Και διεμβολισμός της παρουσίας της Ελλάδας στη Μεσόγειοdimitrisvetsikas1969 / pixabay
Ο υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου Γιαννάκης Κασουλίδης συνάντησε, πριν λίγες μέρες, τον Αμερικανό ομόλογο του Αντονυ Μπλίνκεν στην Ουάσιγκτον. Εισέπραξε δημοσίως "αποφασιστική" επαναβεβαίωση της υποστηρίξεως των ΗΠΑ για "λύση" στην Κύπρο διζωνικής ομοσπονδίας, με πολιτική ισότητα. Σ' αυτό το σημείο έφτασε η Ελληνική πλευρά. Να ζητά στις διεθνείς διπλωματικές επαφές της αυτό που ήταν Τουρκική θέση και όταν έγινε αποδεκτή από την Ελληνική πλευρά, η Τουρκική πλευρά μετακινήθηκε σε ακόμη πιο προωθημένη θέση, τα δυο ίσα κράτη. Η διαφορά είναι περισσότερο σημειολογική, παρά ουσιαστική. Η Τουρκική πλευρά έδινε πάντα στη διζωνική, με τις προϋποθέσεις που έθετε, περιεχόμενο δυο κρατών. Η Ελληνική πλευρά βαυκαλιζόταν όμως ότι, μέσα από τις διαπραγματεύσεις, θα κατόρθωνε να δώσει στη διζωνική ένα πιο περιορισμένο περιεχόμενο, που θα την καθιστούσε στοιχειωδώς βιώσιμη και αποδεκτή. Η αναφορά επίσης στη διζωνική, με τη διπλωματική ασάφεια που περιέχει, συγκαλύπτει την ουσία των δυο κρατών και είναι πολιτικά πιο αποδεκτή.
Περικλής Νεάρχου,
Πρέσβυς ε. τ.
Η Βικτωρία Νούλαντ, η επιρροή της οποίας επανέρχεται δυναμικά στο Αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών, με τη νέα κρίση στην Ουκρανία, είναι αυτή, που, το 2014, άσκησε ισχυρή πίεση στον Πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη για να συμφωνήσει με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Ντερβίς Ερογλου σ' ένα κοινό ανακοινωθέν, με το οποίο επαναβεβαιωνόταν η "ισότητα" των δυο πλευρών, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, που είχε συμφωνηθεί προηγουμένως από τον απελθόντα Πρόεδρο Δημήτρη Χριστόφια.
Είναι βέβαιο ότι ο Γιαννάκης Κασουλίδης συζήτησε στην Ουάσιγκτον το σενάριο, που διακινεί ο ίδιος, για εφαρμογή στην Κύπρο Μέτρων Οικοδομήσεως Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, δηλαδή μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και του ψευδοκράτους στα κατεχόμενα. Είναι το άκρον άωτον του πολιτικού παραλογισμού να φτάνει η Ελληνική πλευρά να συζητά και να προτείνει τέτοια μέτρα, που περιέχουν από τη φύση τους τον κίνδυνο της διολισθήσεως σε αναγνώριση του ψευδοκράτους ως ισότιμου και ισοκυρίαρχου μέρους, όπως ζητά η Τουρκική πλευρά. Προβάλλεται ως άλλοθι ότι η πρόταση για ΜΟΕ είναι μια έσχατη προσπάθεια να "σωθεί" το Βαρωσι, το οποίον απειλεί η Τουρκική πλευρά να εποικίσει.
Τα προτεινόμενα ΜΟΕ επαναφέρουν την παλαιά πρόταση Αναστασιάδη να υπαχθούν τα Βαρώσια, το μέρος ουσιαστικά που δεν έχει ακόμη εποικισθεί (η περιοχή του κέντρου με τα ξενοδοχεία στην ακτή), στη δικαιοδοσία του ΟΗΕ για να επιστρέψουν οι νόμιμοι κάτοικοι του, με αντάλλαγμα την υπαγωγή του αεροδρομίου της Τύμπου στα κατεχόμενα υπό τη δικαιοδοσία του ΟΗΕ, ώστε να αναγνωρισθεί διεθνώς. Ο Ερσίν Τατάρ της Τουρκοκυπριακής πλευράς απέρριψε τα προτεινόμενα ΜΟΕ, ζητώντας ευθέως αναγνώριση των κατεχομένων ως ισοκυριάρχου κράτους. Επέτρεψε επίσης στον Τουρκικό Οργανισμό Θρησκευτικών Περιουσιών ΕΦΚΑΦ να επαναφέρει τις γνωστές αξιώσεις ότι δήθεν όλη η περιοχή των Βαρωσίων είναι περιουσία του ΕΦΚΑΦ, την οποία η Ελληνική πλευρά σφετερίσθηκε επί Αγγλοκρατίας. Με την ίδια ευκαιρία, η Τουρκική πλευρά απορρίπτει, ως μοντέλο λύσεως, τη διζωνική ομοσπονδία, λέγοντας ότι έχει δοκιμασθεί επί πενήντα χρόνια και ότι έχει πλέον εξαντληθεί. Προβάλλει ως μόνη αποδεκτή βάση για την επανάληψη των συνομιλιών, την αναγνώριση ίσης κυριαρχίας στο ψευδοκράτος.
