Η τραπεζική ληστεία των Ελλήνων μέσω των επιτοκίων

Είναι αδιανόητο να προστατεύει η κυβέρνηση τις τράπεζες που δεν δανείζουν καν τις επιχειρήσεις, στο βαθμό που οφείλουν – ενώ χρησιμοποιούν διάφορα «ληστρικά τεχνάσματα» στο θέμα των πλειστηριασμών, εάν βέβαια έχουν δίκιο ορισμένοι εξειδικευμένοι νομικοί που έχουν αναδείξει αυτές τις εγκληματικές πρακτικές. Πώς είναι δυνατόν να μειωθεί έτσι το θηριώδες ελληνικό ιδιωτικό χρέος, υψηλότερο των 406 δις €; Από την άλλη πλευρά, είναι επίσης ξεκάθαρο πως γίνεται προσπάθεια μείωσης των υπέρογκων δημοσίων χρεών που έχουν συσσωρευθεί στη Δύση – με τους δύο εκ των τριών τρόπων που υπάρχουν: με τον πληθωρισμό που είναι συνώνυμος με τους φόρους και με τη χρηματοπιστωτική καταστολή (ο τρίτος είναι η διαγραφή χρεών), όπου προσφέρονται πολύ χαμηλότερα επιτόκια, σε σχέση με τον πληθωρισμό, οπότε «κουρεύονται» άγρια οι καταθέσεις.

Από: analyst.gr / Γράφει ο Βασίλης Βιλιάρδος

Ανάλυση

Είναι ξεκάθαρο το ότι, οι ελληνικές τράπεζες εκμεταλλεύονται τους Έλληνες καταθέτες και αποταμιευτές – αφού προσφέρουν επιτόκια καταθέσεων από 0,03% έως 0,10%, όταν ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 9,9% το 2022 (=εγχώριος δείκτης τιμών καταναλωτή), σύμφωνα με τον προϋπολογισμό της κυβέρνησης. Το γεγονός αυτό σημαίνει πως το πραγματικό επιτόκιο που δίνουν (= αφαιρουμένου του πληθωρισμού), είναι μεταξύ του -9,87% και -9,8% – όταν την ίδια στιγμή χρεώνουν έως και 14% (πιστωτικές κάρτες) στους δανειολήπτες τους.  Δηλαδή, οι καταθέτες πληρώνουν τις τράπεζες από -9,87% έως -9,8% για τις καταθέσεις τους που στην ουσία αποτελούν δάνεια για τις τράπεζες – ενώ την ίδια στιγμή η Εθνική Τράπεζα δανείσθηκε πρόσφατα σε στερλίνες με 8,75% (ομόλογα 4,5 ετών).


 
Στα πλαίσια αυτά, γράψαμε πως οι τράπεζες «κουρεύουν» έτσι  άγρια τις αποταμιεύσεις των Ελλήνων – ενώ, επειδή ξένες τράπεζες προσφέρουν επιτόκια της τάξης του 4%, είναι πολύ πιθανή η φυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό, αποτελώντας ένα ενδεχόμενο που θα προκαλούσε τραπεζική κρίση στην Ελλάδα. Εν προκειμένω, ο συμπαθέστατος υπουργός ανάπτυξης ζήτησε να αναφέρουμε στοιχεία που τεκμηριώνουν τη θέση μας, δικαιολογώντας προφανώς τις τράπεζες – όπου του απαντήσαμε με ένα παράδειγμα (πηγή), ενώ υπήρξαν και άλλες αναφορές για τις βρετανικές (πηγή), αμερικανικές και άλλες τράπεζες (πηγή). Μας φάνηκε πάντως απίστευτο το πόσοι Έλληνες «συστοιχήθηκαν» μαζί του – οπότε τάχθηκαν υπέρ των τραπεζών που τους ληστεύουν!

Το θέμα μας βέβαια δεν ήταν αυτό, ήταν η απαράδεκτα μεγάλη διαφορά, μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων – την οποία δεν είναι δυνατόν να επικροτεί ένας υπουργός, ειδικά από εκείνες τις τράπεζες που διασώζονται συνεχώς με τα χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων. Υπενθυμίζουμε εδώ πως έχουν διασωθεί με τα περίπου 45 δις € των τριών ανακεφαλαιοποιήσεων που αύξησαν το δημόσιο χρέος μας, με τα 17 δις € των αναβαλλομένων φόρων που θα πληρώσουμε όλοι εμείς στη θέση τους και τώρα με τα 18,7 δις € του προγράμματος Ηρακλής (ανάλυση) – τα οποία πιθανότατα θα επιβαρύνουν ξανά το δημόσιο χρέος μας, για να μην αναφέρουμε τη ληστεία μέσω του «hive down» (ανάλυση) που δυστυχώς είναι πολύ δύσκολο να καταλάβουν όσοι δεν έχουν επαρκείς γνώσεις οικονομικών.

