Πώς η Τουρκία «έκλεψε» την Αλεξανδρέτα από τη Γαλλία χωρίς πόλεμο

Οι μεθοδεύσεις και οι δόλιες πρακτικές των Τούρκων, με τις οποίες κατάφεραν να καταλάβουν την Iskendenderun και τη γύρω περιοχή της το 1938-1939

Οι ικανότητες και τα επιτεύγματα της τουρκικής διπλωματίας, αναγνωρίζονται σχεδόν από όλους. Τωρινό παράδειγμα αποτελεί η επαμφοτερίζουσα στάση της Τουρκίας στο θέμα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Η γειτονική μας χώρα, ως άλλος δεινός ισορροπιστής, πατά σε, τουλάχιστον, δύο βάρκες, με ζηλευτή, ως τώρα, επιτυχία. Βέβαια οι ικανότητες αυτές είναι διαχρονικές. 

Από: Πρώτο Θέμα - Μιχάλης Στούκας

Ας μην ξεχνάμε πώς δόθηκε στην Τουρκία η Ανατολική Θράκη το 1922: «… χωρίς να ριφθεί ούτε ένας πυροβολισμός», όπως είπε ο Ισμέτ Ινονού στον Σπυρίδωνα Μαρκεζίνη πενήντα χρόνια αργότερα.

Ένα ακόμα παράδειγμα που δείχνει την διπλωματική ευφυΐα των Τούρκων είναι το πώς κατάφεραν να τους δοθεί το 1939, χωρίς ιδιαίτερο κόπο, η Αλεξανδρέτα, ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια της Ανατολικής Μεσογείου, που ανήκε ως τότε στη Γαλλία και η γύρω περιοχή της. Και αν η ιστορία της Ανατολικής Θράκης είναι γνωστή στους περισσότερους, το θέμα της Αλεξανδρέτας μάλλον το γνωρίζουν ελάχιστοι…



Η ιστορία της Αλεξανδρέτας

Η Αλεξανδρέτα είναι πόλη της Τουρκίας στη Μεσόγειο, η οποία ανήκει στην επαρχία της Αντιόχειας. Βρίσκεται πολύ κοντά στη θέση της πόλης «Αλεξάνδρεια παρά την Ισσόν», που ιδρύθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο σε ανάμνηση της νίκης του επί του Δαρείου στην Ισσό, το 333 π.Χ.

Τον 7ο αιώνα κατακτήθηκε από τους Άραβες και πήρε το όνομα αλ- Ισκανταρούν (Ισκάνταρ είναι το όνομα του Μεγάλου Αλεξάνδρου στα περσικά). Οι δυτικοί προσκυνητές και οι σταυροφόροι την αποκαλούσαν Αλεξανδρέτα, προφανώς ως υποκοριστικό, για να ξεχωρίζει από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Με τη Συνθήκη της Άγκυρας το 1921, το σαντζάκι της Αλεξανδρέτας προσαρτήθηκε στο γαλλικό προτεκτοράτο της Συρίας.

Οι τουρκικές βλέψεις στην Αλεξανδρέτα μετά το 1921

Ο Κεμάλ Ατατούρκ βλέποντας τη διαφοροποίηση της Γαλλίας από τους Έλληνες και τους Βρετανούς στο μικρασιατικό μέτωπο, δέχτηκε το αίτημα των Γάλλων να αναγνωρίσει την εντολή τους στη Συρία, συμπεριλαμβανομένης και της Αλεξανδρέτας, με τα βόρεια σύνορά της. Ως μέρος της συμφωνίας που υπογράφτηκε τον Μάρτιο του 1921, οι Γάλλοι υποσχέθηκαν να παραχωρήσουν ιδιαίτερα προνόμια στην τουρκική μειονότητα που ζούσε στο λιμάνι και τα περίχωρα της Αλεξανδρέτας. Η τουρκική γλώσσα θα ήταν ισότιμη με την αραβική και την τουρκική.

