Οι κίνδυνοι στασιμοπληθωρισμού και η Ελλάδα

Ο κίνδυνος στασιμοπληθωρισμού σε πολλές χώρες της Δύσης, υπό πολύ χειρότερες συνθήκες σε σχέση με το παρελθόν, δεν είναι καθόλου αμελητέος – οπότε πρέπει να είναι κανείς πολύ προσεκτικός με τις προβλέψεις του, αφού σχεδόν τίποτα δεν λειτουργεί σωστά στην παγκόσμια οικονομία. Εύλογα, αφού η διαχείριση της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους του 2010, της πανδημίας του 2020 και του πολέμου του 2022 ήταν εντελώς εσφαλμένη – τουλάχιστον από οικονομικής πλευράς. Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, η οικονομία της οποίας ευρίσκεται σε απελπιστική κατάσταση, ενώ το 2023 είναι μία προεκλογική χρονιά, με αυξημένες κυβερνητικές δαπάνες για μικροπολιτικούς σκοπούς, θα υπάρξουν επί πλέον προβλήματα – ανεξάρτητα από τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην Ουκρανία και με την Τουρκία που είναι εξαιρετικά επικίνδυνες.

Από: analyst.gr / Γράφει ο Βασίλης Βιλιάρδος.

Ανάλυση

Το φαινόμενο του στασιμοπληθωρισμού (=μείωση του ρυθμού ανάπτυξης ή ύφεση, παράλληλα με την άνοδο των τιμών) ήταν άγνωστο έως τα τέλη της δεκαετίας του 1960 – ενώ παρατηρήθηκε για πρώτη φορά το 1969, στις Η.Π.Α. και στη Μ. Βρετανία. Η αιτία ήταν η αύξηση των τιμών της ενέργειας από τον OPEC (διπλασιάστηκε η τιμή του πετρελαίου μεταξύ των ετών 1973 και 1975), η οποία προκάλεσε την έκρηξη του κόστους παραγωγής των βιομηχανικών χωρών – με τον πληθωρισμό στις Η.Π.Α. να διπλασιάζεται σχεδόν το 1974 (από 6% στο 11%), καθώς επίσης με την ανεργία να εκτοξεύεται στο 8,4% (από 4,9% το 1973).

Η γενεσιουργός αιτία του στασιμοπληθωρισμού είναι συνήθως τα «σοκ» στην προσφορά, τα οποία επηρεάζουν το επίπεδο των τιμών, μέσω της ανόδου του κόστους – όταν αυξάνεται δηλαδή το κόστος παραγωγής ή διάθεσης. Για παράδειγμα, οι επιχειρήσεις υποχρεώνονται, λόγω των αυξημένων τιμών ενέργειας, μίας κακής σοδειάς κλπ. να αυξήσουν τις τιμές τους, παρά τη μειωμένη ζήτηση.

Τα αρνητικά αυτά «σοκ προσφοράς» ονομάζονται κάποιες φορές «τιμολογιακά σοκ» – λόγω του ότι οι παραγωγοί επιβαρύνουν με το αυξημένο κόστος τις τιμές πώλησης των προϊόντων τους. Επειδή δε η συνολική ζήτηση σε μία οικονομία παραμένει αρχικά αναλλοίωτη (η πραγματική ζήτηση σε αξία, δηλαδή το σύνολο των σχεδιαζόμενων επενδύσεων και των καταναλωτικών δαπανών μίας οικονομίας, δεν επηρεάζεται απ’ ευθείας από το σοκ της προσφοράς), οι επιχειρήσεις πουλούν λιγότερα προϊόντα, όταν αυξάνουν τις τιμές – οπότε μειώνουν την παραγωγή τους και απολύουν εργαζομένους.

Τότε μόνο εμφανίζονται οι τυπικές «παράπλευρες απώλειες» του καθοδικού σπειροειδή κύκλου της αρνητικής εξέλιξης της οικονομικής ανάπτυξης – η μείωση των εισοδημάτων λόγω της αύξησης της ανεργίας, καθώς επίσης η απογοήτευση των επιχειρήσεων λόγω του απρόβλεπτα μειωμένου τζίρου τους, οπότε η συγκράτηση της αύξησης των τιμών.

