Η Ουκρανία ισχυρίστηκε ότι δε γνώριζε πως η Ρωσία θα εισέβαλε. Τα στοιχεία λένε αλλιώς

Creative Commons
Καθώς το κόστος του εξάμηνου πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας συνεχίζει να συσσωρεύεται στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη – και ενώ αυξάνεται ο κίνδυνος τους επόμενους μήνες για ακόμη πιο σοβαρό πόνο στη Δύση – οι λαοί των ΗΠΑ και της Ευρώπης έχουν το δικαίωμα να αναρωτηθούν αν οι αρχές στο Κίεβο έκαναν ό,τι μπορούσαν για να αποτρέψουν τον πόλεμο πριν από την εισβολή της Μόσχας και αν κάνει ό,τι μπορεί τώρα για να τερματίσει τις μάχες. Μια προσεκτική εξέταση των διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων υποδηλώνει μερικές δυσάρεστες απαντήσεις.
 
Ντάνιελ Ντέιβις - 19fortyfive.com / Παρουσίαση Freepen.gr

Η υπεράσπιση των δημοκρατικών ιδεωδών και η υποστήριξη των θυμάτων επιθετικότητας είναι ουσιαστικά ενσωματωμένη στο αμερικανικό DNA, και σε πολλά σημεία τους τελευταίους αιώνες, οι ΗΠΑ έχουν χύσει πολύ αίμα για την υπεράσπιση άλλων. Αλλά δεν τολμάμε να γίνουμε τόσο καβαλάρηδες με την επέκταση της αμερικανικής στρατιωτικής υποστήριξης (ή την εισαγωγή αμερικανικών στρατευμάτων) προς όφελος άλλων εθνών ώστε να μην απαιτήσουμε να κάνουν πρώτα ό,τι μπορούν για να υποστηρίξουν τη δική τους άμυνα.

Θα πρέπει να περιμένουμε από την κυβέρνησή μας πρώτα να διασφαλίσει ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις μας θα παραμείνουν πλήρως ικανές να υπερασπιστούν τις ακτές μας και να μη διακινδυνεύσουν το αίμα των μελών των υπηρεσιών μας για ξένες αποστολές που δε συνδέονται με την υπεράσπιση της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ.

Όταν η αμερικανική στρατιωτική υποστήριξη λαμβάνεται από έναν σύμμαχο χωρίς συνθήκη, όταν ένα δεδομένο έθνος αρνείται να κάνει δύσκολες επιλογές για τη δική του ασφάλεια με την προσδοκία –αν όχι την απόλυτη απαίτηση– ότι οι ΗΠΑ θα παρέχουν ουσιαστική και απεριόριστη στρατιωτική υποστήριξη , τότε είναι σκόπιμο για την κυβέρνηση των ΗΠΑ να επανεξετάσει εάν, σε ποιο βαθμό και σε ποια χρονική περίοδο θα πρέπει να συμφωνήσει να παράσχει τέτοια υποστήριξη.



Όπως αποκαλύπτει αυτή η ανάλυση, αξιολογούμενη με βάση αυτό το πρότυπο, τόσο το Κίεβο όσο και η Ουάσιγκτον απέτυχαν.

Η δημόσια προειδοποίηση του Μπάιντεν για επικείμενη ρωσική επίθεση – και η άρνηση της Ουκρανίας να δράσει

Στις 18 Φεβρουαρίου, ο Πρόεδρος Μπάιντεν συγκλόνισε πολλούς σε όλο τον κόσμο όταν αποκάλυψε δημόσια και ρητά ότι οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών είχαν «λόγους να πιστεύουν πως οι ρωσικές δυνάμεις σχεδιάζουν, σκοπεύουν να επιτεθούν στην Ουκρανία την ερχόμενη εβδομάδα… είμαι πεπεισμένος (ο Πούτιν έχει) πήρε την απόφαση (να επιτεθεί)». Ήταν η πιο άμεση δημόσια δήλωση που είχε κάνει ο Μπάιντεν, αλλά στα παρασκήνια, προειδοποιούσε το Κίεβο για μια πιθανή ρωσική εισβολή για μήνες.