Οι Τούρκοι θα είχαν ασφάλεια στην εργασία τους, ενώ στα σχολικά προγράμματα θα δινόταν έμφαση στην ιστορία και την πολιτιστική τους παράδοση…
Ο Κεμάλ Ατατούρκ, επισήμως, δεν ανέφερε τίποτα για την Αλεξανδρέτα, ως τις τελευταίες μέρες της ζωής του. Όμως ενοχλήθηκε έντονα από την παράδοσή της στους Γάλλους και στη διάρκεια της σύγκρουσης με τη χώρα μας στη Μικρά Ασία είχε δηλώσει ότι οι Τούρκοι εθνικιστές ποτέ δεν θ’ απαρνηθούν την πόλη αυτή.



Μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Μοντρέ το 1936, φάνηκε ότι ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Τεφίκ Ρουστί Αράς θα αμφισβητούσε τον αγγλοϊρακινό έλεγχο στην πλούσια σε πετρέλαια περιοχή της Μοσούλης, όμως αυτός στράφηκε στην Αλεξανδρέτα.

Το 1936 στο Παρίσι σχηματίστηκε κυβέρνηση Λαϊκού Μετώπου υπό την ηγεσία του Λεόν Μπλουμ. Η κυβέρνηση αυτή αποφάσισε να καταργήσει την εντολή επί της Συρίας και να παραδώσει βαθμιαία τη διοίκηση στους εθνικιστές της Δαμασκού. Αμέσως ο Αράς αντέδρασε, λέγοντας ότι αν και είναι διατεθειμένος να εμπιστευθεί την τύχη της τουρκικής μειονότητας στη Γαλλία, δεν θα συνέχιζε να εμπιστεύεται την τύχη της στους «αμόρφωτους και χωρίς πολιτική πείρα Άραβες».

Ο Τούρκος ΥΠΕΞ ισχυρίστηκε ότι οι Τούρκοι αποτελούσαν την πλειοψηφία του πληθυσμού της πόλης, κάτι που δεν ίσχυε καθώς απογραφή της Κοινωνίας των Εθνών (ΚτΕ) κατέγραψε 129.000 Άραβες και 71.000 Τούρκους. Τότε ο Αράς απείλησε ότι θα αποχωρούσε η χώρα του από την ΚτΕ και θα προσέγγιζε τις χώρες που αρνούνταν πεισματικά να ενταχθούν σ’ αυτή, δηλαδή τη Γερμανία και Ιταλία.



Οι προσπάθειες της Τουρκίας να προσεγγίσει τη Γερμανία.

Οι Τούρκοι είχαν αρχίσει να προσεγγίζουν τους Γερμανούς πριν το 1935. Η πρώτη αντίδραση των τελευταίων ήρθε το 1935, όταν ο τραπεζίτης και Υπουργός Οικονομικών του Ράιχ Δρ. Γιάλμαρ Σαχτ ταξίδεψε σε πρωτεύουσες της Εγγύς και Μέσης Ανατολής, με στόχο να διευρύνει τις προοπτικές για τους Γερμανούς επιχειρηματίες στην περιοχή. Έκανε ένα σταθμό στην Άγκυρα για σύναψη συμφωνίας για λογαριασμό μιας γερμανικής κοινοπραξίας που θα κατασκεύαζε πολλές υψικαμίνους στην Τουρκία. Την τελευταία στιγμή ο Ατατούρκ αρνήθηκε να υπογράψει τη συμφωνία.

Έδωσε όμως στον Σαχτ, ως εκπρόσωπο του συγκροτήματος Κρουπ, μια μεγάλη παραγγελία για εξοπλισμό. Στον τραπεζίτη είπε ότι τα όπλα θα χρησιμοποιούνταν για τον επανεξοπλισμό των Στενών, αλλά δεν αποκλείεται να τα αξιοποιήσουν και εναντίον των Σύρων και των Γάλλων κατά μήκος των νότιων συνόρων της Τουρκίας. Ο Σαχτ επισήμανε σε αναφορά στην κυβέρνησή του, ότι η Γερμανία δεν έπρεπε να εμπλακεί στο θέμα των εδαφικών βλέψεων της Τουρκίας και ότι ήταν προτιμότερο να προσεγγίσει τους Άραβες, ωθώντας τους να κινηθούν εναντίον των Βρετανών στην Αίγυπτο. Όμως το γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών δεν υιοθέτησε τις προτάσεις του.

