Πως οι ΗΠΑ κατακερματίζουν την Ευρώπη

Καθώς η Γηραιά Ήπειρος ολισθαίνει αναπόφευκτα προς μια μεγάλη οικονομική ύφεση, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία, και οι διαμαρτυρίες αυξάνονται​, η Ευρωπαϊκή Ένωση δε μπορεί να ασκήσει παρά ελάχιστη ή καθόλου επιρροή στη διαμόρφωση οποιουδήποτε τελικού αποτελέσματος. Αυτό, είτε θα καθοριστεί από τη Μόσχα,είτε θα συμφωνηθεί μεταξύ Μόσχας και Ουάσινγκτον και πάντως χωρίς να ερωτηθεί το ''Διευθυντήριο'' των Βρυξελλών. Όλα αυτά συμβαίνουν επειδή η ΕΕ επέτρεψε στους ρωσοφοβικούς ζηλωτές να καθοδηγήσουν την εξωτερική της πολιτική.

Από: peripolemou.gr  / Γράφει ο Φίλιππος Μπουράτογλου

Η Ευρώπη των Βρυξελλών πρόκειται να βρεθεί λίαν συντόμως τραγικά απομονωμένη, με έναν μόνο αδύναμο ομφάλιο λώρο να τη συνδέει με τις Ηνωμένες Πολιτείες.Εκτός από την ουσιαστική διακοπή των σχέσεών της με τη Ρωσική Ομοσπονδία (ίσως και την Κίνα), προβλήματα θα αντιμετωπίσει σε κάθε περιοχή του Κόσμου που βρίσκεται εκτός της σφαίρας επιρροής της Ουάσινγκτον. Η Μέση Ανατολή είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Ήδη στις χώρες της Αραβικής Χερσονήσου και του Περσικού Κόλπου(όπως και στη Βόρειο Αφρική), οι Ρώσοι και οι Κινέζοι είναι αυτοί που θεωρούνται προνομιακοί συνομιλητές και σε καμιά περίπτωση οι Ευρωπαίοι.

Στις ίδιες τις ΗΠΑ, λαμβάνει χώρα μία γιγαντιαία πολιτική σύγκρουση ανάμεσα στους ''ιέρακες'' του Πολέμου (όπως ο Γερουσιαστής Γκράχαμ) και στην παράταξη των ''Ρεαλιστών'', με τον γηραιό και πολύπειρο πρώην ΥΠΕΞ Χένρυ Κίσινγκερ να βρίσκεται κάπου ενδιάμεσα.

Το ιστορικό μιας αυτοκαταστροφικής πορείας.

Στην Ευρώπη υπάρχουν παρόμοιες διαστάσεις απόψεων. Αλλά είναι δομικά διαφορετικές. Για να κατανοήσουμε τον ευρωπαϊκό πολιτικό κατακερματισμό, πρέπει να επιστρέψουμε στη διαβόητη Σύνοδο της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας στο Βουκουρέστι, το 2008. Εκεί ήταν που άνοιξε για πρώτη φορά η πόρτα για την ένταξη της Ουκρανίας και της Γεωργίας στο ΝΑΤΟ.

Το πιο κρίσιμο στοιχείο σε εκείνη τη Σύνοδο, ήταν το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δέχθηκε να παραιτηθεί από την άσκηση αυτόνομης και κυρίαρχης ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής σε ολόκληρη την Ευρασία, επιτρέποντας στους ''ρωσοφοβικούς'' να αναλάβουν τα ηνία. Πολύ σύντομα η συνολική δομή εξουσίας της ΕΕ μετατοπίστηκε προς πιο φιλοαμερικανικές και φιλονατοϊκές θέσεις, αρχικώς υπό την πίεση του λεγομένου ''κεντροευρωπαϊσμού'' της Αμερικανίδος ΥΠΕΞ Madeleine Albright, και στη συνέχεια με τη χειραγώγηση του ''ρωσοφοβικού'' μπλοκ εντός της Ένωσης από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και τους συμμάχους του στο γερμανικό Κόμμα των Πρασίνων και στην Ευρωπαική Επιτροπή.

