Από: konstantakopoulos.gr / Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Σε δύο προηγούμενα άρθρα μας (βλ. εδώ κι εδώ) ασχοληθήκαμε με τις εσωτερικές επιπτώσεις στη Ρωσία από την κλιμακούμενη σύγκρουση με τη Δύση.
Αν και είναι φυσικά αδύνατο, σε συνθήκες όπως η σημερινή, να κάνουμε προβλέψεις με σοβαρό βαθμό βεβαιότητας και αν εξαιρέσουμε το πολύ απίθανο σενάριο μιας κατατροφικής ήττας στην Ουκρανία ή μιας αλλαγής καθεστώτος στη Ρωσία, αυτό που μπορούμε να πούμε ήδη είναι ότι η παρούσα κρίση τείνει αντικειμενικά να επιταχύνει την πορεία της Ρωσίας προς μια επιστροφή στον Κρατισμό και σε κάποια στοιχεία «Κοινωνισμού».
Άλλωστε, μετά την αποθέωση του Νεοφιλελευθερισμού, των αγορών, του χρήματος και του Καπιταλισμού, στη δεκαετία του 1990, η Ρωσία έχει αντικειμενικά, εδώ και πολύ καιρό, πολύ μεγάλη ανάγκη μιας σοβαρής «διόρθωσης», μιας εισαγωγής δηλαδή στοιχείων κρατισμού και κοινωνικής αναδιανομής στην οικονομική της λειτουργία.
Και είναι συχνό φαινόμενο σε αυτή τη χώρα, οι μεταβολές κατεύθυνσης να αργούν μεν να γίνουν, όταν όμως γίνονται να προσλαμβάνουν εξαιρετικά απότομο και βίαιο χαρακτήρα. Ελπίζει βέβαια κανείς η απαραίτητη αυτή, για κοινωνικούς και για εθνικούς λόγους στροφή, να πάρει μορφές που θα ενισχύσουν και δεν θα καταπνίξουν την όποια πρωτοβουλία των πολιτών, των εργαζομένων και της κοινωνίας. Λόγω των όσων συνέβησαν μετά το 1990, υπάρχει σε ορισμένα στρώματα και κύκλους της Ρωσίας μία νοσταλγία και μια εξιδανίκευση για το πάλαι ποτέ «ισχυρό» σοβιετικό κράτος, ενίοτε ακόμα και για το προεπαναστατικό καθεστώς της χώρας. Όμως, αυτά τα φαινομενικά «ισχυρά κράτη» κατέρρευσαν γιατί χαρακτηρίζονταν και από πολύ αδύναμες κοινωνίες, όχι μόνο εξαιτίας της πολιτικής των ηγεσιών τους. Και αντιστρόφως. Η Ρωσία υπήρξε ικανή για τα μεγάλα επιτεύγματα, τα μεγάλα της θαύματα κατά τον 20ό αιώνα, που άφησαν άφωνη την ανθρωπότητα, όταν μπόρεσε να συσπειρώσει πίσω από την ηγεσία της τον ρωσικό και τους υπόλοιπους σοβιετικούς λαούς, όταν έγινε ο φορέας ιδεών και οραμάτων που υπερέβαιναν κατά πολύ τα στενά συμφέροντα του ρωσικού έθνους και είχαν μια ακτινοβολία σε όλη την ανθρωπότητα.
Ο Καπιταλισμός ως σύστημα Εξουσίας
Ο Καπιταλισμός γίνεται γενικά αντιληπτός και αναλύεται συνήθως ως ένα σύστημα κοινωνικών σχέσεων. Συχνά αναλύεται με βάση το μεθοδολογικό υπόδειγμα του Κεφαλαίου του Μαρξ, που συνιστά ασφαλώς ένα τεράστιο άλμα στην απομυθοποίηση και κατανόηση της οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας, (χωρίς αυτό δεν θα είχαμε τις οικονομικές και κοινωνικές επιστήμες του 20ού αιώνα), αλλά που βασίστηκε κυρίως στο ευρωπαϊκό υπόδειγμα του 19ου αιώνα και, κατ’ εξοχήν, στο παράδειγμα της Βρετανίας και της Γαλλίας.
Ο καπιταλισμός όμως δεν είναι μόνο αυτό. Είναι ένα βαθιά ιεραρχικό σύστημα συγκέντρωσης σε εθνική και παγκόσμια κλίμακα της εξουσίας σε ένα πολύ περιορισμένο αριθμό χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Είναι επίσης ένα σύστημα ιεράρχησης των ίδιων των εθνών και λαών, όχι μόνο των κοινωνικών τάξεων. Και αυτό το αποδεικνύουν τα ίδια τα οικονομικά μέτρα που τώρα παίρνει, παραβιάζοντας ακόμα και τον ιερότερο των θεσμών στους οποίους στηρίζεται, την Ιδιοκτησία. Ο Δικτάτωρ, λέει ο κορυφαίος εκπρόσωπος της (ναζιστικής) φιλοσοφίας του δικαίου, Καρλ Σμιτ είναι αυτός που λαμβάνει τις αποφάσεις στις καταστάσεις ανάγκης.