Το πρόβλημα του Βερολίνου ήταν ότι κάποιοι όροι της Συνθήκης του Μοντρέ έθεταν περιορισμούς για τον τύπο και τη χωρητικότητα των πλοίων που περνούσαν τα Στενά σε καιρό ειρήνης. Οι Γερμανοί θεωρούσαν ότι αυτοί οι όροι αποσκοπούσαν κυρίως στο να αποκλείσουν τα δικά της πολεμικά «πλοία τσέπης» από την περιοχή. Ζήτησαν μάλιστα από τους Τούρκους να απαλείψουν αυτούς τους όρους. Οι Τούρκοι δεν δέχτηκαν και υπενθύμισαν στους Γερμανούς ότι δεν ήταν μία από μεσογειακές δυνάμεις και συνεπώς δεν μπορούσαν να ζητούν προνομιακή μεταχείριση. Η απάντηση αυτή προκάλεσε ψυχρότητα στις γερμανοτουρκικές σχέσεις, η οποία όμως τερματίστηκε σύντομα.


Τον Ιανουάριο του 1937 η ΚτΕ διακήρυξε την αυτονομία της Αλεξανδρέτας και των περιχώρων της. Οι Αρχές της πόλης θα μπορούσαν να διαχειρίζονται τις τοπικές υποθέσεις, ανεξάρτητα από τις συριακές Αρχές της Δαμασκού. Οι Τούρκοι χρησιμοποίησαν αυτή την κατάσταση σαν δικαιολογία για να επιτεθούν εναντίον των Χριστιανών και των Μουσουλμάνων Αράβων γειτόνων τους, δολοφονώντας τόσο πολλούς ώστε να υπάρξει στην Αλεξανδρέτα μια τουρκική πλειοψηφία. Η τουρκική κυβέρνηση, επίσημα καταδίκασε τα εγκλήματα αυτά, μυστικά όμως τα ενθάρρυνε στέλνοντας Κούρκους νομάδες να περάσουν τα σύνορα και να δολοφονήσουν Άραβες στην Αλεξανδρέτα. Χριστιανικές εκκλησίες και τζαμιά βεβηλώθηκαν χωρίς διάκριση.

Ταυτόχρονα οι Τούρκοι έκαναν νέα έκκληση για γερμανική βοήθεια, καθώς ομάδες Τούρκων επισκέφθηκαν τον Φριτς Ζάιλερ, Γερμανό πρόξενο στη Βηρυτό ζητώντας χρήματα και όπλα για τον αγώνα τους εναντίον της αραβικής κυριαρχίας. Οι Γερμανοί δεν ήθελαν να ενισχύσουν τους Τούρκους, αλλά ταυτόχρονα απέφευγαν να τους καταδικάσουν. Την ίδια περίοδο και η Ιταλία μέσω του νέου προξένου της στη Συρία Μπίβιο Σμπράνα, έδειξε το ενδιαφέρον της για την περιοχή που βρισκόταν υπό γαλλική εντολή . Αλλεπάλληλες προσπάθειες των Τούρκων να προσεγγίσουν τους Γερμανούς απέτυχαν. Αλλά και οι κινήσεις των Αράβων προς το Βερολίνο δεν είχαν απτά αποτελέσματα.

Όταν στα μέσα του 1938 ανέλαβε Υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας ο φον Ρίμπεντροπ, υιοθέτησε την άποψη ότι οι Άραβες ήταν ξενόφοβοι, ενώ οι Τούρκοι, συνηθισμένοι για αιώνες σε επαφές με την Ευρώπη, ανέχονταν και υιοθετούσαν τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής. Όρισε δε την πολιτική του Ράιχ, τόσο απέναντι στους Άραβες, όσο και απέναντι στους Τούρκους, ως πολιτική μη ανάληψης υποχρεώσεων. Έμμεσα όμως η στάση των Γερμανών ευνοούσε τους Τούρκους.



Τα γεγονότα του 1938 στην Αλεξανδρέτα και το «κάλπικο» δημοψήφισμα του 1939.