Όταν τώρα μία οικονομία υφίσταται ένα «σοκ προσφοράς», τότε αποτυγχάνουν τα κλασικά εργαλεία της ανάπτυξης, μέσω της κρατικής πολιτικής. Ειδικότερα, εάν αυξηθεί η προσφορά χρήματος (τύπωμα χρημάτων από την κεντρική τράπεζα, αυξημένα δάνεια από τις εμπορικές τράπεζες), για να σταθεροποιηθεί η απασχόληση, τότε αυξάνονται οι τιμές από την πίεση του κλιμακούμενου κόστους.

Εάν αποφασισθεί δε η ενίσχυση της ανάπτυξης εκ μέρους του δημοσίου όπως, για παράδειγμα, η αύξηση των καταναλωτικών δαπανών του κράτους ή κάποια δημοσιονομικά μέτρα (μείωση των φόρων, επιδόματα κλπ.), τότε σταθεροποιείται μεν η συνολική ζήτηση, με αποτέλεσμα όμως ξανά την αύξηση των τιμών – καθώς επίσης την άνοδο των δημοσίων ελλειμμάτων και των δημοσίων χρεών.

Ισολογισμοί κεντρικών τραπεζών

Περαιτέρω, εάν εξετάσει κανείς τις σημερινές οικονομικές συνθήκες διεθνώς, θα διαπιστώσει τα εξής: η ποσότητα χρήματος που παράγουν οι κεντρικές τράπεζες είναι στα ύψη, οι ισολογισμοί τους επίσης (γράφημα), τα βασικά επιτόκια αυξάνονται συνεχώς,  οι αλυσίδες εφοδιασμού έχουν πρόβλημα, οπότε υπάρχει σοκ προσφοράς, οι τιμές της ενέργειας και των πρώτων υλών έχουν αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό, οπότε έχουμε ένα επί πλέον σοκ προσφοράς, είναι υπερχρεωμένα πολλά κράτη, νοικοκυριά και επιχειρήσεις, οι τράπεζες αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα, ιδίως οι ευρωπαϊκές, η αναδιανομή των εισοδημάτων είναι περισσότερο άδικη από ποτέ κοκ.

Στα πλαίσια αυτά, έχει εμφανισθεί ξανά το φάντασμα του πληθωρισμού, ιδίως στις Η.Π.Α. και στη Γερμανία, ενώ είναι πολύ δύσκολο να επανέλθουν οι οικονομίες σε πορεία ανάπτυξης – σημειώνοντας σε σχέση με την άνοδο του ΑΕΠ που διαπιστώθηκε το 2021 πως δεν πρόκειται για ανάπτυξη, αλλά για μία ελαφριά, φυσιολογική ανάκαμψη, μετά την κατάρρευση του 2020. Εκτός αυτού η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα σε αρκετές χώρες, όταν ταυτόχρονα οι επιχειρήσεις δεν βρίσκουν προσωπικό – προφανώς επειδή οι μισθοί είναι χαμηλοί και δεν αυξάνονται (με εξαίρεση τις Η.Π.Α.), λόγω της ανασφάλειας των επιχειρήσεων για το μέλλον, των προβλημάτων στην παραγωγή τους εξαιτίας της αλυσίδων διανομής κοκ.

Στην περίπτωση δε αύξησης των μισθών, τίθεται σε λειτουργία ο φαύλος κύκλος μισθών-τιμών που αποτελεί τη βάση του πληθωρισμού – με την έννοια πως όταν αυξάνονται οι μισθοί, αυξάνονται οι τιμές των προϊόντων αφού η αύξηση μεταφέρεται στην κατανάλωση, οπότε οι εργαζόμενοι απαιτούν νέες αυξήσεις που μεταφέρονται ξανά στις τιμές κοκ.

Ο πληθωρισμός πάντως δεν οφείλεται τόσο στην αύξηση της ποσότητας χρήματος, αφού έχει μειωθεί αισθητά η ταχύτητα κυκλοφορίας τους – θυμίζοντας πως η ποσότητα χρήματος επί την ταχύτητα κυκλοφορίας, είναι ίση με το εθνικό προϊόν επί το επίπεδο των τιμών (M x V = Y x P).