Ο ''κεντροευρωπαϊσμός'' αναφέρεται στην τάση μιας σημαντικής μερίδας του αμερικανικού κατεστημένου (που ταυτίζεται περισσότερο με το Δημοκρατικό Κόμμα), να θεωρεί ως σημαντικότερα τα όψιμα μέλη της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας που προέρχονται κυρίως από την κεντρική και ανατολική Ευρώπη,δηλαδή από την παλαιά σοβιετική σφαίρα επιρροής. Αλλά αυτές ακριβώς οι χώρες (οι πλείστες εκ των οποίων είναι και μέλη της ΕΕ) είναι οι πλέον ''ρωσοφοβικές'' και κατά συνέπεια οι πλέον προσκείμενες στον Ατλαντισμό, τον οποίον θεωρούν ως πολιτικό και στρατιωτικό αντίβαρο έναντι της ''ρωσικής απειλής''.

Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση (αναφερόμαστε στον πυρήνα της, που παραδοσιακά συσπειρωνόταν γύρω από τον γαλλο-γερμανικό άξονα) μπορεί να ανακτήσει την πολιτική της αυτονομία και να παραμερίσει με αποφασιστικό τρόπο τους ''μαξιμαλιστές'' του πολέμου της Ουκρανίας- τουλάχιστον όχι στο ορατό μέλλον. Οι λόγοι είναι ποικίλοι. Σε μεταγενέστερο χρόνο, η ηγεσία της ΕΕ φαίνεται πως αντιτάχθηκε αναδρομικώς στη Διακήρυξη του Βουκουρεστίου, του 2008. Ωστόσο, έμεινε μάλλον σιωπηλή στην αντίθεσή της, αντιμέτωπη με τον αυξανόμενο ριζοσπαστισμό που εξέπεμπε εντός της Ένωσης η πτέρυγα των Ατλαντιστών. Τα δυτικοευρωπαϊκά ΜΜΜ και η κοινή γνώμη αντιλαμβάνονται πλέον όλο και περισσότερο πόσο στρατηγικό υπήρξε αυτό το λάθος.

Οι ''μεγάλοι παίκτες'' της ΕΕ έπεσαν για δεύτερη φορά σε παγίδα, όταν ο Πρόεδρος της Ουκρανίας Πέτρο Ποροσένκο(2014-2019) και οι Ατλαντιστές εντός της ΕΕ πίεζαν να αντιμετωπιστούν οι συμφωνίες του Μινσκ (5 Σεπτεμβρίου 2014 και 12 Φεβρουαρίου 2015) ως προκάλυμμα, προκειμένου να κερδηθεί χρόνος για τον επανεξοπλισμό και την επανεκπαίδευση του ουκρανικού στρατού. Σαφής πρόθεση του φιλοπόλεμου μπλοκ ωστόσο δεν ήταν η επαύξηση των δυνατοτήτων αυτοάμυνας της Ουκρανίας, αλλά ένας δεύτερος γύρος στρατιωτικής σύγκρουσης στις περιφέρειες του Donbass.

Το σιωπηλό κενό που ακολούθησε και πάλι, εξελίχθηκε τελικώς σε μία απολύτως τοξική κατάσταση για τις ευρωπαϊκές ηγεσίες. Και η ΕΕ ως συλλογικός οργανισμός κατέστη όμηρος ενός τερατώδους ιστορικού και πολιτικού ψέμματος των Ατλαντιστών: ότι δηλαδή η Ουκρανία είναι ένα ενιαίο κράτος, του οποίου η φυσική φιλοδοξία για εθνική κυριαρχία και ανεξαρτησία (και η επιθυμία να γίνει μέλος της ΕΕ ή του ΝΑΤΟ) καταστέλλεται σκληρά από τους Ρώσους.Υιοθετώντας τη ''γραμμή'' της Ουάσιγκτον και των αντιπροσώπων της στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, η Ευρώπη απλώς εξάλειψε την πραγματικότητα της σύγκρουσης στην Ουκρανία χάριν μιας φαντασίωσης, την οποία και αποδέχθηκε.

Η ιστορική αλήθεια παρά ταύτα είναι ότι η σύγχρονη Ουκρανία δεν αποτελεί τίποτε άλλο παρά ένα ''έθνος'' (ένα μόρφωμα στην πραγματικότητα) που σχηματοποιήθηκε σε διαφορετικές εποχές και περιλαμβάνει διαφορετικά εθνολογικά στοιχεία. Τα στοιχεία αυτά περιφρονούν το ένα την ιστορική αφήγηση του άλλου, ανάγουν την ύπαρξή τους σε διαφορετική πολιτισμική κληρονομιά και έχουν τελείως διαφορετικό όραμα για το μέλλον. Οι ''Ουκρανοί'' βρίσκονται ουσιαστικώς σε εμφύλιο πόλεμο τουλάχιστον από το 1941.Από αυτήν την άποψη, το ουκρανικό πρόβλημα είναι τόσο περίπλοκο όσο και κείνο της Βορείου Ιρλανδίας.​Και είναι δεδομένο ότι αφού δε βρέθηκε κάποια μαγική λύση για την Β.Ιρλανδία, δεν αναμένουμε να βρεθεί ούτε για την Ουκρανία.