Σε κάθε περίπτωση, είναι αδιανόητο να προστατεύει η κυβέρνηση τις τράπεζες που δεν δανείζουν καν τις επιχειρήσεις στο βαθμό που οφείλουν – ενώ χρησιμοποιούν διάφορα «ληστρικά τεχνάσματα» στο θέμα των πλειστηριασμών, εάν βέβαια έχουν δίκιο ορισμένοι εξειδικευμένοι νομικοί που έχουν αναδείξει αυτές τις εγκληματικές πρακτικές.

Από την άλλη πλευρά, είναι επίσης ξεκάθαρο πως γίνεται προσπάθεια μείωσης των υπέρογκων δημοσίων χρεών που έχουν συσσωρευθεί στη Δύση – με τους δύο εκ των τριών τρόπων που υπάρχουν: με τον πληθωρισμό που είναι συνώνυμος με τους φόρους και με τη χρηματοπιστωτική καταστολή (ο τρίτος είναι η διαγραφή χρεών).  Εν προκειμένω υπενθυμίζουμε την ανάλυση μας για τη χρηματοπιστωτική καταστολή, επικαιροποιημένη, την οποία είχαμε εύλογα προβλέψει πολύ πριν.

Η χρηματοπιστωτική καταστολή    

Η λύση που έχει επιλεχθεί, ονομάζεται «χρηματοπιστωτική καταστολή» – ένας όρος που θα μπορούσε να μεταφρασθεί ως μία «σταδιακή συρρίκνωση των πραγματικών αποταμιεύσεων». Χαρακτηρίζει δε την κρατική επιρροή, κυρίως με τη βοήθεια των κεντρικών τραπεζών, μέσω της οποίας τα επιτόκια των καταθέσεων διατηρούνται αισθητά χαμηλότερα από τον πληθωρισμό – έτσι ώστε οι αποταμιευτές κάθε είδους να χάνουν με την πάροδο του χρόνου την αγοραστική αξία των χρημάτων τους, προς όφελος του δημοσίου.

Το παραπάνω επιτυγχάνεται μέσω των χαμηλών βασικών επιτοκίων εκ μέρους των κεντρικών τραπεζών – αφού τότε οι καταθέτες δεν μπορούν να απαιτήσουν υψηλότερους τόκους από τις τράπεζες, επειδή οι τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να δανείζονται με χαμηλότερα επιτόκια από την κεντρική, αντί από τους αποταμιευτές τους (οι ελληνικές τράπεζες έχουν δανεισθεί από την ΕΚΤ περί τα 50 δις €, με αρνητικά επιτόκια).

Το ίδιο αποτέλεσμα έχει ουσιαστικά και η πολιτική της πιστωτικής χαλάρωσης (QE), την οποία έχουν υιοθετήσει όλες οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες της Δύσης – εις βάρος των κατόχων ομολόγων του δημοσίου, οι οποίοι εισπράττουν λιγότερους τόκους λόγω της πτώσης των επιτοκίων δανεισμού των κρατών (οπότε ουσιαστικά ενισχύονται έμμεσα τα κράτη). Παράλληλα δρομολογούνται προσπάθειες απαγόρευσης των μετρητών για να υποχρεώνονται οι αποταμιευτές να καταθέτουν τα χρήματα τους στις τράπεζες ακόμη και όταν επιβάλλονται αρνητικά επιτόκια, αλλά και με την προοπτική φορολόγησης των καταθέσεων από τα κράτη – ενώ η τιμή  του χρυσού διατηρείται τεχνητά χαμηλή, για να μην γίνονται τοποθετήσεις (ανάλυση).

Με τον τρόπο αυτό καταπολεμάται η παραδοσιακή θεωρία (Crowding out), σύμφωνα με την οποία η αύξηση των δημοσίων χρεών συνοδεύεται από μία ανάλογη αύξηση των επιτοκίων δανεισμού του κράτους – οπότε στην πραγματικότητα διαστρεβλώνονται οι αγορές.

Ουσιαστικά λοιπόν μεταφέρονται πόροι από τους ιδιώτες στο δημόσιο, ενώ η μέθοδος αυτή χαρακτηρίζεται από τις παρακάτω ιδιαιτερότητες:

    (α)  Τα επιτόκια για τα χρέη των κρατών περιορίζονται τεχνητά ως προς το ύψος τους, μέσω της αγοραπωλησίας ομολόγων από τις κεντρικές τράπεζες.

    (β)  Οι εθνικές τράπεζες ενθαρρύνονται να αγοράζουν ομόλογα των κρατών τους ή να τα διατηρούν στα αποθεματικά τους.

    (γ)  Επιβάλλεται έλεγχος στην ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων – ένα «καταναγκαστικό μέτρο» που έχει επιβληθεί ήδη από το 2015 στην Ελλάδα, με επώδυνες συνέπειες.