Στο μεταξύ στην Αλεξανδρέτα οι Τούρκοι της πόλης ξεκίνησαν μεταρρυθμίσεις παρόμοιες με εκείνες του Ατατούρκ και σχημάτισαν διάφορες οργανώσεις και θεσμούς για να προωθήσουν την ιδέα της ένωσης με την Τουρκία.

Στον αντίποδα της προσπάθειας για αραβοποίηση της περιοχής, ο Ατατούρκ επινόησε τον όρο Hatay(Χατάι) για το σαντζάκι της Αλεξανδρέτας, παραπέμποντας στους Χετταίους(!), οι τελευταίοι από τους οποίους εξαφανίστηκαν γύρω στο 700 π.Χ. Είχε προηγηθεί η καταστροφή τους το 1.200 π.Χ. από επιδρομή των Λαών της Θάλασσας. Ο Ατατούρκ μάλιστα έφερε το ζήτημα του Hatay στην ΚτΕ.

Με την απόφαση της Εθνοσυνέλευσης του Χατάι στις 2 Σεπτεμβρίου 1938 ανακοινώθηκε η ίδρυση του κράτους του Χατάι (Etout du Hatay). Ο Tayfur Sokmen εκλέχθηκε αρχηγός του κράτους, ο Abdurrahman Melek πρωθυπουργός και ο Abdulgani Turkmen πρόεδρος του Κοινοβουλίου. Αποφασίστηκε ότι οι εξωτερικές και οικονομικές σχέσεις, η εδαφική ακεραιότητα και τα τελωνεία θα ελέγχονταν από τη Γαλλία και την Τουρκία.

Ο Τεφίκ Ρουστού Αράς (πρόκειται για τον ίδιο, ο οποίος την Παρασκευή 31 Ιουλίου 1936 είπε στην τουρκική εθνοσυνέλευση: «Οι διατάξεις που αναφέρονται στα νησιά Λήμνος και Σαμοθράκη, τα οποία ανήκουν στη φίλη και γείτονα Ελλάδα και είναι αποστρατιωτικοποιημένα βάσει των σχετικών διατάξεων της Συμβάσεως της Λωζάνης, καταργούνται και αυτές από τη Σύμβαση του Μοντρέ»), ζήτησε από τους Γάλλους να αφήσουν τον τουρκικό στρατό να καταλάβει την Αλεξανδρέτα. Το Παρίσι ήταν διατεθειμένο να συζητήσει το θέμα, ήθελε όμως σε κάθε συμφωνία να σταθεί ένας όρος με τον οποίο θα αποκλειόταν οποιαδήποτε περαιτέρω τουρκική επέκταση στη Συρία, καθώς Γερμανοί, Γάλλοι, Βρετανοί και Έλληνες διπλωματικοί παρατηρητές πίστευαν ότι οι Τούρκοι είχαν εδαφικές βλέψεις στο Χαλέπι, τη Μοσούλη, την Τρίπολη του Λιβάνου και ακόμα πιο μακριά.

Ο Αράς αρνήθηκε να αποδεχθεί αυτό τον όρο. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Γάλλοι πίστευαν ότι οι Τούρκοι ήθελαν τα σύνορά τους να φτάσουν στη Χάιφα! Από την άλλη πλευρά, ο Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών Ίντεν είπε σε αξιωματούχους του Φόρεϊν Όφις ότι η Τουρκία «έκλεινε» προς τον Άξονα, αν και δεν γνώριζε την ύπαρξη σχετικής συμφωνίας. Πραγματικά δεν υπήρχε καμία τέτοια συμφωνία. Η Γαλλία όμως που έβλεπε ότι πλησίαζε ο νέος μεγάλος πόλεμος ήθελε να απεμπλακεί από τα εδάφη της Συρίας. Έτσι συμφώνησε να επιτρέψει στην Τουρκία να στείλει στρατό στην περιοχή της Αλεξανδρέτας.