Για να το πούμε ξεκάθαρα, η ηγεσία της ΕΕ κατάφερε -σε ένα ακόμη σημαντικό ζήτημα- να πυροβολήσει τα πόδια της. Η παρανοϊκή αφήγηση της κυρίας Victoria Neu​land, υφυπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, επικράτησε. Και ηγέτες (εντός ή εκτός εισαγωγικών) όπως ο Εμμανουέλ Μακρόν και ο Όλαφ Σολτς, περιορίστηκαν να επαναλαμβάνουν κουραστικές κοινοτοπίες περί κατάπαυσης του πυρός ή περί πλήρους απόσυρσης των ρωσικών δυνάμεων από το ουκρανικό έδαφος, ενώ δεν αναφέρονται καθόλου σε πολύ σοβαρά ζητήματα όπως η αθέτηση των συμφωνιών του Μινσκ από πλευράς Ουκρανίας. Αλλά αυτές οι συμφωνίες αποτελούσαν ίσως και τον μοναδικό τρόπο για την εξεύρεση λύσης σε ένα τόσο περίπλοκο ζήτημα, όπως η συνύπαρξη δύο αντιμαχομένων κοινοτήτων στο εσωτερικό του ίδιου κράτους.

Πώς γίνεται οι ηγέτες της ΕΕ να μην καταλαβαίνουν (έστω και μόνο από την εμπειρία της Β.Ιρλανδίας, στην οποία αναφερθήκαμε προηγουμένως) πόσο μεγάλη αφέλεια αποτελεί να προσδοκά κάποιος την κατάπαυση του πυρός ή την εθελουσία απόσυρση των Ενόπλων Δυνάμεων της Ρωσικής Ομοσπονδίας; Οι Δυτικοί που ζουν σε σταθερές, ευημερούσες κοινωνίες συχνά δυσκολεύονται να κατανοήσουν τα βαθιά ριζωμένα μίση που στροβιλίζονται σε τέτοιες διχασμένες κοινότητες. Εκεί, οι αναμνήσεις αδικιών που διεπράχθησαν εκατοντάδες χρόνια πριν γίνονται αισθητές σα να συνέβησαν μόλις χθες.

Η διάσπαση της ΕΕ ως αναπόφευκτη προοπτική.

Είναι δυνατόν όλοι αυτοί οι γεωπολιτικοί κλυδωνισμοί να οδηγήσουν στη διάσπαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Λοιπόν, πρέπει να παραδεχθούμε πως η ΕΕ έχει ήδη μια σειρά από ελαττώματα​ και έχει διαπράξει μεγάλα σφάλματα- το μεγαλύτερο είναι αυτό της ''κατασκευής'' του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος (του ευρώ), που εισήχθη σε οικονομίες με εντελώς διαφορετικές δομές και εντελώς διαφορετική δυναμική. Το ευρώ ''κλείδωσε'' ένα υποτιμημένο πεδίο ανταγωνισμού για τους οικονομικά εύρωστους Ευρωπαίους της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης ​, οι οποίοι παρεμπιπτόντως είναι και ζηλωτές της εφαρμογής μιας πολύ αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής​. ​Και ένα άλλο υπερτιμημένο οικονομικό πεδίο για τους βαλλόμενους από τον πληθωρισμό νότιους, που είχε ως αποτέλεσμα οι βιομηχανίες τους να απορροφηθούν από το Βορρά.

Αν θέλουμε μάλιστα να διαβάσουμε πίσω από τις γραμμές, θα διαπιστώσουμε -με κάποια έκπληξη ίσως- ότι το οικονομικό χάσμα μεταξύ Βορρά και Νότου συμπίπτει (ως έναν βαθμό) με το βαθύ πολιτισμικό και ιδεολογικό ρήγμα μεταξύ νοτιοευρωπαίων, υπερμάχων της Παράδοσης, και βορειοευρωπαίων, οπαδών της μεταμοντέρνας woke κουλτούρας.