Η ουκρανική ηγεσία, ωστόσο, δεν ήταν διατεθειμένη να ενεργήσει βάσει των πληροφοριών. Μια πρόσφατη ανάλυση της Washington Post ανέφερε ότι η κύρια απάντηση του Προέδρου της Ουκρανίας Ζελένσκι ήταν ο σκεπτικισμός, αλλά ταυτόχρονα είχε σημαντικές απαιτήσεις από την Ουάσιγκτον. «Μπορείς να πεις ένα εκατομμύριο φορές «άκου, μπορεί να γίνει εισβολή». Εντάξει, μπορεί να γίνει εισβολή», είπε απορριπτικά ο Ζελένσκι, αλλά «θα μας δώσετε αεροπλάνα;… Θα μας δώσετε αεράμυνα;».

Ο αρχηγός του επιτελείου του Zelensky, Andriy Yermak, ισχυρίστηκε πως η προετοιμασία της χώρας για το ενδεχόμενο ενός πολέμου με τη Ρωσία θα είχε προκαλέσει πανικό στο κοινό. «Φανταστείτε αν αυτός ο πανικός είχε ξεκινήσει τρεις ή τέσσερις μήνες πριν από τον πόλεμο», είπε ο Γερμάκ. «Τι θα είχε συμβεί στην οικονομία; Θα μπορούσαμε να αντέξουμε τέσσερις ή πέντε μήνες όπως κάναμε;». Αυτό, φυσικά, είναι εικασία. Αυτό που δεν είναι εικασίες είναι ότι οι Ουκρανοί ηγέτες επέλεξαν να κάνουν πολύ λίγη προετοιμασία και πως, ως αποτέλεσμα, η ουκρανική οικονομία έχει ουσιαστικά καταστραφεί από τον πόλεμο. Οι επιλογές που έκανε η ουκρανική ηγεσία τους μήνες πριν τον πόλεμο ύψωσαν κάποιες κόκκινες σημαίες.

Όταν παρουσιάστηκαν με αξιωματούχους σε επίπεδο υπουργικού συμβουλίου από τις Ηνωμένες Πολιτείες που προειδοποιούσαν επανειλημμένα το Κίεβο ότι οι ΗΠΑ είχαν αδιάσειστα στοιχεία μιας ρωσικής απόφασης να εξαπολύσουν εισβολή στη χώρα τους, οι ηγέτες της Ουκρανίας αμάρτησαν, αμφισβήτησαν τις πληροφορίες λέγοντας πως ήταν ανεπαρκώς σαφείς και αντί να προετοιμάσουν ένοπλες δυνάμεις και πολίτες για να αντιμετωπίσουν την κρίση, παραπονέθηκαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν τους έδιναν αρκετά όπλα. Ωστόσο, αυτά τα παράπονα είναι απαράδεκτα, όταν ληφθούν υπόψη οι συνθήκες που ήταν ξεκάθαρα εμφανείς τους μήνες πριν τον πόλεμο.

Για παράδειγμα, χωρίς πρόσβαση σε πληροφορίες ή εμπιστευτικές πληροφορίες υψηλού επιπέδου, προειδοποίησα δημόσια το Δεκέμβριο, τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο με αυξανόμενη ένταση ότι ο πόλεμος ήταν πιθανός. Η Ουκρανία και η Δύση, υποστήριξα επανειλημμένα, θα πρέπει να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες για να αποτρέψουν τον πόλεμο. Στις 5 Δεκεμβρίου 2021, έγραψα ότι ο Πούτιν προειδοποίησε πως η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ήταν «κόκκινη γραμμή» και ότι ο Πούτιν ανησυχούσε που η Δύση δεν τον έπαιρνε στα σοβαρά. «Η σημερινή συσσώρευση στρατευμάτων της Ρωσίας απέναντι στην Ουκρανία», εξήγησα, «υποδηλώνει πως οι προειδοποιήσεις του μπορεί να μην είναι κενή ρητορική, καθώς ο Πούτιν μπορεί κάλλιστα να σκέφτεται σοβαρά να καταλάβει το Ντονμπάς».

Ένα μήνα αργότερα, κατέρριψα τον πρώην Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ, Άντερς Φογκ Ράσμουσεν, επειδή υποστήριξε ότι η Δύση «αποκαλεί την μπλόφα του Πούτιν» ζητώντας ανοιχτά την καθιέρωση ενός σχεδίου δράσης για την ένταξη της Ουκρανίας και της Γεωργίας στο ΝΑΤΟ. Υπενθυμίζοντας ότι ο Πούτιν είχε ήδη αποδείξει το 2008 και το 2014 ότι ήταν πρόθυμος να χρησιμοποιήσει βία για να εξαλείψει αυτό που θεωρούσε απειλές για τη ρωσική ασφάλεια, προειδοποίησα τους ηγέτες του ΝΑΤΟ ότι πρέπει να αναγνωρίσουν «πως περισσότερες (δυτικές) απειλές πιθανότατα θα ωθήσουν τον Πούτιν να διατάξει πρόσθετη ρωσική δράση Ουκρανία, δε θα τον αποθαρρύνουν από αυτό».

