Atul Kumar Mishra - tfiglobalnews.com / Παρουσίαση Freepen.gr
Ο Τζόνσον προτείνει πως, σε αντάλλαγμα, η Ρωσία θα πρέπει να επιτρέψει στην Ουκρανία να ενταχθεί στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, υπό την προϋπόθεση ότι η Ουκρανία θα προσφέρει ειδική προστασία για τους ρωσόφωνους. Επιπλέον, οραματίζεται μια προσέγγιση μεταξύ της Δύσης και της Ρωσίας, που ενδεχομένως θα οδηγήσει στην επανένταξη της Ρωσίας στην G8 και στην επανάληψη της εταιρικής σχέσης με το ΝΑΤΟ. Αν και τμήματα της πρότασης του Τζόνσον φαίνονται μη ρεαλιστικά και «πολιτικά μη ορθά» από δυτική άποψη, η δέσμη αξίζει να αναλυθεί στο σύνολό της.
Το αρχικό μέρος του σχεδίου του Τζόνσον στηρίζεται σε μια πρόσφατα προτεινόμενη στρατηγική, σύμφωνα με την οποία οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να άρουν τους περιορισμούς εάν η Ρωσία αρνηθεί να διαπραγματευτεί με την Ουκρανία, ενώ θα απέχουν από την υποστήριξη της Ουκρανίας εάν αυτή αρνηθεί να διαπραγματευτεί με τη Ρωσία. Ο Τζόνσον υποθέτει ότι η Ουκρανία θα συμφωνήσει σε συνομιλίες και η Ρωσία όχι, μια προϋπόθεση που μπορεί να μην ισχύει. Επιπλέον, υποθέτει πως η άρση των περιορισμών θα επέτρεπε στην Ουκρανία να επανέλθει στα όρια των αρχών του 2022, μια αισιόδοξη και ενδεχομένως λανθασμένη υπόθεση.
Η πρόταση του Johnson γίνεται τότε πιο ενδιαφέρουσα. Απομακρύνεται από τις προηγούμενες απαιτήσεις του για μια μαξιμαλιστική νίκη, προτείνοντας, αντίθετα, ότι η Ουκρανία θα πρέπει να στοχεύσει στα σύνορά της στις αρχές του 2022 και όχι στα προ του 2014. Υποστηρίζει επίσης ειδική προστασία για τους ρωσόφωνους στην Ουκρανία, μια σημαντική μετατόπιση από την προηγούμενη στάση του για την κοινωνικοπολιτιστική ενότητα της χώρας. Η αλλαγή αυτή είναι αξιοσημείωτη, ειδικά όταν προέρχεται από κάποιον που προηγουμένως θεωρούνταν σκληροπυρηνικός.
Ωστόσο, η επιμονή του Τζόνσον στην επίσημη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ παραμένει προβληματική. Η Ρωσία είναι απίθανο να συμφωνήσει σε αυτό, παρά το αυξανόμενο δίκτυο διμερών «εγγυήσεων ασφαλείας» της Ουκρανίας που ουσιαστικά εξυπηρετούν τον ίδιο σκοπό. Επιπλέον, η πρόταση του Τζόνσον ότι η Ρωσία θα μπορούσε να ενδιαφερθεί να επιστρέψει στην G7 και να συνεχίσει τη συνεργασία της με το ΝΑΤΟ φαίνεται υπερβολικά αισιόδοξη. Ενώ οι ιδέες αυτές προορίζονται ως κίνητρα για τη συμμόρφωση της Ρωσίας, φαίνονται άστοχες, δεδομένου του σημερινού γεωπολιτικού κλίματος.
Η σημασία του ειρηνευτικού σχεδίου του Τζόνσον έγκειται στην αναγνώριση θεμάτων ταμπού που είχαν προηγουμένως τεθεί: εδαφικοί συμβιβασμοί με τη Ρωσία και προστασία των ρωσόφωνων στην Ουκρανία. Τα θέματα αυτά ήταν κεντρικής σημασίας για την πρόσφατη κλιμάκωση της σύγκρουσης. Η στροφή του Τζόνσον υποδηλώνει ότι άλλα αντιρωσικά γεράκια μεταξύ των δυτικών ελίτ αρχίζουν να αναγνωρίζουν την απίθανη επίτευξη μιας μαξιμαλιστικής νίκης από την Ουκρανία, καθώς η στρατιωτική δυναμική ευνοεί όλο και περισσότερο τη Ρωσία.
Ο ρόλος του Τζόνσον στο σαμποτάζ των ειρηνευτικών συνομιλιών του 2022 είναι καλά τεκμηριωμένος, με την εμπλοκή του Ντούντα να έχει λάβει λιγότερη δημοσιότητα. Η σημερινή του στάση μπορεί να υποδηλώνει ότι και άλλα σημαίνοντα γεράκια έχουν αναθεωρήσει τις θέσεις τους. Αυτή η πιθανή μετατόπιση μεταξύ των δυτικών ηγετών έρχεται καθώς η στρατιωτική και στρατηγική ισορροπία συνεχίζει να γέρνει υπέρ της Ρωσίας.
Η πρόταση του Τζόνσον, αν και ελαττωματική, ανοίγει την πόρτα για συζητήσεις σχετικά με πιο ρεαλιστικά αποτελέσματα για τη σύγκρουση στην Ουκρανία. Καθώς οι ΗΠΑ πλησιάζουν στις επόμενες προεδρικές εκλογές, με τον Τραμπ να είναι ένας ισχυρός υποψήφιος, οι ιδέες του Τζόνσον θα μπορούσαν να κερδίσουν έδαφος. Ο εξελισσόμενος διάλογος γύρω από αυτά τα ζητήματα υποδηλώνει μια αργή αλλά σημαντική αλλαγή στις δυτικές προοπτικές για τη σύγκρουση στην Ουκρανία, που ενδεχομένως να οδηγήσει σε νέες προσεγγίσεις και στρατηγικές.
Συνοπτικά, το ειρηνευτικό σχέδιο του Μπόρις Τζόνσον για την Ουκρανία αντανακλά μια αξιοσημείωτη αλλαγή στον τρόπο σκέψης των δυτικών ηγετών. Η πρότασή του, παρά τις ελλείψεις της, σηματοδοτεί μια προθυμία να εξετάσει εδαφικούς συμβιβασμούς και προστασία για τους ρωσόφωνους, θέματα που επί μακρόν αποφεύγονταν. Αυτή η εξελισσόμενη προοπτική θα μπορούσε να επηρεάσει τις μελλοντικές διπλωματικές προσπάθειες και να διαμορφώσει το στρατηγικό τοπίο καθώς η σύγκρουση συνεχίζει να εξελίσσεται.