Το 1939 τουρκικά στρατεύματα με επικεφαλής τον Συνταγματάρχη Sukru Kanatli μπήκαν στην Αλεξανδρέτα. «Φέρνω τους χαιρετισμούς του Ατατούρκ, του στρατού και της πατρίδας στον λαό του Χατάι», είπε επευφημούμενος από τους συγκεντρωμένους Τούρκους ο Kanatli. Τα προηγούμενα χρόνια η Τουρκία είχε φροντίσει να μετακινήσει στην Αλεξανδρέτα δημοσίους υπαλλήλους και χιλιάδες ακόμα Τούρκους «άσχετους» με την περιοχή, αλλοιώνοντας τη σύνθεση του πληθυσμού της. Είναι ενδεικτικό ότι ακόμα και στη Vikipedi ,τουρκική έκδοση της Wikipedia, αναφέρεται ότι σύμφωνα με γαλλική εκτίμηση του 1936 η πληθυσμιακή δομή του Hatay ήταν η εξής: Αλεβίτες Άραβες 61.600 (28%) Σουνίτες Άραβες 22.000 (10%), Έλληνες και άλλοι Χριστιανοί 17.600 (8%), Τούρκοι 85.800 (39%), Αρμένιοι 24.200 (11%) και Κιρκάσιοι, Εβραίοι και Κούρδοι 8.800 (4%). Συνολικός πληθυσμός 220.000.

Τα στοιχεία των Γάλλων επιβεβαιώνουν τα αντίστοιχα της ΚτΕ. Στις 23 Ιουλίου 1939 τα γαλλικά στρατεύματα εγκατέλειψαν της Αλεξανδρέτα. Στις 13 Αυγούστου 1939 έγινε ένα δημοψήφισμα – παρωδία με το οποίο οι Τούρκοι πήραν τις περισσότερες έδρες στο τοπικό Κοινοβούλιο. «Ουδέτερες εκλογές», γράφει η Vikipedi, ενώ σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ «στο δημοψήφισμα διαπιστώθηκε ότι ο τουρκικός πληθυσμός αποτελούσε τη μειοψηφία». Έτσι η περιοχή της Αλεξανδρέτας (Hatay) με συνολική έκταση 4.700 τ. χλμ. προσαρτήθηκε στην Τουρκία.

Οι αντιδράσεις για την παραχώρηση της Αλεξανδρέτας στην Τουρκία

Μετά την εξέλιξη αυτή κάποιες γαλλικές εφημερίδες έγραψαν ότι η παραχώρηση της Αλεξανδρέτας ήταν μια σωστή ενέργεια και αν είχε γίνει κάποια παρόμοια πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο θα είχε εμποδίσει την Τουρκία να προσχωρήσει τότε στον γερμανικό συνασπισμό. Όμως ο Αράς προσγείωσε απότομα τους Γάλλους και τους λοιπούς ονειροπόλους. Δήλωσε ότι η Τουρκία δεν είχε καμία υποχρέωση σε καμία κυβέρνηση και ότι μπορούσε να ρίξει το βάρος της σε οποιαδήποτε πλευρά επιθυμούσε. Λογική δήλωση, αν σκεφτούμε ότι το 1939 Γαλλία, Βρετανία και Γερμανία ανταγωνίζονταν για την εύνοια της Τουρκίας.

Έτσι, η Γαλλία υπέγραψε Σύμφωνο Φιλίας με την Τουρκία, η Μ. Βρετανία της παραχώρησε πίστωση 16 εκατομμυρίων στερλινών και ο Βάλτερ Φουνκ Υπουργός Οικονομικών του Ράιχ, πήγε στην Άγκυρα αεροπορικώς και υπέγραψε εμπορική συμφωνία μαμούθ: η Γερμανία δάνεισε στην Τουρκία 150 εκατομμύρια μάρκα, εξοφλητέα σε είδη (τουρκικό μαλλί, μοχέρ, βαμβάκι και ελαιόλαδο) , σε περίοδο δέκα ετών! Είναι χαρακτηριστικό ότι την ίδια συμφωνία είχαν προτείνει οι Τούρκοι τον Ιούλιο του 1937, όταν πήγε στο Βερολίνο ο Υπουργός Δημοσίων Έργων Αλή Τσετίνκαγια. Τότε οι Γερμανοί όχι μόνο αρνήθηκαν να δεχτούν την τουρκική πρόταση, την οποία δέχτηκαν ασθμαίνοντας δύο χρόνια αργότερα, αλλά επίσης αρνήθηκαν να σχολιάσουν το πρόβλημα της Αλεξανδρέτας, τον ρόλο της Ιταλίας στην Ανατολική Μεσόγειο ή τους μακροπρόθεσμους στόχους της εξωτερικής πολιτικής του Χίτλερ.