Συνεχίζοντας, η χρηματοπιστωτική καταστολή που εφαρμόσθηκε στη Δύση, δεν οδήγησε στον αναμενόμενο από τις κεντρικές τράπεζες πληθωρισμό – οπότε οι απώλειες των καταθετών ήταν περιορισμένες, με αποτέλεσμα να ωφεληθούν λιγότερο τα κράτη.

Το γεγονός αυτό, η μη άνοδος των τιμών, οφειλόταν στο ότι οι επενδυτές, αυτοί δηλαδή που δανείζονταν χρήματα, παρά το ότι ωφελήθηκαν σε μεγάλο βαθμό εις βάρος των αποταμιευτών, δεν τοποθέτησαν τα δάνεια τους στην πραγματική οικονομία – αυξάνοντας τη ζήτηση, το ρυθμό ανάπτυξης και τον πληθωρισμό, με αναγκαίο επακόλουθο την αύξηση των βασικών επιτοκίων.

Αντίθετα, επένδυσαν τα δανειακά κεφάλαια τους στις αγορές (μετοχές, ακριβά ακίνητα κλπ.), αυξάνοντας εκεί τις τιμές – οπότε αφενός μεν δημιούργησαν τεράστιες φούσκες, αφετέρου εμπόδιζαν μέχρι πρόσφατα τις κεντρικές τράπεζες να αυξήσουν τα βασικά επιτόκια, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ακόμη περισσότερες φούσκες.

Με τον τρόπο αυτό διαταράχθηκε η ισορροπία μεταξύ καταθέσεων και επενδύσεων, προκαλώντας τεράστιες διαστρεβλώσεις, ενώ δεν μειώθηκαν τα υψηλά δημόσια χρέη – αφού η μη διενέργεια επενδύσεων στην πραγματική οικονομία είτε οδήγησε κάποιες χώρες σε ύφεση, οπότε σε μειωμένα έσοδα του δημοσίου, σε ελλείμματα και σε νέα χρέη είτε δεν αύξησε το ρυθμό ανάπτυξης.

Με απλά λόγια, οι αυξήσεις των τιμών στις αγορές περιουσιακών στοιχείων, μέσω των επενδύσεων σε αυτές (μετοχές, ακίνητα, μέταλλα κοκ.) δεν οδηγούν στην αύξηση της ζήτησης/κατανάλωσης – οπότε δεν συμβάλλουν στην απαιτούμενη ισορροπία των αγορών κεφαλαίου (Αποταμιεύσεις = Επενδύσεις).

Επομένως, οι κεντρικές τράπεζες είχαν αυτοπαγιδευτεί, τροφοδοτώντας παράλληλα επικίνδυνες φούσκες και διαστρεβλώσεις – αφού τυχόν αύξηση των βασικών επιτοκίων εκ μέρους τους εν μέσω μίας φάσης ύφεσης, για να αντιμετωπισθούν οι φούσκες, θα μπορούσε να οδηγήσει σε περιπέτειες ανάλογες με αυτές της δεκαετίας του 1930.

Τελικά η παγίδα αποφεύχθηκε προσωρινά, με τις κυρώσεις εναντίον της Κίνας, με τον πόλεμο της Ουκρανίας και με τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας – με τη βοήθεια των οποίων αυξήθηκε ο πληθωρισμός, κλιμακώθηκαν τα πραγματικά αρνητικά επιτόκια και διευκολύνθηκε η μείωση των δημοσίων χρεών, ως προς τα πληθωριστικά ΑΕΠ.

Επίλογος

Η πολιτική εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την οικονομία – ενώ η μεσαία τάξη είναι αυτή που στηρίζει τη Δημοκρατία. Ως εκ τούτου, μία από τις οδυνηρότερες παρενέργειες της αύξησης των χρεών στη Δύση, κυρίως δε του τρόπου, με τον οποίο γίνεται προσπάθεια περιορισμού τους, είναι η εξαθλίωση των μεσαίων και χαμηλών εισοδηματικών τάξεων (ανάλυση) – παράλληλα με την υπερβολική ισχυροποίηση του πλουσιότερου 1%.

Το γεγονός αυτό είναι όμως εξαιρετικά επικίνδυνο – αφού αργά ή γρήγορα θα προκληθούν κοινωνικές αναταραχές και εξεγέρσεις εκ μέρους εκείνων των ομάδων του πληθυσμού που θα έχουν χάσει τα πάντα και που επομένως δεν θα φοβούνται τίποτα.
Νεότερη Παλαιότερη
--------------
Ακούστε το τελευταίο ηχητικό από τη ΜΕΣΗ ΓΡΑΜΜΗ


Η Freepen.gr ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει για τα άρθρα / αναρτήσεις που δημοσιεύονται και απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους και δε σημαίνει πως τα υιοθετεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών ή ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα, επικοινωνήστε μέσω e-mail