Αυτά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ασκούν τώρα πρωτοφανή έλεγχο σε όλα τα δυτικά κράτη, τείνουν να καταργήσουν οποιαδήποτε περιθώρια αυτονομίας των ευρωπαϊκών και των υπόλοιπων κρατών του καπιταλιστικού πυρήνα, όπως η Ιαπωνία, ο Καναδάς και η Αυστραλία, και τους είναι αδύνατο να αποδεχθούν την ύπαρξη αυτόνομων κέντρων με το οικονομικό και στρατιωτικό βάρος της Ρωσίας και της Κίνας.
Ρωσία και Κίνα δεν χωράνε στη Δύση
Μπορεί άλλωστε η ρωσική οικονομία να είναι καπιταλιστική, αλλά η ρωσική εξουσία δεν δρα ως εκφραστής της καπιταλιστικής τάξης της χώρας, αλλά και, κυρίως, στα πλαίσια μιας εθνικής ιδεολογίας, αλλιώς δεν θα είχε εξάλλου εμπλακεί στο ουκρανικό και δεν θα είχε έρθει σε σύγκρουση με το ΝΑΤΟ. Ο λόγος που ο Πούτιν έλαβε τα μέτρα εναντίον μεγάλων Ολιγαρχών της πρώτης περιόδου, όπως του Χοντορκόφσκι και του Μπερεζόφσκι, δεν ήταν το ότι ήταν καπιταλιστές, αλλά το ότι συνδέονταν με ξένα κέντρα αποφάσεων και ήθελαν να ασκούν την επιρροή στην πολιτική εξουσία που συνήθως έχουν και ασκούν στην Αμερική οι καπιταλιστές της. Η λήψη αυτών των μέτρων ήταν ο λόγος που η Δύση εξαπέλυσε, ήδη από το 2008, μια πολυετή εκστρατεία δαιμονοποίησης της Ρωσίας και του Πούτιν.
Ο παγκόσμιος καπιταλισμός δεν μπορεί να ανεχθεί κράτη με την οικονομική και στρατιωτική δύναμη και τον βαθμό αυτονομίας της Ρωσίας και της Κίνας (ούτε καν το Ιράν δεν ανέχεται!). Δεν του είναι αρκετή η ύπαρξη μιας καπιταλιστικής οικονομίας στη Ρωσία, χρειάζεται μια Ρωσία-Μπανανία και, μακροχρόνια, τον πυρηνικό της αφοπλισμό και τον έλεγχο των τεχνολογιών και των πρώτων υλών της.
Με την Κίνα τα πράγματα είναι χειρότερα και η αντίθεση βαθύτερη στην πραγματικότητα, τόσο εξαιτίας του τεράστιου πλέον οικονομικού και τεχνολογικού της βάρους όσο και εξαιτίας της μη καπιταλιστικής, σχεδιασμένης οικονομίας της, έστω και αν διαθέτει αυτή η οικονομία πολλά καπιταλιστικά στοιχεία.
Για τη Δύση, για το σύστημα του παγκόσμιου καπιταλισμού, δεν είναι επαρκής η ανάπτυξη φιλοκαπιταλιστικών τάσεων στο εσωτερικό της Ρωσίας και της Κίνας. Αυτό που αποδεικνύει και η παρούσα κρίση είναι ότι δεν υπάρχει χώρος, δεν υπάρχει θέση ούτε για μια καπιταλιστική Ρωσία ή μια καπιταλιστική Κίνα στο παγκόσμιο σύστημα (*). Είναι απαραίτητη η ουσιαστική διάλυση αυτών των κρατών.
Και αντιστρόφως, είναι τελικά αδύνατο και στη Ρωσία και στην Κίνα να αντισταθούν στην εξωτερική πίεση που δέχονται, αφήνοντας ανεξέλεγκτες τις φιλοκαπιταλιστικές τάσεις στο εσωτερικό τους, μένοντας χωρίς την υποστήριξη των λαϊκών τους τάξεων.
(*) Στην πραγματικότητα αυτός είναι και ο λόγος που έγιναν τον περασμένο αιώνα η Ρώσικη και η Κινεζική Επανάσταση. Γιατί δεν υπήρχε δηλαδή χώρος για αυτά τα έθνη στο περιβάλλον ενός ήδη αναπτυγμένου παγκόσμιου καπιταλισμού. Το ίδιο πρόβλημα αντιμετώπισε κατά τον Εικοστό Αιώνα και η Γερμανία, αντιμέτωπη με την φιλελεύθερη αγγλοσαξωνική παγκοσμιοποίηση του 19ου αιώνα. Με περισσότερο εξελιγμένο όμως των καπιταλισμό της και σε ανώτερη θέση από τη Ρωσία και την Κίνα, χωρίς ένα επαναστατικό κόμμα όπως οι Μπολσεβίκοι, η Γερμανία επετέθη τελικά, με τους δύο παγκοσμίους πολέμους, και στις δυνάμεις που ήταν πιο πάνω από αυτή στην παγκόσμια ιεραρχία, όπως η Βρετανία, και σε αυτές που ήταν πιο κάτω, όπως η Ρωσία.