Αλλά αυτός ο νέος διχασμός που βρίσκεται εν εξελίξει μπροστά στα μάτια μας, δηλαδή οι φιλοπόλεμοι ριζοσπάστες οπαδοί του Ατλαντισμού από τη μια και η Παλαιά Ευρώπη της λεγομένης ''Ρεαλιστικής Σχολής'' των Διεθνών Σχέσεων από την άλλη, είναι πιθανό ότι θα ξεπεράσει και θα επισκιάσει όλες τις παλιές διαιρέσεις.​ Κάτι τέτοιο είναι απολύτως κατανοητό,καθώς οι ''μαξιμαλιστές'' του ουκρανικού ζητήματος έχουν κατορθώσει να θέσουν την ΕΕ σε μια σταθερή πορεία στρατιωτικής κλιμάκωσης. Και μια κλιμάκωση για ''όσο χρειαστεί'', ενέχει τον ορατό πλέον κίνδυνο απευθείας πολεμικής αναμέτρησης με τη Ρωσική Ομοσπονδία. Η ηγεσία της Ευρώπης κυριολεκτικώς ''παίζει το κεφάλι της'' λοιπόν,καθώς είναι απίθανο ότι θα επιβιώσει μιας τέτοιας εξέλιξης.

Από την άλλη πλευρά οι σκληρές οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας ,η οποία υπήρξε στο πρόσφατο παρελθόν βασικός ενεργειακός και εμπορικός εταίρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως και οι αλόγιστες χορηγίες (σε χρήματα και πολεμικό υλικό) προς τη μαχόμενη Ουκρανία, ισοδυναμούν με την τοποθέτηση μιας τεράστιας βραδυφλεγούς βόμβας στα ίδια τα θεμέλια της ευρωπαϊκής οικονομικής ευρωστίας.Και ενώ κάποιες χώρες όπως η Πολωνία και οι Δημοκρατίες της Βαλτικής πλουτίζουν μοχλεύοντας έναν παροξυσμό επιθετικότητας προς τη Ρωσία και δεχόμενες γενναίες πιστώσεις, η Παλαιά Ευρώπη διολισθαίνει προς την οικονομική ''Κόλαση''. Με τη χρηματοπιστωτική της φερεγγυότητα να αμφισβητείται όλο και περισσότερο και με το τραπεζικό της σύστημα να ελέγχεται όσο ποτέ άλλοτε, η άλλοτε κραταιά ευρωπαϊκή οικονομία μεταβάλλεται στον ''Μεγάλο Ασθενή'' της υφηλίου.

Παρά ταύτα οι Βρυξέλλες εξακολουθούν να αισιοδοξούν(φαινομενικώς τουλάχιστον) και να πιστεύουν ότι -αν και αδύναμη στρατιωτικώς- η ΕΕ θα έχει σημαντικό λόγο σε οποιεσδήποτε μελλοντικές διαπραγματεύσεις, καθώς είναι η οικονομική εκείνη δύναμη που θα χρηματοδοτήσει την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας και θα διαχειρισθεί τις διαδικασίες ένταξης του ουκρανικού Κράτους στην ενιαία αγορά της ΕΕ (τελωνειακή ένωση), ή ακόμα και στην ίδια την ΕΕ.

Μια τέτοια αισιοδοξία ωστόσο είναι παντελώς σαθρή, καθώς βασίζεται εξ αρχής σε προβλέψεις που δεν είναι καθόλου ασφαλείς. Θα υπάρξει άραγε ξεκάθαρο αποτέλεσμα στο πεδίο της μάχης; Και, αν υπάρξει, θα είναι υπέρ του σημερινού ουκρανικού Καθεστώτος; Το σύστημα παραγωγής και μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας της Ουκρανίας ταλαντεύεται στο χείλος της δομικής κατάρρευσης, εδώ και μήνες. Η οικονομία της Ουκρανίας βρίσκεται στα έσχατα όριά της και η ικανότητα του Κιέβου να προωθεί στρατιωτικές δυνάμεις προς την πρώτη γραμμή του μετώπου είναι πλέον πολύ αμφίβολη. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, η στρατηγικής σημασίας πόλη-οχυρό του Μπακχμούτ στα ανατολικά της χώρας είναι έτοιμη να πέσει στα χέρια των Ρώσων και η γενικότερη στρατιωτική κατάσταση είναι πιθανό να γίνει δυσμενέστερη για τους Ουκρανούς πολύ σύντομα.

Ό,τι συνδέεται γενικώς με την τρέχουσα πολεμική αναμέτρηση, βρίσκεται ''στα όρια''. Κανείς δε μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο να έχει επιλέξει σκοπίμως η Ρωσία έναν πόλεμο φθοράς που θα οδηγήσει την Ουκρανία σε οικονομική και στρατιωτική εξάντληση, έως ότου ο πολεμικός της μηχανισμός ακινητοποιηθεί και οι ''μυλόπετρες'' που κινούν το εγχείρημα σταματήσουν να γυρίζουν.