Για να εντείνει τις πιέσεις και τους εκβιασμούς, η Τουρκική πλευρά, εκτός από το Βαρώσι, επιστρατεύει τώρα και το θέμα της ΟΥΝΦΙΚΥΠ, της Διεθνούς δηλαδή Ειρηνευτικής Δυνάμεως του ΟΗΕ. Απαγόρευσε, προσφάτως, οποιαδήποτε παρουσία της Ειρηνευτικής Δυνάμεως στα κατεχόμενα και θέτει ως όρο για να επιτρέψει την παρουσία και δραστηριότητα της την υπογραφή μεταξύ ΟΗΕ και ψευδοκράτους συμφωνίας, η οποία να θέτει την αναγκαία, υποτίθεται, νομική βάση.. Με αλλά λόγια, η Τουρκική πλευρά ζητά την αναγνώριση από τον ΟΗΕ του ψευδοκράτους για να επιτρέψει την παρουσία στα κατεχόμενα της ΟΥΝΦΙΚΥΠ.
Eδώ οδήγησε την Ελληνική πλευρά η ενδοτική πολιτική των ατελείωτων διακοινοτικών συνομιλιών και των υποχωρήσεων για ν' αποτραπεί δήθεν η διχοτόμηση. Φέρουν τεράστιες ευθύνες τα δυο μεγάλα κόμματα ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, που πρωτοστάτησαν στην υποστήριξη και διαιώνιση της πολιτικής αυτής. Το ΔΗΣΥ υπεστήριξε απροκάλυπτα, και πριν ακόμη το 2004, έτος του δημοψηφίσματος για το σχέδιο Ανάν, "λύση" πάνω σε μια τέτοια βάση. Ο σημερινός Πρόεδρος της Κύπρου και Πρόεδρος τότε του Δημοκρατικού Συναγερμού (ΔΗΣΥ) Νίκος Αναστασιάδης, υπεστήριξε αναφανδόν το σχέδιο Ανάν. Και σήμερα ακόμη δηλώνει αμετανόητος, αποδεχόμενος μόνο ότι δεσμεύεται από τη θέληση του λαού, που ψήφισε, κατά πολύ μεγάλη πλειοψηφία, Όχι. Αν τη σεβόταν όμως πραγματικά, θ' ακολουθούσε άλλη πολιτική ως Πρόεδρος σήμερα και δεν θα επέμενε σε πολιτικές που οδηγούν, ντε φάκτο, σε αναγνώριση του ψευδοκράτους, με πρόσχημα τη δήθεν πολιτική ισότητα μεταξύ πλειοψηφίας και μειοψηφίας, που δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο.
Βαρύτερες ακόμη είναι οι ευθύνες του ΑΚΕΛ. Με πρόσχημα τον δήθεν αριστερό διεθνισμό και τον πόλεμο κατά του εθνικισμού, προέβαλε ως "στρατηγική" για τη λύση του Κυπριακού την "προσέγγιση" με τους Τουρκοκυπρίους. Η "στρατηγική" όμως αυτή, όπως έπρεπε να αναμένεται, κατέληξε σε προσέγγιση με τον Αττίλα, εφόσον οι Τουρκοκύπριοι, ακόμη και αν υποθέσουμε ότι το ήθελαν, δεν μπορούσαν και δεν μπορούν αντικειμενικά να αυτονομηθούν από την Άγκυρα. Οι έποικοι αποτελούν ήδη πλειοψηφία στα κατεχόμενα και η Άγκυρα δεν είναι, βεβαίως, διατεθειμένη να αφήσει την Κύπρο στην ελεύθερη βούληση των Τουρκοκυπρίων. Επενέβη στην Κύπρο για τους δικούς της, πρωτίστως, γεωστρατηγικούς λόγους και δεν έχει καμιά διάθεση να χαλαρώσει τη στρατηγική της λαβή πάνω στην Κύπρο και να εγκαταλείψει το πλεονέκτημα που απέκτησε με την εισβολή του 1974.