Στις 10 Φεβρουαρίου, προειδοποίησα ότι πλησιάζαμε γρήγορα «την τελευταία μας ευκαιρία να αποτρέψουμε τον πόλεμο στην Ανατολική Ευρώπη. Οι μαζικές ασκήσεις της Ρωσίας θα ολοκληρωθούν κοντά στις 20 αυτού του μήνα. Οι καιρικές συνθήκες», συνέχισα, «θα είναι βέλτιστες για επίθεση με τεθωρακισμένα και οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις θα είναι σχεδόν πλήρως κινητοποιημένες και τοποθετημένες για εισβολή». Μόλις δύο εβδομάδες αργότερα, τα γεγονότα για τα οποία είχα περάσει μήνες προειδοποιώντας εκδηλώθηκαν καθώς οι δυνάμεις του Πούτιν εξαπέλυσαν την παράνομη επίθεσή τους κατά της Ουκρανίας στις 24 Φεβρουαρίου.

Φαίνεται απίθανο, πρέπει να αναγνωρίσουμε, να αναγνωρίσουμε πως ένας κοινός πρώην αξιωματικός του στρατού, όπως εγώ, χωρίς πρόσβαση σε κάποιο απόρρητο υλικό, θα μπορούσε να δει με τόση σαφήνεια τι ερχόταν, ενώ οι αρχές της Ουκρανίας – οπλισμένες με γνώσεις που παρείχε ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών ο ίδιος – δεν μπορούσαν. Ο Μπάιντεν ισχυρίστηκε τον Ιούνιο, με κάποια ταραχή, πως φαινόταν ότι ο Ζελένσκι «δεν ήθελε να ακούσει» την προειδοποίηση του Μπάιντεν πως αυτός ο πόλεμος πλησιάζει.

Μπορεί κανείς εύλογα να αναρωτηθεί γιατί, με όλες αυτές τις πληροφορίες που είχε στη διάθεσή του για μια επικείμενη ρωσική εισβολή στη χώρα του, δεν ενήργησε ο Ζελένσκι είτε για να ξεκινήσει σοβαρές διαπραγματεύσεις με τη Μόσχα για να αποφευχθεί ο πόλεμος ή τουλάχιστον για να προετοιμάσει τον πληθυσμό του. Τα στοιχεία υποδηλώνουν ότι ο Ουκρανός πρόεδρος έπαιξε στοίχημα με την ελπίδα πως η Δύση θα τον βοηθούσε μετά την εισβολή των Ρώσων, παρά το γεγονός ότι η Δύση δεν είχε καμία υποχρέωση από μια συνθήκη προς το Κίεβο.

Ακόμη και μια πρόχειρη εξέταση της ισορροπίας δυνάμεων μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας θα έπρεπε να είχε πείσει τον Ζελένσκι ότι οι ένοπλες δυνάμεις του δεν θα μπορούσαν ποτέ να κερδίσουν μια μάχη ένας προς έναν με τις δυνάμεις του Πούτιν. Ορθολογικά μιλώντας, η μόνη βάση στην οποία θα μπορούσε να στηριχθεί ακόμη και μια ελπίδα θα ήταν αν η Ουκρανία μπορούσε να κάνει τις ένοπλες δυνάμεις μιας άλλης χώρας να τον βοηθήσουν – και ο Ζελένσκι ξόδεψε σημαντική ενέργεια προσπαθώντας να πείσει το ΝΑΤΟ να επεκτείνει την ένταξη στο Κίεβο και τις εγγυήσεις ασφαλείας του άρθρου 5. Δημόσια, ορισμένοι αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ έμοιαζαν να προσφέρουν στον Ζελένσκι κάποια ελπίδα.

