα τον ανακήρυξε επίτιμο πολίτη της Ελλάδος το 1827. Μετά την άφιξη του Όθωνα δύο Γάλλοι οικονομολόγοι παρέμεναν διαρκώς στην Ελλάδα για την οργάνωση των οικονομικών της χώρας. Το 1838 έκανε πρόταση για την ίδρυση της Εθνικής Τράπεζας με αντιπροσώπους στην Ελλάδα τον Ρενύ και το Γεώργιο Σταύρο. Μετά την ίδρυση της Τράπεζας το 1841, της οποίας υπήρξε επίτιμο διοικητικό μέλος μαζί με το Νικ. Ζωσιμά, έδωσε το 1847 500.000 φράγκα για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των Άγγλων από το δάνειο του 1832. Βλ. J.G.Eynard, «Επιστολές και επίσημα έγγραφα σχετικά με διάφορα γεγονότα της Ελλάδος» και “ La Restauration Héllénique d’ après la corrspondance de Jean Gabriel Eynard ”, passimm, Εκδόσεις Εθνικής Τράπεζας.
[28] Εdme Patrice Maurice Mac-Mahon (1808-1893): Γάλλος αρχιστράτηγος και κατόπιν πολιτικός, που μετά τη νίκη της Ματζέντα (4/6/1859), έλαβε τη στραταρχική ράβδο, το τίτλο του δούκα και τη γενική διοίκηση της Αλγερίας.
[29] Το γεγονός αυτό, βέβαια, το αρνούνταν επίσημα οι Άγγλοι. Στη συνάντηση του Elliott με τους Βούλγαρη και Διαμαντόπουλο, ο Άγγλος απεσταλμένος δεν παραδέχτηκε πως η Αγγλία παρεμβαίνει και στερεί την Ελλάδα από την ελεύθερη επιλογή του ηγεμόνα της, αλλά υποστήριξε λέγοντας πως, είναι άδικο να μην αναγνωρίζεται το δικαίωμα της Βασσίλισσας να αποποιηθεί το στέμμα για λογαριασμό ενός μέλους της οικογένειάς της. Αρνήθηκε επίσης πως η αγγλική Κυβέρνηση έχει την παραμικρή πρόθεση να αποστερήσει τους Έλληνες από την πλήρη ελευθερία επιλογής του μελλοντικού τους βασιλιά (!)». P.R.O.-F.O., 421/14, Νο 332, 25/12/1862, [Elliott to Russell]. Πρβλ. και Σ.Θ.Λάσκαρι, Ο Χαρίλαος Τρικούπης και η ένωσις της Επτανήσου,1930, σ.12 κ.επ.
[30] P.R.O.-F.O., 421/15, No 29, [Elliot to Russell]. Βλ. και εφημερίδα «Παλιγγενεσία» (19/11/1862). «…όπου και αν ευρίσκονται Έλληνες πανηγυρίζοντες την ημέραν της 11ης Οκτωβρίου και προπίνοντες υπέρ του εθνικού έργου, εκπέμπουσι ευχάς υπέρ της επί τον θρόνον της Ελλάδος αναβάσεως άγγλου ηγεμόνος. Το προς την Αγγλίαν γενικόν των Ελλήνων αίσθημα δεν είναι σημερινόν. Οι Έλληνες από πολλού είδομεν ….ότι από της Αγγλίας πρέπει να απεκδεχώμεθα ό,τι καλόν και ωφέλιμον προς την εσωτερικήν της πατρίδος ευνομίαν και ευημερίαν και την μέλλουσαν αυτής εύκλειαν…»»
[31] P.R.O.-F.O., 421/15, No 57, [Elliot to Russell], όπου ο Elliot προειδοποίησε το Βούλγαρη πως « …..υπό τις παρούσες συνθήκες, τίποτε δε θα ήταν περισσότερο απερίσκεπτο από το να παραταθεί η παρούσα επικίνδυνη κατάσταση-με την αποστολή της αντιπροσωπείας- και πως εκείνοι που θα λάβουν την απόφαση αυτή, πρέπει να έχουν πλήρη επίγνωση των κινδύνων που αναλαμβάνουν και της απρόβλεπτης τροπής που μπορεί να πάρουν τα πράγματα στο μέλλον».
[32] Ο Εlliott, μάλιστα, έγραφε, πως: «Το δικαίωμα της Βασίλισσας και της Αγγλικής Κυβέρνησης πανω στο θέμα της αποδοχής ή μη του στέμματος από τον Αλφρέδο δεν αναγνωρίζεται από τους Έλληνες μέχρις αγανακτήσεως».P.R.O.-F.O., 421/14, No 389, [Elliot to Russell].
[33] Πρακτικά, τόμ.Α΄, Συνεδρίαση Λ΄ και Επίσημος Εφημερίς της Συνελέυσεως, τόμ. Α΄, σ.340
[34] P.R.O.-F.O., 421/14, Νο 181, [Russell to Scarlett].
[35] P.R.O.-F.O., 421/14, No 212, [Scarlett to Russell]. Τους ίδιους φόβους είχε εκφράσει και ο Πρόξενος της Μ.Βρετανίας Lloyd, ο οποίος διαφωνώντας με την επίσημη βρετανική «γραμμή» επεσήμαινε: «Εάν η Μεγαλειοτάτη δεν επιτρέψει την ανάρρηση του Αλφρέδου στον ελληνικό θρόνο, οι Έλληνες θα εγκαθιδρύσουν δημοκρατικό πολίτευμα».P.R.O.-F.O., 421/14, No 373, [Napier to Russell]