Το σπέρμα της πολιτικής αυτής ήταν παρόν στους προσανατολισμούς του ΑΚΕΛ από την εποχή των συζητήσεων για το σχέδιο Ανάν. Η ηγεσία του ήθελε να ταχθεί με το Ναι στο δημοψήφισμα. Αναγκάσθηκε να ταχθεί με το Όχι, γιατί δεν μπόρεσε να "περάσει" τη γραμμή στα στελέχη του. Διέσπασε όμως, στη συνέχεια, τον κυβερνητικό συνασπισμό με το ΔΗΚΟ του αείμνηστου Τάσου Παπαδόπουλου, με ενθάρρυνση του ξένου παράγοντα, που, παραδόξως, ήθελε τώρα το Κομμουνιστικό κόμμα στην εξουσία, γιατί γνώριζε την ενδοτική, δήθεν "διεθνιστική" πολιτική του. Διεθνισμός με τους κατακτητές. Γνώριζε επίσης ότι η διάσπαση του άλλοτε Μακαριακού μετώπου ήταν ο μόνος τρόπος για να τεθεί εκποδών ο πρωτοστάτης του Όχι στο σχέδιο Ανάν Τάσος Παπαδόπουλος.
Η ανεξάρτητη κάθοδος του ΑΚΕΛ στις Προεδρικές εκλογές οδήγησε στην εκλογή του Δημήτρη Χριστόφια, ο οποίος έκανε την "προσέγγιση" με τους Τουρκοκυπρίους σημαία της πολιτικής του, σε συνδυασμό με τη διζωνική ομοσπονδία. Η νέα αυτή "στρατηγική" ακύρωσε εκ των πραγμάτων την προοπτική, που είχε ανοίξει η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, με ολόκληρο το νόμιμο έδαφός της. Το Κυπριακό επανεγκλωβίσθηκε στο δικοινοτικό πλαίσιο, με χειρότερους ακόμη όρους. Η Τουρκική εισβολή και κατοχή, όπως και η διεθνοποίηση του Κυπριακού και ο αντί - κατοχικός αγώνας μπήκαν στο περιθώριο για να μη παραβλάψουν δήθεν τις διακοινοτικές συνομιλίες και την πολιτική της "προσεγγίσεως" με τους Τουρκοκυπρίους. Άρχισαν τότε να ατονούν και να εκλείπουν σταδιακά και οι μεγάλες αντί- κατοχικές εκδηλώσεις, όπως, μεταξύ άλλων, η Πορεία των Γυναικών για την Αμμόχωστο. Μπορεί κανείς να αναλογισθεί ποια θα ήταν σήμερα η σημασία και η δύναμη της διεθνούς αυτής εκδηλώσεως και πόσο θα μπορούσε να βοηθήσει και να λειτουργήσει αποτρεπτικά για όσα γίνονται σήμερα στα Βαρώσια. Υπονομεύθηκε όμως εκ των έσω από την πολιτική της δήθεν "προσεγγίσεως" με τους Τουρκοκυπρίους και της δήθεν "λύσεως", με διζωνική ομοσπονδία.
Βαρύτατες είναι και οι ευθύνες των Αθηνών, που προσποιούνται ότι "συμπαρίστανται" στην Κύπρο, αφήνοντας τους Τούρκους και τους Βρετανούς να οργιάζουν και να υπονομεύουν το εσωτερικό μέτωπο της Κύπρου, με στόχο την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την επιβολή δήθεν "λύσεως", που θα άνοιγε το δρόμο για την Τουρκοποίηση ολόκληρης της Κύπρου.
Οι μεγαλεπήβολες βλέψεις του Τούρκικου ηγεμονισμού στη Μεσόγειο και στην ευρύτερη περιοχή, άνοιξαν νέες προοπτικές και ενίσχυσαν τη θέση της Ελλάδος και της Κύπρου. Αντί όμως το εσωτερικό μέτωπο της Κύπρου να εναρμονισθεί με τις νέες εξελίξεις και προοπτικές, έμεινε καθηλωμένο στην ίδια πολιτική, όπως καθηλωμένη και προσχηματική έμεινε και η πολιτική των Αθηνών. Αυτό αφήνει επικρεμάμενο τον κίνδυνο μια καταστροφική "λύση" στο Κυπριακό να οδηγήσει όχι μόνον στη δορυφοροποίηση από την Άγκυρα ολόκληρης της Κύπρου, αλλά αυτή να χρησιμοποιηθεί επίσης ως μοχλός για τον διεμβολισμό και την πλήρη ανατροπή των στρατηγικών συμμαχιών και της στρατηγικής παρουσίας της Ελλάδος στην Ανατολική Μεσόγειο.