Το μόνο βέβαιο λοιπόν είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πληρώσει την κρίση της Ουκρανίας- τοις μετρητοίς μάλιστα και πολύ ακριβά. Ταυτοχρόνως,το πιο πιθανό είναι πως δε θα έχει λόγο σε κανέναν μελλοντικό διακανονισμό, που θα συμφωνηθεί αποκλειστικώς μεταξύ της Ουάσινγκτον και της Μόσχας, αφού κανένας Ευρωπαίος ηγέτης δε διαθέτει το ειδικό βάρος ώστε να εισακουσθεί από τους μεγαλύτερους ''παίκτες''. Η ηγετική τάξη της ΕΕ μπορεί να ζει σε φαντασιώσεις σχετικώς με τον ρόλο της και τη σημασία της στις διεθνείς υποθέσεις. Αλλά ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, αντιπρόεδρος του ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας, έγραφε πριν λίγες ημέρες ότι​, ​για τη Ρωσία, δε θα υπάρξει αποκατάσταση των σχέσεων με τη Δύση για χρόνια ή ακόμη και δεκαετίες: ''Από εδώ και στο εξής θα κάνουμε χωρίς αυτούς, μέχρι να έρθει στην εξουσία μια νέα γενιά λογικών πολιτικών."


Πόσο σοβαρός είναι αυτός ο νέος διχασμός εντός του ευρωπαϊκού οικοδομήματος; Λοιπόν, ας το δούμε ξεκάθαρα. Η Ευρώπη ουσιαστικώς έχει ήδη διασπαστεί. Μπορούμε να αναμένουμε και την τυπική έκδοση του ''διαζυγίου'' μέσα στα επόμενα χρόνια,αν και είναι αλήθεια ότι αυτή η διαδικασία ίσως να αργήσει.

Μία σημαντική ομάδα μελών της ΕΕ ( κυρίως στην ανατολική της περιφέρεια ), με την ξεκάθαρη υποστήριξη της Ουάσινγκτον, επιθυμεί την ανοιχτή πολεμική σύγκρουση με τη Ρωσική Ομοσπονδία, προκειμένου να εκδικηθεί για τα ''δεινά'' -πραγματικά ή φανταστικά- που θεωρεί ότι υπέστη από τον ''Ρωσικό Κόσμο''. Η συμπεριφορά αυτών των χωρών,που πιστεύουν ότι μπορούν να παραμείνουν ασφαλείς καλυπτόμενες πίσω από τη στρατιωτική δύναμη των ΗΠΑ ,είναι πέρα ως πέρα αλαζονική και απαξιωτική προς τους ''εταίρους'' τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Στην αντίπερα όχθη στέκεται η λεγομένη ''Παλαιά'' Ευρώπη, η οποία διαβλέπει όχι μόνο τους κινδύνους της πολεμικής σύγκρουσης με μια πυρηνική Δύναμη αλλά και την πιθανότητα να απωλέσει οριστικώς το οικονομικό της πλεονέκτημα -εφόσον η ευημερία της περνούσε, σε μεγάλο βαθμό,μέσα από το πλέγμα των ενεργειακών και εμπορικών δεσμών με τη Ρωσική Ομοσπονδία.Οι επιλογές της είναι δύο:είτε να παραμείνει σιωπηλή και απαθής, παρακολουθώντας τους ''ζηλωτές'' του Ατλαντισμού να θέτουν σταδιακώς εν αμφιβόλω ακόμη και την ίδια της την ύπαρξη. Είτε να λάβει μια σειρά από δραστικά μέτρα και να υιοθετήσει ριζοσπαστικές αλλαγές ως προς τη δομή και τη διάρθρωση της Ενωμένης Ευρώπης -αλλαγές που θα σημάνουν το τέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως την ξέρουμε.


*Φίλιππος Μπουράτογλου – Απόφοιτος του Κέντρου Γεωπολιτικών Αναλύσεων του NewYorkCollege - Ιστορικός ερευνητης - Εκπαιδευτής πολεμικών τεχνών
Νεότερη Παλαιότερη
--------------
Ακούστε το τελευταίο ηχητικό από τη ΜΕΣΗ ΓΡΑΜΜΗ


Η Freepen.gr ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει για τα άρθρα / αναρτήσεις που δημοσιεύονται και απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους και δε σημαίνει πως τα υιοθετεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών ή ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα, επικοινωνήστε μέσω e-mail