Οι ηγέτες του ΝΑΤΟ κάνουν αντιφατικές δημόσιες και ιδιωτικές δηλώσεις

Στις 8 Ιανουαρίου, ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ επέμεινε προκλητικά ότι παρά τις ρωσικές πιέσεις, η συμμαχία θα κρατήσει ανοιχτή την πόρτα στο ΝΑΤΟ. «Είμαστε στις αποφάσεις μας της Συνόδου Κορυφής του Βουκουρεστίου (το 2008, κατά την οποία το ΝΑΤΟ υποσχέθηκε ότι η Ουκρανία και η Γεωργία «θα γίνουν μέλη του ΝΑΤΟ»), δήλωσε ο Στόλτενμπεργκ. Η ένταξη στο ΝΑΤΟ θα έκανε «τις κοινωνίες της Ουκρανίας και της Γεωργίας ισχυρότερες», επειδή, όπως ισχυρίστηκε, η ένταξη στο ΝΑΤΟ παράγει «ανθεκτικές και λειτουργικές κοινωνίες» που είναι «λιγότερο ευάλωτες σε παρεμβάσεις από τη Ρωσία». Ωστόσο, στα παρασκήνια, πολλοί στη Δύση έλεγαν στον Ζελένσκι μια πολύ διαφορετική ιστορία.

Σε μια συνέντευξη στις 20 Μαρτίου στο CNN, ο Zelensky παραδέχτηκε στον Fareed Zakaria πως είχε ζητήσει ιδιωτικά από τους αξιωματούχους του ΝΑΤΟ «να πουν ευθέως ότι θα σας δεχθούμε στο ΝΑΤΟ σε ένα ή δύο ή πέντε χρόνια. Απλώς πείτε το ευθέως και ξεκάθαρα ή απλώς πείτε όχι». Παρά τα όσα είχε πει δημόσια ο Στόλτενμπεργκ, ο Ζελένσκι αποκάλυψε ότι κατ' ιδίαν, η απάντηση του ΝΑΤΟ «ήταν πολύ σαφής, δεν πρόκειται να γίνεις μέλος του ΝΑΤΟ ή της ΕΕ». Ωστόσο, στον Ουκρανό πρόεδρο είπαν δημόσια ότι «οι πόρτες θα παραμείνουν ανοιχτές». Αυτή η απόκλιση μεταξύ των όσων ειπώθηκαν στον Ζελένσκι ιδιωτικά από το ΝΑΤΟ πριν από την εισβολή της Ρωσίας και αυτών που ανέφεραν δημόσια οι ανώτεροι ηγέτες του ΝΑΤΟ θα είχε δραματικές επιπτώσεις.

Υπάρχουν στοιχεία που υποδηλώνουν ότι αν το ΝΑΤΟ ήταν ειλικρινές και έλεγε το ίδιο πράγμα δημόσια, όπως είπε στον Ζελένσκι κατ' ιδίαν –ότι η Ουκρανία δεν θα επιτρεπόταν ποτέ να μπει στο ΝΑΤΟ– αυτό μπορεί να άλλαξε τη λογιστική για τον Πούτιν, και είναι πιθανό ο πόλεμος να μην είχε ξεκινήσει ποτέ. Ως απόδειξη πως ακόμη και την ενδέκατη ώρα, η Ρωσία ήταν ακόμη πρόθυμη να εξετάσει διπλωματικές επιλογές, στις 14 Φεβρουαρίου, μόλις 10 ημέρες πριν ξεκινήσει ο πόλεμος, ο Vadym Prystaiko, πρεσβευτής της Ουκρανίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, είπε στο BBC ότι η Ουκρανία ήταν πρόθυμη να δείξει ευελιξία και ενδέχεται να αποσύρει το αίτημά της για ένταξη στο ΝΑΤΟ.

Η Μόσχα εκμεταλλεύτηκε αμέσως αυτό το άνοιγμα, με τον εκπρόσωπο του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ να λέει ότι εάν η Ουκρανία αποσύρει την πρόθεσή της να ενώσει το ΝΑΤΟ, θα «συμβάλει σημαντικά στη διαμόρφωση μιας πιο ουσιαστικής απάντησης στις ρωσικές ανησυχίες». Το Κίεβο διέψευσε τον ισχυρισμό σχεδόν αμέσως. Ο εκπρόσωπος του ουκρανικού υπουργείου Εξωτερικών, Όλεγκ Νικολένκο είπε ότι τα σχόλια του Πρυστάικο είχαν «απομακρυνθεί» και πως δεν υπήρξε αλλαγή στην πρόθεση του Ζελένσκι να ενταχθεί η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ.