«Τα υποτυπώδη αγγλικά του Τούρκου και η έλλειψη αγωγής των νεότερων μελών της αποστολής του, δεν βοήθησαν καθόλου την κατάσταση και, στο τέλος των διαπραγματεύσεων δεν είχαν καταλήξει σε καμία απόφαση», γράφει ο Frank Gr. Weber. Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι οι Γερμανοί επιχειρηματίες δεν ήθελαν τα τούρκικα προϊόντα, αλλά το Βερολίνο τους επιχορηγούσε για να τα αγοράζουν και να τα εμπορεύονται! Οι Τούρκοι μονογράφησαν αυτή τη συμφωνία μια ακριβώς εβδομάδα πριν τον θάνατο του Ατατούρκ στις 10 Νοεμβρίου 1939.

Από την άλλη πλευρά, οι αραβικές εφημερίδες επιτέθηκαν με σφοδρότητα στην Τουρκία, τη Βρετανία και τη Γαλλία. Ιδιαίτερα έντονες ήταν οι αντιδράσεις στην άμεσα θιγόμενη Συρία, αξιωματούχοι της οποίας δήλωσαν ότι η Αλεξανδρέτα είναι τμήμα της επικράτειας της χώρας τους και δεν θα δεχτούν ποτέ την προσάρτησή της στην Τουρκία. Το 1982 σχολικά βιβλία της Συρίας είχαν συμπεριλάβει την περιοχή του Hatay στα εδάφη της χώρας, ενώ το 1989 ο τότε Υπουργός Πληροφοριών της χώρας Muhammed Salman είπε σε συνέντευξή του ότι το Hatay δεν ανήκει στην Τουρκία.

Η αλλαγή των δημογραφικών δεδομένων και ο φόβος του Τούρκου δημάρχου…

Ο εμφύλιος πόλεμος στην Συρία μετά το 2011 και η έκρυθμη κατάσταση στην περιοχή έχουν ως αποτέλεσμα και την αλλαγή των δημογραφικών δεδομένων στην περιοχή της Αλεξανδρέτας. Ενδεικτικά είναι όσα δήλωσε ο Δήμαρχος του Μητροπολιτικού Δήμου του Χατάι Luttu Savas στις 2 Οκτωβρίου 2022, απαντώντας στην ερώτηση «ποιος είναι ο φόβος σας»,. «Ο φόβος της απώλειας του Hatay, που προσθέσαμε στην πατρίδας μας με τον αγώνα μας...». Βέβαια δεν είπε ποιος ήταν αυτός ο αγώνας…

Οι Τούρκοι, όπως είδαμε, εκμεταλλεύτηκαν άριστα για μία ακόμη φορά τη γεωγραφική τους θέση, ενόψει Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τις διπλωματικές τους ικανότητες και προσάρτησαν το 1939 την κομβικής σημασίας περιοχή της Αλεξανδρέτας. Λένε ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται, έστω και ως φάρσα κάποτε… Ας μην ξεχνάμε όμως ότι μερικές φορές, ακόμα και η ιστορία, εκδικείται…

Πηγή: Frank G. Weber, «Ο Επιτήδειος Ουδέτερος», 6η έκδοση, ΘΕΤΙΛΗ.

Νεότερη Παλαιότερη
--------------
Ακούστε το τελευταίο ηχητικό από τη ΜΕΣΗ ΓΡΑΜΜΗ


Η Freepen.gr ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει για τα άρθρα / αναρτήσεις που δημοσιεύονται και απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους και δε σημαίνει πως τα υιοθετεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών ή ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα, επικοινωνήστε μέσω e-mail