Συμπερασματικά λοιπόν ο κίνδυνος στασιμοπληθωρισμού σε πολλές χώρες της Δύσης, υπό πολύ χειρότερες συνθήκες σε σχέση με το παρελθόν, δεν είναι καθόλου αμελητέος – οπότε πρέπει να είναι κανείς πολύ προσεκτικός με τις προβλέψεις του, αφού σχεδόν τίποτα δεν λειτουργεί σωστά στην παγκόσμια οικονομία. Εύλογα, αφού η διαχείριση της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους του 2010, της πανδημίας του 2020 και του πολέμου του 2022 ήταν εντελώς εσφαλμένη – τουλάχιστον από οικονομικής πλευράς.

Η Ελλάδα

Συνεχίζοντας, με βάση τις προβλέψεις του προσχεδίου του προϋπολογισμού, η οικονομία θα αναπτυχθεί με ποσοστό 2,1% το 2023 – ενώ ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 3%. Επομένως προβλέπει μέτριο στασιμοπληθωρισμό, αφού ο ρυθμός ανάπτυξης θα υποχωρήσει από το 5,3% του 2022 (κατά την άποψη μας πάνω από 6%), ενώ ο πληθωρισμός θα είναι υψηλότερος, αν και κατά την κυβέρνηση σχετικά χαμηλός – σημειώνοντας πως το 3% θα είναι επί πλέον των μέσων τιμών του 2022.

Σε σχέση με το ρυθμό ανάπτυξης του 2021, διαμορφώθηκε μεν στο 8,3% (αναθεωρήθηκε πρόσφατα στο 8,4%), αλλά η ύφεση του 2020 ήταν στο 9% – οπότε το ΑΕΠ του 2021 ήταν χαμηλότερο από αυτό του 2019 (γράφημα), παρά το ότι η κυβέρνηση σπατάλησε πάνω από 43 δις € με δανεικά για να το στηρίξει.

ΑΕΠ 2016 – 2021

Όσον αφορά το 2022, τοποθετεί η κυβέρνηση το ΑΕΠ στα 210 δις €, αλλά η άνοδος αυτή οφείλεται κυρίως στον πληθωρισμό – ενώ ενδεχομένως θα υπερβεί τα 210 δις €, αφού μάλλον ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί σε υψηλότερα επίπεδα. Κάτι ανάλογο ισχύει επίσης για το 2023 – όπου το αυξάνει στα 220 δις €. Έτσι μειώνεται το δημόσιο χρέος μας ως προς το ΑΕΠ, παρά το ότι σε απόλυτους αριθμούς συνεχίζει να αυξάνεταιτου κεντρικού κράτους από 388,34 δις το 2021 στα 392,3 δις το 2022 και στα 395,03 δις το 2023, σύμφωνα με το προσχέδιο, ενώ της γενικής κυβέρνησης από 353 δις το 2021, στα 355 δις το 2022 και στα 357 δις το 2023.     

Με αυτό το ύψος του δημοσίου χρέους βέβαια, είναι πολύ δύσκολο να αναπτυχθεί βιώσιμα μία χώρα – ενώ δεν δίνεται η απαιτούμενη σημασία στο ιδιωτικό χρέος, το ύψος του οποίου ήταν στα 406,27 δις € στα τέλη Ιουνίου (γράφημα), εκ των οποίων τα 258,4 δις € κόκκινο! Εάν προσθέσει δε κανείς το δημόσιο χρέος του κεντρικού κράτους, το συνολικό δανεισμό μας δηλαδή, με το ιδιωτικό, θα υπερβεί τα 800 δις € – φτάνοντας στο 400% του ΑΕΠ του 2022, όταν η Ελλάδα χρεοκόπησε με λιγότερα από 250% του ΑΕΠ. Το ιδιωτικό χρέος πάντως αυξήθηκε κατά 70 δις € σε 5,5 χρόνια – ενώ το κόκκινο κατά 36 δις €! Απίστευτες αυξήσεις – κατά την άποψη μας τρομακτικές.

Κατατέθηκε από τον υπουργό οικονομικών στη Βουλή

Δεν δίνεται επίσης καμία σημασία στην άνοδο των επιτοκίων που ασφαλώς θα συνεχισθεί – αφού δεν είναι δυνατόν να διατηρηθούν για πολύ ακόμη σε αρνητικά επίπεδα. Δεν μπορεί δηλαδή να είναι χαμηλότερα του πληθωρισμού, αφού έτσι πληρώνουν τόκο οι δανειστές (τράπεζες κλπ.), αντί να εισπράττουν – σημειώνοντας πως πρόσφατα η Alpha Bank δανείσθηκε με 7,25%.