Εξετάστε τις συνέπειες αυτής της σειράς γεγονότων, λιγότερο από δύο εβδομάδες πριν ο Πούτιν εισβάλει στην Ουκρανία:

Ο Ζελένσκι είχε «ζητήσει ξεκάθαρα» από τους ηγέτες του ΝΑΤΟ να του πουν εάν η Ουκρανία θα προσκληθεί ποτέ στην Ατλαντική συμμαχία και του είχαν πει ρητά «όχι». Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών είχε πει ευθέως στον Ζελένσκι ότι οι μυστικές υπηρεσίες ανακάλυψαν πως ο Πούτιν ετοιμαζόταν να επιτεθεί «μέσα σε λίγες μέρες». Ακόμη και χωρίς καμία εξωτερική πληροφόρηση, το ουκρανικό Γενικό Επιτελείο έπρεπε να γνωρίζει ότι δε θα μπορούσε να κερδίσει έναν πόλεμο κατά της Ρωσίας. Ωστόσο, παρά όλες αυτές τις γνώσεις, ο Ζελένσκι αρνήθηκε να προχωρήσει σε διπλωματικά ανοίγματα για την επίλυση της κρίσης, αρνήθηκε να κινητοποιήσει πλήρως τον πληθυσμό του και αρνήθηκε να δεχτεί τις ιδιωτικές δηλώσεις του ΝΑΤΟ ότι δεν θα υπάρξει ένταξη.

Αντίθετα, φαίνεται ότι ο Ουκρανός πρόεδρος έπαιξε στοίχημα πως αρκετοί άνθρωποι στη Δύση μισούσαν τη Ρωσία αρκετά έντονα για να τον σώσουν μετά από μια εισβολή, θα του έδιναν τα όπλα που ζητούσε, χρήματα για να στηρίξει την οικονομία της χώρας του, όσο χρόνο χρειαζόταν για να κερδίσει τον πόλεμο. Υπολόγιζε πάνω απ' όλα στο να ντροπιάσει δημοσίως τις Ηνωμένες Πολιτείες για να παρέχουν ό,τι ζητούσε.

Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι ότι το στοίχημα του Ζελένσκι είναι σχεδόν βέβαιο πως θα αποτύχει. Όπως έχω καλύψει λεπτομερώς σε μια προηγούμενη ανάλυση του 19FortyFive, οι στρατιωτικές αρχές και αρχές του πολέμου – μαζί με το σημαντικό πλεονέκτημα στη δύναμη πυρός που διαθέτει η Ρωσία – καθιστούν την επικράτηση της Ουκρανίας σχεδόν αδύνατη στον πόλεμο. Το να συνεχίσουμε να αγνοούμε αυτές τις πραγματικότητες πιθανότατα θα καταδικάσουμε ακόμη περισσότερους Ουκρανούς πολίτες και στρατιώτες σε περιττούς θανάτους, θα έχει ως αποτέλεσμα ακόμη περισσότερες πόλεις να ισοπεδωθούν με το έδαφος και εάν τα πράγματα πάνε άσχημα τους επόμενους μήνες, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια απόλυτη ρωσική νίκη. Αλλά η Ουκρανία δεν θα είναι ο μόνος που θα πληρώσει τους λογαριασμούς για τη συνεχιζόμενη επιδίωξη του Κίεβου για τον στρατιωτικά ανέφικτο στόχο να νικήσει τη Ρωσία.

Εκατοντάδες εκατομμύρια στο δυτικό κόσμο υποφέρουν επίσης ως αποτέλεσμα, και αν δε γίνουν σύντομα αλλαγές, το κόστος θα μπορούσε να αυξηθεί σημαντικά καθώς πλησιάζουμε στο 2023. Ο αμερικανικός λαός αξίζει κάτι καλύτερο από το να τυγχάνει απεριόριστης υποστήριξης για έναν πόλεμο που δεν έπρεπε ποτέ να γίνει και δεν μπορεί λογικά να κερδηθεί. Όσο πιο γρήγορα η Ουάσιγκτον συμβιβαστεί με αυτές τις πραγματικότητες, τόσο πιο γρήγορα μπορούμε να υιοθετήσουμε πολιτικές που έχουν πιθανότητες επιτυχίας και έχουν σχεδιαστεί για να επιτύχουν θετικά αποτελέσματα για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η παροχή ανοιχτής υποστήριξης της προσπάθειας της Ουκρανίας να επιτύχει το στρατιωτικά ανέφικτο δεν είναι προς το συμφέρον της χώρας μας.
Νεότερη Παλαιότερη
--------------
Ακούστε το τελευταίο ηχητικό από τη ΜΕΣΗ ΓΡΑΜΜΗ


Η Freepen.gr ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει για τα άρθρα / αναρτήσεις που δημοσιεύονται και απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους και δε σημαίνει πως τα υιοθετεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών ή ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα, επικοινωνήστε μέσω e-mail