Επομένως, αφενός μεν θα αυξηθούν τα επιτόκια που θα πληρώνει το κράτος μας για να δανεισθεί αφετέρου, το σημαντικότερο, τα επιτόκια δανεισμού του ιδιωτικού τομέα – οπότε λογικά θα μειωθούν οι επενδύσεις των επιχειρήσεων (στο προσχέδιο του προϋπολογισμού προβλέπεται παραδόξως άνοδος του  ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου, της ουσίας των επενδύσεων δηλαδή  κατά 16% το 2023, από 10% το 2022), θα αντιμετωπίσει πρόβλημα η αγορά ακινήτων, θα δημιουργηθούν νέα κόκκινα δάνεια στις τράπεζες κοκ. Λογικά δε τα αυξημένα επιτόκια θα αυξήσουν τον πληθωρισμό – αφού κλιμακώνουν το κόστος των επιχειρήσεων.

Δεν δίνεται σημασία ούτε στην ιδιωτική κατανάλωση που προβλέπεται πως θα αυξηθεί, παρά το ότι ο πληθωρισμός και οι τιμές της ενέργειας έχουν εξαθλιώσει τους Έλληνες – σημειώνοντας πως με στοιχεία του πρώτου εξαμήνου του 2022, οι μέσοι μισθοί στην Ελλάδα αυξήθηκαν μόλις κατά 0,8% όταν στην ΕΕ κατά 4,1%.

Με δεδομένο δε το ότι, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα είναι υψηλότερος από το μέσο της ΕΕ, οι πραγματικές αμοιβές των Ελλήνων εξαερώθηκαν – οπότε λογικά θα μειωθεί η ζήτηση, εκτός εάν συνεχίσει να τους επιδοτεί η κυβέρνηση. Με δανεικά προφανώς, αφού οι ζημίες (=έλλειμα) που προκάλεσε στη χώρα ήταν πάνω από 40 δις €, σε τρία μόλις χρόνια.

Τέλος, δεν δίνεται σημασία στο άλλο έλλειμμα – σε αυτό του εμπορικού μας ισοζυγίου που εκτοξεύθηκε στα 24 δις το πρώτο οκτάμηνο του 2022, έχοντας σχεδόν διπλασιαστεί σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2021. Στην ουσία λοιπόν «έκαψε» τα συνολικά έσοδα του τουρισμού στο ισοζύγιο τρεχουσών μας συναλλαγών, ήδη το πρώτο εξάμηνο – παρά το ότι ήταν αυξημένα, σε σχέση με το 2021, ενώ εάν το 2023 η ΕΕ βυθιστεί σε στασιμοπληθωρισμό, ασφαλώς θα επηρεαστούν αρνητικά τόσο ο τουρισμός, όσο και οι εξαγωγές μας.

Έτσι συνεχίσθηκε η άνοδος του εξωτερικού μας χρέους που έχει υπερβεί ήδη τα 560 δις € (γράφημα) – αφού για να καλυφθούν τα παραπάνω ελλείμματα, η Ελλάδα πρέπει να δανείζεται από το εξωτερικό. Εάν εδώ συμπληρώσουμε πως το 2023 είναι μία προεκλογική χρονιά, με αυξημένες κυβερνητικές δαπάνες για μικροπολιτικούς σκοπούς, θα υπάρξουν επί πλέον προβλήματα – ανεξάρτητα από τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην Ουκρανία και με την Τουρκία που είναι εξαιρετικά επικίνδυνες.

Εξωτερικό χρέος

Συμπερασματικά λοιπόν για την Ελλάδα, το 2023 δεν θα είναι ένα εύκολο έτος – ούτε για τον υπόλοιπο πλανήτη, ειδικά εάν συνεχισθεί ο πόλεμος της Ουκρανίας.

Νεότερη Παλαιότερη
--------------
Ακούστε το τελευταίο ηχητικό από τη ΜΕΣΗ ΓΡΑΜΜΗ


Η Freepen.gr ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει για τα άρθρα / αναρτήσεις που δημοσιεύονται και απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους και δε σημαίνει πως τα υιοθετεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών ή ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα, επικοινωνήστε μέσω e-mail